Η γνώση της ιστορίας δεν περιορίζεται μόνο στα δικά μας εθνικά και κοινωνικά βιώματα, αλλά ανοίγει δρόμους κατανόησης για τους πολιτισμούς που διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία της Ευρώπης. Ένας από αυτούς είναι ο κελτικός – ή γαλατικός – πολιτισμός. Οι περισσότεροι τους γνωρίζουμε πιθανώς μέσα από τον «Αστερίξ», αλλά στην πραγματικότητα, ο πολιτισμός τους απλώνεται σε αιώνες πριν από τη ρωμαϊκή κυριαρχία και αφήνει ακόμη έντονα σημάδια στην ταυτότητα λαών όπως οι Ιρλανδοί, οι Βρετόνοι και οι Σκώτοι.
Σε εποχές κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων, η ιστορία των Κελτών και των Γαλατών μaς θυμίζει πώς οι ταυτότητες δοκιμάζονται, μετασχηματίζονται, αλλά συχνά επιβιώνουν μέσα από τη γλώσσα, τη μνήμη και τη συλλογική συνείδηση. Η ανάδειξη της διαχρονικής αξίας της πολιτισμικής ποικιλομορφίας είναι ένα σπουδαίο φορτίο που περνά από γενιά σε γενιά.
Σας παρουσιάζουμε μια περιεκτική αναδρομή στην ιστορία των Κελτών και των Γαλατών, των μετακινήσεών τους, των μαχών τους με τους Έλληνες και τους Ρωμαίους, της παράδοσης των Δρυΐδων, των θεοτήτων τους και της ιδιαίτερης πολιτισμικής τους κληρονομιάς. Αν και οι περισσότεροι από αυτούς αφομοιώθηκαν πολιτικά και πολιτισμικά από τη Ρώμη, η μνήμη και οι ρίζες τους επιβιώνουν, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η ρωμαϊκή επιρροή υπήρξε ασθενέστερη.
Οι Κέλτες και οι Γαλάτες
Ο όρος Κέλτες, χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ορισμένους λαούς της Δυτικής Ευρώπης, που μιλούσαν τις κελτικές γλώσσες, ένα παρακλάδι των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και είχαν παρόμοια πολιτιστικά και κοινωνικά ήθη.
Η πρώτη γνωστή αναφορά στο όνομα Κέλτες ή Κέλτοι, έγινε από τον Έλληνα γεωγράφο και ιστορικό Εκαταίο από τη Μίλητο, το 517 π.Χ. που αναφέρει την ύπαρξη Κελτών στη Γαλατία. Κατά την ελληνική μυθολογία, ο γενάρχης των Κελτών ήταν ο Κέλτος, γιος του Ηρακλή και της Κελτίνας, κόρης του Βρετανού.
Οι Έλληνες συγγραφείς, ο γεωγράφος Στράβων και ο ιστορικός Πολύβιος, δίνουν γενικώς την ονομασία Κέλτες σε όλους τους βορειοευρωπαίους, περιλαμβανομένων και των Γερμανών. Ο Πολύβιος μάλιστα περιγράφει το πορτρέτο ενός τυπικού Κέλτη πολεμιστή και μας δίνει πληροφορίες για τα ρούχα, τα όπλα τις συνήθειες και τα ήθη των Κελτών. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης ονομάζει Κέλτες τους λαούς που ζούσαν μεταξύ Πυρηναίων και Άλπεων, προς βορρά της Μασσαλίας.
Η ονομασία Γαλάτες, εμφανίζεται μετά την ίδρυση της Μασσαλίας, ελληνικής αποικίας των Φωκαέων στις ακτές της γαλλικής Μεσογείου, γύρω στο 600. Οι Έλληνες ονόμαζαν Κέλτες όχι μόνο τους κατοίκους της Γαλατίας, αλλά και τα κελτικά φύλα που το 274, εισέβαλαν στη Μικρά Ασία και εγκαταστάθηκαν στη Φρυγία την οποία ονόμαζαν επίσης Γαλατία.
Σήμερα ως κελτικής καταγωγής λαούς εννοούμε τους κατοίκους της Ιρλανδίας, της Ουαλίας, της Κορνουάλης, των νησιών Μαν, της ορεινής Σκωτίας και της γαλλικής Βρετάνης. Οι Άγγλοι είναι γερμανικής καταγωγής, αλλά έχουν δεχθεί μεγάλη κελτική επίδραση, τόσο στη γλώσσα όσο και στον πολιτισμό. Τα αυτονομιστικά κινήματα των Ιρλανδών, Σκώτων και Ουαλών στηρίζονται και στην κελτική καταγωγή τους, διαφορετικής από των Άγγλων. Επίσης κελτικής ή και γαλατικής καταγωγής είναι οι λαοί των ισπανικών περιοχών Γαλικίας και Αστούριας. Οι περισσότεροι Γάλλοι όμως – εκτός των κατοίκων της Βρετάνης – είναι γερμανικής καταγωγής (Φράγκοι). Το όνομα Γαλλία (από τη Γαλατία και τους Γαλάτες) το χρησιμοποιούν τώρα μόνο οι Έλληνες, ενώ οι ίδιοι οι Γάλλοι, αλλά και όλοι οι Ευρωπαίοι, ονομάζουν τη χώρα τους France, από τους Φράγκους.
Από τον 4ο π.Χ. αιώνα, πιθανότατα λόγω υπερπληθυσμού οι Κέλτες άρχισαν να μετακινούνται προς την περιοχή της Ουγγαρίας και βορειανατολικής Γιουγκοσλαβίας. Επίσης έγιναν σημαντικές μετακινήσεις προς την Ιταλία, έδιωξαν τους Ετρούσκους και κατέλαβαν την κοιλάδα του Πάδου και δημιούργησαν την Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία (Η Πέραν των Άλπεων Γαλατία, ήταν η σημερινή Γαλλία). Έκαναν επιδρομές σε όλη την ιταλική χερσόνησο και περί το 390 ένα γαλατικό φύλο υπό τον Βρέννο, κατέλαβαν και λεηλάτησαν τη Ρώμη. Την εγκατέλειψαν μόνο αφού οι Ρωμαίοι τους κατέβαλαν μεγάλα ποσά.
Τον 3ο αιώνα οι Κέλτες ή Γαλάτες, έκαναν συχνές επιδρομές στα ελληνικά εδάφη και είχαν συνεχείς συγκρούσεις με τους Μακεδόνες βασιλείς, αλλά και πραγματοποιούσαν επιδρομές και λεηλασίας νοτιότερα. Επιχείρησαν ακόμα να καταλάβουν τους Δελφούς.
Η ισχυροποίηση των Ρωμαίων και η επέκταση της κυριαρχίας τους στον ιταλικό χώρο, είχε ως αποτέλεσμα την υποταγή της ‘εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας’ το 238. Αρκετά χρόνια αργότερα από το 58 ως το 53, ο Ιούλιος Καίσαρας με αιματηρές εκστρατείες του, νικά το κελτικό φύλο των Βέλγων Γαλατών και καταλύει την κελτική εξουσία στη Γαλατία (Γαλλία), συντρίβει τους Κέλτες στην Ισπανία και αρχίζει την κατάκτηση της Βρετανίας. Επέστρεψε στη Γαλατία όπου συνέτριψε με σκληρότητα ανταρσία των Βέλγων Γαλατών, με ηγέτη τον Αμπιορίξ.
Το 53, μια άλλη επανάσταση των Κελτών, υπό τον Γαλάτη Βερσινγκετορίξ απείλησε την κυριαρχία της Ρώμης. Ο Ιούλιος Καίσαρας συνάντησε σκληρότατη αντίσταση από τους Γαλάτες. Τελικά το 42, το τελευταίο οχυρό των Γαλατών, η Αλέσια (κοντά στη σημερινή Ντιζόν), έπεσε μετά από μακρά πολιορκία και ο ηγέτης των Γαλατών παρέδωσε τα όπλα του στον Καίσαρα και συνελήφθη. Οδηγήθηκε στη Ρώμη και ήταν μαζί με τους άλλου αιχμάλωτους στον Θρίαμβο του Καίσαρα. Κρατήθηκε στη φυλακή για 4 χρόνια και εκτελέστηκε – μάλλον με στραγγαλισμό. Κατά άλλους αποκεφαλίσθηκε δημοσίως. Αυτά τα περιγράφει ο ίδιος ο Καίσαρας στο κλασσικό (για τους σπουδαστές των λατινικών) βιβλίο του De Bello Gallico. Περιγράφει τη γοητεία που ένιωσε, από τους δρυΐδες, τους μάντεις και τους βάρδους των λαών αυτών, που περνούσαν προφορικά από γενιά σε γενιά, τους μύθους, τους νόμους και τα έθιμά τους. Επίσης εκφράζει το θαυμασμό του για τη σοφία του Βερσινγκετορίξ και τη γενναιότητα των πολεμιστών του.
Οι πολεμοχαρείς Κέλτες εξαπλώθηκαν από την Κεντρική Ευρώπη στην βόρεια Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιρλανδία. Αν και δεν άφησαν γραπτά κείμενα, η ιστορία τους καταγράφηκε από Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς. Οι Ρωμαίοι απορρόφησαν και εκλατίνισαν τους Κέλτες και η κελτική γλώσσα επιζεί μόνο εκεί που οι Ρωμαίοι απέτυχαν: στην Ιρλανδία, στην Ουαλία, στη Βρετάνη και στα ορεινά της Σκωτίας. Σταδιακά οι Γαλάτες υποτάσσονται, υιοθετούν τη λατινική γραφή και γλώσσα και ουσιαστικά εκρωμαΐζονται. Μέχρι το 50 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρ ολοκληρώνει την κατάληψη όλης της Γαλατίας. Ρωμαϊκοί δρόμοι και πόλεις γέμισαν τη νότια Γαλατία, και όλη σχεδόν η χώρα εκλατινίστηκε.
Οι Κέλτες ήταν πολυθεϊστές, είναι δε γνωστά περί τα 400 ονόματα θεών. Ο Μπέλενος ήταν το αντίστοιχο του θεού Ήλιου, ο Τευτάτης ήταν ο θεός του πολέμου (όπως ο Άρης των Ελλήνων). Ο ανώτατος θεός ήταν ο Λουγκ, ο οποίος επόπτευε τις τέχνες, προστάτευε το εμπόριο και τους ταξιδιώτες, ήταν δηλαδή κάτι σαν το Ερμή των Ελλήνων. Τον γιόρταζαν την 1η Αυγούστου κάθε χρόνου και ήταν η πιο σημαντική γιορτή του κελτικού ημερολογίου. Η πόλη Λούγδουνο (Lugdunum), σημερινή Λυών της Γαλλίας οφείλει το όνομά της σ’ αυτό τον θεό. Οι Δρυΐδες ήταν η τάξη των πολεμιστών και προσέφεραν θυσίες, εκπαίδευαν τους νέους και λειτουργούσαν ως δικαστές. Ο θεσμός των Δρυΐδων ήταν κοινός σε όλη τη Γαλατία, ναοί δεν υπήρχαν και μια φορά το χρόνο συγκεντρώνονταν στο Δάσος των Κορνούτων και έπαιρναν αποφάσεις οι οποίες ήταν σεβαστές από όλους.
Ζούσαν σε κοινότητες, οι οποίες ήταν περιφραγμένες και σ’ αυτές κατέφευγαν οι κτηνοτρόφοι και οι γεωργοί σε περίπτωση πολέμου. Κατασκεύαζαν τα σπίτια τους από ξύλο και πηλό. Η δε επίπλωσή τους ήταν πολύ απλή. Έτρωγαν κρέας, δημητριακά και γάλα και έπιναν οινοπνευματώδη, κυρίως μπύρα. Ήταν καλοί, αλλά άγριοι πολεμιστές, με εκτελέσεις αιχμαλώτων, λεηλασίες και ανθρωποθυσίες. Οι ευγενείς είχαν πάντα μαζί τους ‘βάρδους’ (τραγουδιστές) που υμνούσαν τα κατορθώματά τους.
Οι Κέλτες υιοθέτησαν το λατινικό αλφάβητο και μπόρεσαν να διασώσουν γραπτά πλέον τα έθιμα και τις παραδόσεις τους. Μέχρι τον 8ο μ.Χ. αιώνα, οι καλόγεροι στην Ιρλανδία, έγραφαν στα κελτικά, αρχαίες ιστορίες των Κελτών, προσαρμοσμένες στα νέα χριστιανικά ήθη.