Η απόπειρα κατά του Χίτλερ

Η ναζιστική περίοδος ήταν αναμφισβήτητα η πιο σκοτεινή για τη σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας. Αλλά ακόμα και σε περιόδους που κυριαρχούν ο φόβος, η βία και ο ολοκληρωτισμός, η ιστορία αναδεικνύει πάντα ανθρώπους που τολμούν να υψώσουν το ανάστημά τους. Τέτοια ήταν και η περίπτωση μιας ομάδας Γερμανών αξιωματικών που το καλοκαίρι του 1944, επιχείρησαν να σταματήσουν την καταστροφική πορεία του ναζιστικού καθεστώτος και να αποτρέψουν την ολοκληρωτική συντριβή της χώρας τους και την παράταση της αιματοχυσίας.

Η απόπειρα δολοφονίας του Αδόλφου Χίτλερ στις 20 Ιουλίου 1944, με πρωτεργάτη τον συνταγματάρχη Κλάους φον Στάουφφενμπεργκ, αν και απέτυχε, αποτέλεσε πράξη πολιτικού θάρρους, συνείδησης και ευθύνης. Σε πείσμα των μαύρων εκείνων καιρών, απέδειξε ότι ακόμη και μέσα στο εσωτερικό ενός καθεστώτος τρόμου μπορεί να υπάρξει αντίσταση και υπεράσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Το άρθρο που ακολουθεί φωτίζει αυτό το λιγότερο γνωστό κεφάλαιο της Αντίστασης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπενθυμίζοντάς μας ότι το ηθικό βάρος της ανυπακοής απέναντι στο άδικο είναι διαχρονική αξία – είτε εκδηλώνεται στα χαρακώματα ενός πολέμου, είτε στους κοινωνικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες του σήμερα.


Το καλοκαίρι του ’44, αρκετοί Γερμανοί αξιωματικοί είχαν πια βεβαιωθεί – ιδίως μετά την συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία – ότι ο πόλεμος είχε χαθεί και η συνέχισή του θα επέφερε μόνο καταστροφές στην πατρίδα τους. Είχαν πεισθεί επίσης ότι η εμμονή του Χίτλερ για πόλεμο μέχρις εσχάτων θα είχε συνέπεια την αδικαιολόγητη πρόσθετη απώλεια εκατομμυρίων στρατιωτών και πολιτών. Ακόμα ένας λόγος δυσαρέσκειας ήταν η εναντίωσή τους στις αγριότητες, τις μαζικές δολοφονίες και τα εγκλήματα πολέμου που διαπράττονταν στο όνομα του γερμανικού λαού.

Η μόνη ρεαλιστική λύση ήταν η δολοφονία του Χίτλερ και η ανάληψη της εξουσίας από δημοκρατικούς αξιωματικούς, οι οποίοι θα επιδίωκαν την σύναψη έντιμης ειρήνης με τους συμμάχους. Για το σκοπό αυτό αποφασίστηκε το «Σχέδιο Βαλκυρίες».

Την οργάνωση και πραγματοποίηση της δολοφονίας του Χίτλερ, ανέλαβε ο συνταγματάρχης κόμης Κλάους φον Στάουφφενμπεργκ (Claus von Stauffenberg, 1907-44). Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, πολέμησε στο ανατολικό και το αφρικανικό μέτωπο και τραυματίστηκε σοβαρά (έχασε το δεξί του χέρι, δυο δάχτυλα του αριστερού και το δεξί του μάτι). Μετά τον τραυματισμό του διορίστηκε επιτελικός αξιωματικός.

Στις 20 Ιουλίου του ’44 στην πόλη Ράστενμπουργκ της Πρωσίας, πραγματοποιήθηκε μια σύσκεψη του Χίτλερ με τους επιτελείς του. Ο Στάουφφενμπεργκ άφησε ένα χαρτοφύλακα με μια βόμβα και αποχώρησε από τη σύσκεψη. Όταν η βόμβα εξερράγη, βέβαιος πια για το θάνατο του Χίτλερ, ειδοποίησε τους άλλους συνωμότες για να τεθεί σε άμεση εφαρμογή το «Σχέδιο Βαλκυρίες». Το πραξικόπημα όμως που επιχείρησαν ήταν πρόχειρα σχεδιασμένο και απέτυχε, μόλις μαθεύτηκε ότι ο Χίτλερ, αν και τραυματίστηκε, δεν ήταν νεκρός.

Ακολούθησαν μαζικές συλλήψεις. Πάνω από 5.000 στρατιωτικοί και πολίτες συνελήφθησαν και πάνω από 200 – μεταξύ των οποίων και ο Στάουφφενμπεργκ – εκτελέστηκαν αμέσως με άγριο τρόπο. Όμως η αποτυχημένη αυτή απόπειρα, διέσωσε την τιμή των Γερμανών αξιωματικών και θεωρείται κορυφαία αντιστασιακή πράξη.