Σε κάθε εποχή, η ιστορία αναδεικνύει προσωπικότητες που άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες του λαού τους, αλλά και στη διαμόρφωση των γεωπολιτικών εξελίξεων που συντάραξαν τον πλανήτη. Μια τέτοια φυσιογνωμία υπήρξε και ο Ζορζ Κλεμανσό – πολιτικός, δημοσιογράφος, στοχαστής και αγωνιστής – που δικαίως απέκτησε το προσωνύμιο «Ο Τίγρης» για τη μαχητικότητά του.
Η διαδρομή του Κλεμανσό από τους φιλελεύθερους κύκλους της νεότητας μέχρι την ανάληψη της πρωθυπουργίας της Γαλλίας στα κρίσιμα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και η αταλάντευτη στάση του στα μεγάλα ζητήματα της εποχής (όπως η υπεράσπιση της αμνηστίας των οπαδών της Παρισινής Κομμούνας, η πολύκροτη υπόθεση Ντρεϋφούς και η εδραίωση δημοκρατικών θεσμών), φωτίζουν πτυχές ενός πολιτικού ανδρός με όραμα, διορατικότητα, αλλά και πραγματισμό (χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι διεκδίκησε το αλάθητο…).
Στο ακόλουθο άρθρο παρουσιάζεται εν συντομία η δημόσια ζωή και δράση του, που αναδεικνύουν το μείζονα ρόλο που διαδραμάτισε σε κρίσιμες στιγμές για τη Γαλλία, την Ευρώπη και την ανθρωπότητα.
Γνωστός με το παρατσούκλι «Ο Τίγρης» για τη μαχητικότητά του ο Ζορζ Κλεμανσό (Georges Clemenceau, 1841-1929), μια από τις πιο επιφανείς πολιτικές προσωπικότητες της σύγχρονης Γαλλίας, χρημάτισε δυο φορές πρωθυπουργός της χώρας του. Εκτός από πολιτικός, υπήρξε και συγγραφέας, δημοσιογράφος και εκδότης. Σπούδασε ιατρική και συμμετείχε στους φιλελεύθερους κύκλους που αντιμάχονταν την αυταρχική διακυβέρνηση του Ναπολέοντα Γ’. Μετά από μια καταδίκη, λίγων μηνών κατέφυγε στις ΗΠΑ και εντυπωσιάστηκε από τους φιλελεύθερους θεσμούς που είχαν θεσπιστεί εκεί.
Επέστρεψε στο Παρίσι το 1870 το 1876 εκλέχθηκε βουλευτής κι αγωνίστηκε για την αμνήστευση των οπαδών της Κομμούνας του Παρισιού καθώς και κατά της πιθανότητας επανόρθωσης της μοναρχίας. Εξέδωσε την εφημερίδα «Αυγή (L’ Aurore)» από την οποία προπαγάνδιζε τις πολιτικές θέσεις του, όπως τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, το διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας και πιο φιλελεύθερη εξωτερική πολιτική. Από τις στήλες της κράτησε αποφασιστική στάση στην υπόθεση Ντρεϋφούς και δημοσίευσε σ’ αυτήν την περίφημη ανοικτή επιστολή του Ζολά με τίτλο «Κατηγορώ!»
Από το 1902 εκλέγεται συνεχώς γερουσιαστής, το 1906 αναλαμβάνει το Υπουργείο Εξωτερικών την ίδια χρονιά ορκίζεται πρωθυπουργός. Από τη θέση αυτή εργάστηκε για τη σύσφιξη των σχέσεων της χώρας του με τη Βρετανία για την αντιμετώπιση ενός πιθανού πολέμου με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες.
Όταν έπεσε η κυβέρνησή του το 1909, πρωθυπουργός εξελέγη ο Αριστείδης Μπριάν, στο οποίο ο Κλεμανσό ασκούσε από την εφημερίδα του «Ελεύθερος Άνθρωπος» δριμύτατη κριτική για την μη επαρκή πολεμική προετοιμασία. Όταν το 1914 ξέσπασε ο πόλεμος επέκρινε εκείνους που ζητούσαν ειρήνη με κάθε θυσία.
Το Νοέμβριο του 1917, στο πιο κρίσιμο στάδιο του πολέμου ο Κλεμανσό ανέλαβε πάλι πρωθυπουργός. Κράτησε παράλληλα και το υπουργείο Πολέμου και ανασυγκρότησε το στράτευμα. Αγωνίστηκε για την αναστήλωση του ηθικού των ενόπλων δυνάμεων και διόρισε αρχηγό του επιτελείου το στρατάρχη Φος. Παρά τα 76 χρόνια του επισκεπτόταν συχνά το μέτωπο και εκφωνούσε λόγους που εμψύχωναν τους απογοητευμένους φαντάρους των χαρακωμάτων. Η συμβολή του στη τελική νίκη θεωρείται αποφασιστική και ονομάστηκε Ο πατέρας της νίκης. Υποστήριξε με πάθος τις βαρύτατες ταπεινωτικές κυρώσεις κατά της ηττημένης Γερμανίας και ήρθε σε αντίθεση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ουΐλσον τον οποίο θεωρούσε πολύ ιδεαλιστή. Υπήρξε θερμός φίλος του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου.
Το 1920 έχασε τις εκλογές και αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ σχολίασε ειρωνικά την εκλογική ήττα του Κλεμανσό: «Αυτή τη φορά, η Ζαν ντ’ Αρκ κάηκε από Γάλλους». Έγραψε αρκετά βιβλία μεταξύ των οποίων και τα απομνημονεύματά του, στα οποία θεώρησε πολύ πιθανό ένα νέο πόλεμο της Γαλλίας με τη Γερμανία – όπως βεβαίως και συνέβη.
Ο Ζορζ Κλεμανσό πέθανε στο Παρίσι στις 24 Νοεμβρίου 1929, σε ηλικία 88 ετών. Σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, ετάφη δίπλα στον πατέρα του, στο νεκροταφείο της γενέτειράς του, χωρίς θρησκευτική τελετή, χωρίς επιτύμβια επιγραφή και χωρίς τιμές. «Στην κηδεία μου», είχε δηλώσει με το γνώριμο σκωπτικό του ύφος, «θέλω μόνο τα απολύτως απαραίτητα, δηλαδή εμένα».
Ίσως την πιο εύστοχη περιγραφή του χαρακτήρα του την έδωσε ο ίδιος:
«Υπάρχει μέσα μου ένα μείγμα αναρχικού και συντηρητικού, του οποίου οι αναλογίες δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί».
Ο «Τίγρης» υπήρξε μια σύνθετη και αντιφατική προσωπικότητα. Ριζοσπάστης και πατριώτης, βουλευτής της Αριστεράς αλλά και υπουργός Εσωτερικών που κατέστειλε αιματηρά απεργίες — γεγονός που του χάρισε το προσωνύμιο «ο πρώτος μπάτσος της Γαλλίας» — ενώ ταυτόχρονα θέσπισε την υποχρεωτική εβδομαδιαία αργία και το οκτάωρο εργασίας.
Άνθρωπος των άκρων, με τρομερές εκρήξεις θυμού και ακατάβλητη επιμονή, δεν υποχωρούσε ποτέ, δεν εγκατέλειπε στόχους και δεν έκρυβε τις αντιπάθειές του. Ήταν επικίνδυνος και ανελέητος αντίπαλος — είτε σε μονομαχίες με ξίφος και πιστόλι είτε σε πολιτικές αντιπαραθέσεις. Το δριμύ του πνεύμα, η καυστική γλώσσα και ο σαρκασμός του τον ανέδειξαν σε «κατεδαφιστή κυβερνήσεων», αλλά και σε στόχο πλήθους εχθρών.