Θυμάστε τότε που ήσασταν παιδιά και παίζατε ή βλέπατε ποδόσφαιρο και μαγευόσασταν από το πιο δημοφιλές άθλημα του κόσμου; Κάποιοι από εσάς ονειρευτήκατε να γίνετε ποδοσφαιριστές, κάποιοι το κάνατε μέρος της καθημερινότητάς σας, για κάποιους έγινε μεράκι, γι’ άλλους διασκέδαση, γι’ άλλους επάγγελμα και γι’ άλλους η καλύτερη αφορμή για να βρίσκεστε με φίλους μια φορά την εβδομάδα.
Έχετε αναλογιστεί πόσο πολύ έχουν αλλάξει τα δεδομένα και πώς συνεχίζουν να αλλάζουν χρόνο με τον χρόνο; Όποια κι αν είναι η ηλικία σας, είναι δεδομένο πως έχετε δει τόσες πολλές αλλαγές στο τρόπο παιχνιδιού και παρακολουθείτε ένα άθλημα που είναι τόσο διαφορετικό απ’ αυτό που αγαπήσατε…
Το ποδόσφαιρο είναι το λαϊκότερο και δημοφιλέστερο άθλημα στον κόσμο, με διαφορά από το δεύτερο. Αρκούν τέσσερα δοκάρια και μια μπάλα, ώστε δύο ομάδες οπουδήποτε να αρχίσουν να παίζουν. Εκατομμύρια φίλαθλοι σε όλο τον πλανήτη παρακολουθούν τις αγαπημένες τους ομάδες βιώνοντας πρωτόγνωρα και αντιφατικά συναισθήματα. Τι σχέση έχει, όμως, αυτό το ποδόσφαιρο με όσους κρατούν τις τύχες του στα χέρια τους; Απολύτως καμία.
Η ιστορική πορεία του ποδοσφαίρου δείχνει την άμεση σύνδεσή του με την εργατική τάξη, την κοινωνία και τους διαρκείς αγώνες για δικαιοσύνη και ισότητα. Οι ρίζες του ποδοσφαίρου είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που νομίζουν οι περισσότεροι στο σήμερα. Ένα άθλημα λαϊκό, συλλογικό, από τη γέννησή του, που ταυτίστηκε με τη φτώχεια, την καταπίεση και ανέδειξε τον ανατρεπτικό του ρόλο βαθιά μέσα στην κοινωνία από τα πρώτα κιόλας χρόνια της δημιουργίας του. Ξεκινώντας από την Αγγλία το 19ο αιώνα και περνώντας σε όλο τον κόσμο από την ηγετική ναυτική δύναμη της εποχής, αλλά και από Ευρωπαίους μετανάστες, στην πολυετή εξέλιξή του έχει αναδειχθεί ότι προσελκύει με πάθος εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, είναι ένα μέσο που προσφέρει απλόχερα απόλαυση, χαρά, ικανοποίηση στους φιλάθλους.
Θα μπορούσε, μάλιστα, να ισχυριστεί κανείς ότι η διαχρονική του εξέλιξη έχει παράλληλη πορεία με αυτή του ανθρώπου. Η… πρωτόγονη κατάσταση, όταν έκανε ακόμα τα πρώτα του βήματα και προσπαθούσε να οριοθετήσει τους κανόνες του, στη συνέχεια εξαπλώθηκε σταδιακά σε όλο τον κόσμο και ακολούθησε μία πρωτοφανή ανάπτυξη και ενεργοποίηση των λαών, μετατρέποντάς το στο πλέον λαοφιλές άθλημα στον κόσμο. Είναι η εποχή που η «φανέλα», η κατάθεση ψυχής, η «ιδεολογία» του ποδοσφαίρου, του συλλόγου και τα ανιδιοτελή κίνητρα κυριαρχούσαν.
Και μετά, σταδιακά, παράλληλα με την παγκοσμιοποιημένη, καπιταλιστική κοινωνία, φτάνουμε σε αυτό που σήμερα αρκετοί, αγνοί φίλαθλοι που παραμένουν αφοσιωμένοι στην ποδοσφαιρική ιδέα, ονομάζουν – υποτιμητικά – «μοντέρνο ποδόσφαιρο»…
Παράλληλα λοιπόν με την εξέλιξη των κοινωνιών, το ποδόσφαιρο πέρασε σε επαγγελματικά πλαίσια. Στις αρχές αυτής της νέας κατάστασης, υπήρχαν σημαντικοί κανόνες και θεσμοί που κατά κάποιον τρόπο προφύλασσαν τη λειτουργία του και το προστάτευαν από διάφορες σκοπιμότητες (όπως, αντίστοιχα, υπήρχαν τα κανονιστικά πλαίσια στις κοινωνίες που προστάτευαν το λαό από την αυθαιρεσία της εξουσίας και των ολιγαρχών).
Όσο βέβαια προχωρούσαν τα χρόνια, εμφανίστηκαν σημαντικές παθογένειες, οι οποίες πλέον έχουν γιγαντωθεί, αφήνοντας ασύδοτα τα τέρατα που γέννησε η κερδοσκοπία να λυμαίνονται το πιο λαοφιλές άθλημα στον κόσμο…
Το σύγχρονο ποδόσφαιρο (modern football)
Το σύγχρονο ποδόσφαιρο, όσο κι αν δε μπορούμε να το αποχωριστούμε, θα θέλαμε σίγουρα να είναι διαφορετικό σε πολλά επίπεδα. Σίγουρα, η μεγαλύτερη «πληγή» του ποδοσφαίρου είναι η σύνδεσή του με μεγάλα οικονομικά και άλλα συμφέροντα.
Η φήμη και η ταχεία εξάπλωση του ποδοσφαίρου απ’ άκρη σ’ άκρη του κόσμου, δεν άφησε ασυγκίνητα τα μεγάλα συμφέροντα, το κεφάλαιο και την εξουσία. Τα όσα βιώνουμε σήμερα στο εμπορευματοποιημένο αντικείμενο που λέγεται ποδόσφαιρο δεν είναι «κεραυνός εν αιθρία». Ήταν μια συστηματική επιχείρηση προκειμένου να ενσωματωθεί το ποδόσφαιρο στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό και να γίνει μια σταθερή αξία των παγκοσμιοποιημένων αγορών.
Εισροές χρημάτων από χορηγούς έχουν μετατρέψει το άθλημα του λαού σε ένα παζάρι κατανάλωσης εκατομμυρίων, ενώ δοξασμένα εμβλήματα ομάδων γίνονται φίρμες στο χυδαίο μάρκετινγκ. Οι ποδοσφαιριστές της φανέλας αντικαταστάθηκαν από νεόπλουτα 20χρονα με συμβόλαια εκατομμυρίων και η ανιδιοτελής αγάπη πάει περίπατο στο ρεύμα του μεταμοντερνισμού.
Ο άκρατος επαγγελματισμός, ο στοιχηματισμός, το ξέπλυμα χρήματος, η χειραγώγηση των φιλάθλων, αποτελούν μάστιγα για το άθλημα, το οποίο πλέον έχει απομακρυνθεί από τη λαϊκή του ταυτότητα και όσο και αν πέφτουν εκατομμύρια προβολείς πάνω του, στην πραγματικότητα έχει ξεφτίσει και έχει χάσει την ακτινοβολία του για πολλούς φιλάθλους…
Μια ολόκληρη βιομηχανία βρώμικου κέρδους που δεν έχει καμία σχέση με τη μαγεία του αθλήματος και την αγάπη των οπαδών, έχει στηθεί εδώ και δεκαετίες γύρω από το brand που λέγεται ποδόσφαιρο. Αυτή η βιομηχανία βλέπει τους αθλητές ως άλογα κούρσας, τους φιλάθλους ως καταναλωτές και τα γήπεδα ως πεδία κερδοφορίας.
Το αμαρτωλό Μουντιάλ του Κατάρ
Δυστυχώς, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πάρα πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν τη διαρκή διολίσθηση του αγαπημένου μας αθλήματος στις επιταγές της εμπορευματοποίησης, των συμφερόντων και της διαφθοράς. Ας μην πάμε όμως μακριά και ας εξετάσουμε ένα από πιο πρόσφατα και πλέον χαρακτηριστικά: Πέρυσι το χειμώνα (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2022) έλαβε χώρα στο Κατάρ το Μουντιάλ. Η μεγαλύτερη ποδοσφαιρική διοργάνωση και το δεύτερο μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η FIFA το 2010 ανέθεσε τη διοργάνωση του κορυφαίου θεσμού του παγκόσμιου ποδοσφαίρου για το 2022, σε μια χώρα η οποία έχει καταγγελθεί επανειλημμένως για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταπίεση των γυναικών και διωγμό των ατόμων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.
Στο σύγχρονο εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο, όμως, όλα αυτά έχουν μικρή σημασία. Τα πετροδόλαρα των Αράβων αγοράζουν και πουλάνε τα πάντα στο δευτερόλεπτο, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα την ουσία του ίδιου του αθλήματος. Και κάπως έτσι εμφανίζονται οι δύο όψεις του ποδοσφαίρου. Από τη μία αυτοί που αγαπούν τους κανόνες του, την πολυπολιτισμικότητά του, την ταξικότητά του και την κουλτούρα του και από την άλλη αυτοί που το βλέπουν ως μια πολύ ωραία μπίζνα.
Το σύγχρονο ποδόσφαιρο γίνεται μέσο για χρήμα, φήμη, γεωπολιτική ισχύ και υποκρισία. Ποιος ξεχνά τα οικονομικά σκάνδαλα που κατά καιρούς βγαίνουν το ένα μετά το άλλο για επιφανείς προσωπικότητες των διεθνών ομοσπονδιών; Ποιος ξεχνά τα εκατομμύρια που διακυβεύονται πίσω από χορηγικές συμφωνίες ακόμη και με εταιρίες κολοσσούς που στηρίζουν παράλληλα πολεμικές επιχειρήσεις; Όσο για τις δεκάδες καμπάνιες της FIFA και της UEFA ενάντια στο ρατσισμό και τις διακρίσεις, τα φιλανθρωπικά gala και τις χορηγικές διαφημίσεις με κοινωνικό πρόσημο; Όλα αυτά είναι ένα υπέροχο άλλοθι πίσω από το οποίο κρύβονται τα πιο αιμοβόρα κοράκια της αγοράς.
Το ποδοσφαιρικό θέαμα των πλουσιοπάροχων γηπέδων του λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ως το φανταχτερό χαλάκι κάτω από το οποίο παίζονται μεγάλες συμφωνίες και κρύβονται χιλιάδες προβλήματα (η αυξανόμενη τάση της χρησιμοποίησης του ποδοσφαίρου για τη δημιουργία καλής φήμης, το γνωστό πλέον sportswashing, το οποίο βεβαίως λειτουργεί κατά κόρον και στην πατρίδα μας). Ποιος να τολμήσει, όμως, να πει τι;
Ελλάδα των ολιγαρχών, των εφοπλιστών, των καναλαρχών και των ιδιοκτητών ομάδων…
Το άθλημα πλέον χειραγωγείται και ελέγχεται 100% από τα οικονομικά συμφέροντα, οικονομικές και πολιτικές σκοπιμότητες και σε ένα μεγάλο βαθμό σε χώρες που δεν υπάρχει σοβαρό οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο – όπως δυστυχώς και στην Ελλάδα – από το ποδόσφαιρο αναδύεται μία… μπόχα από φαινόμενα δωροδοκιών, διαφθοράς, διαπλοκής και εν τέλει εγκληματικών οργανώσεων που κατευθύνονται από τους ολιγάρχες που αποτελούν τους «ταγούς» του αθλήματος.
Και για να μη νομίζετε ότι μασάω τα λόγια μου, πάρτε έναν προς έναν τους ιδιοκτήτες – προέδρους των λαοφιλέστερων ομάδων… Έχουν όλοι κοινό προφίλ: εφοπλιστές, καναλάρχες, με ισχυρές συνδέσεις με την κυβέρνηση, αλλά και με σκοτεινές επαφές και ιστορίες να τους συνοδεύουν…
Όλοι αυτοί χρησιμοποιούν εξόφθαλμα την επιρροή που τους παρέχεται από την ομάδα που διοικούν για προσωπικά συμφέροντα, αφήνοντας όλους εμάς τους φιλάθλους στα… κάγκελα για το «αν ήταν ή όχι πέναλτι»…
Υπάρχει χώρος για ρομαντισμό;
Προσωπικά, εγώ που πρόλαβα και έζησα μία πιο αγνή περίοδο του φανταστικού αυτού αθλήματος, δεν μπορώ να διανοηθώ σήμερα τη διείσδυση των συμφερόντων και του κέρδους σε κάθε επίπεδο του ποδοσφαίρου. Δεν υπάρχει φανέλα, δεν υπάρχει ιδεολογία, παρά μόνο σκοπιμότητα. Ένα μόνο μικρό μέρος των φιλάθλων συνεχίζουν να έχουν υγιή χαρακτηριστικά, αφού μάλιστα ένα κομμάτι των οργανωμένων οπαδών καθοδηγείται από σκοπιμότητες, πετώντας στον κάλαθο των αχρήστων την ιδέα του φίλαθλου πνεύματος.
Παλαιότερα, μπορώ να θυμηθώ πολλές περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που έπαιζαν για τη φανέλα και ό,τι αυτή αντιπροσώπευε για τον καθένα, αλλά και κάθε σύλλογο, ξεχωριστά. Σήμερα τα χρήματα και πολλές φορές άλλα, «ανώτερα» συμφέροντα καθορίζουν την πορεία ενός ποδοσφαιριστή. Και αν κάποιος βρεθεί να αψηφήσει αυτήν την πραγματικότητα, μάλλον αντιμετωπίζεται σαν… ανόητα ρομαντικός από πολύ κόσμο, παρά σαν παράδειγμα προς μίμηση…
Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου ποδοσφαιριστή είναι αυτή του Τεζί Σαβανιέ. Ο αρχηγός της γαλλικής Μονπελιέ ακόμα κρατάει ζωντανή λίγη από τη φλόγα του ποδοσφαίρου που αγαπήσαμε. Ο Ρομά στην καταγωγή Σαβανιέ, συνεχίζει να θέτει ως προτεραιότητα αυτά που αξίζουν πραγματικά στη ζωή, αλλά και στο ποδόσφαιρο. (την ιστορία του μπορείτε να διαβάσετε στην ιστοσελίδα του Συλλόγου μας πατώντας εδώ και μάλιστα αποτέλεσε την «πηγή έμπνευσης» για το συγκεκριμένο σημείωμα).
Against modern football (ενάντια στο σύγχρονο ποδόσφαιρο)
Στη σημερινή άκρατη εμπορευματοποίηση ποδοσφαιριστών, συλλόγων, διοργανώσεων και του ίδιου του αθλήματος, μια διαδικασία που έχει επιταχυνθεί τις τελευταίες δεκαετίες με την είσοδο τεράστιων χρηματικών ποσών και πολύπλοκων χρηματοπιστωτικών και πολιτικών συμφερόντων στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, το να είσαι ποδοσφαιρόφιλος και παράλληλα να κατανοείς τα συμφέροντα που το έχουν κατακλύσει (και το πιθανότερο και την αγαπημένη σου ομάδα) δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το να είσαι ποδοσφαιρόφιλος σήμερα έχει να κάνει με τη διαχείριση του πώς αυτές οι δυνάμεις μεταβάλλουν κάτι που αγαπάς, πώς κάτι πολύ ουσιώδες χάνεται από το ίδιο το παιχνίδι.
Φορείς απόψεων ξενοφοβίας, ρατσισμού, φασιστικών και εθνικιστικών ιδεολογημάτων εκμεταλλεύονται κοινωνικά προβλήματα και αδιέξοδα του καπιταλισμού για να προωθούν τις δηλητηριώδεις ιδέες και πρακτικές τους. Η ύπαρξη και δράση τέτοιων πυρήνων δεν είναι μια «συγκυρία», ούτε «γέννημα» του ποδοσφαίρου. Το χρησιμοποιούν λόγω της μαζικότητας, αλλά και κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που έχει. Θεωρούν τις κερκίδες γόνιμο έδαφος.
Καθώς το ποδόσφαιρο γίνεται μια παγκόσμια επιχείρηση, απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τη σέντρα τα σαββατοκύριακα στο γήπεδο της ομάδας σου. Η εισβολή τεράστιων χρηματικών ποσών, κρατικών συμφερόντων και την παγκόσμιας εμπορευματοποίησης κυριαρχούν… Αν αυτές οι συνθήκες φαίνονται εδραιωμένες για τα καλά, η ερώτηση είναι γιατί να αγαπάς κάτι σαν αυτό που το ποδόσφαιρο έχει καταλήξει να είναι…;
Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον έτσι όπως είναι σήμερα η κατάσταση, γιατί αν συνεχίσουμε σε αυτό το ρυθμό, είναι βέβαιο πως το λαοφιλέστερο άθλημα στον κόσμο, οδεύει προς παρακμή. Αν όλοι οι φίλαθλοι αντιληφθούν τον κίνδυνο αυτόν και πιέσουν και επηρεάσουν τους ιθύνοντες, ώστε να μπουν κάποιοι αυστηροί κανόνες και ρήτρες, έστω στην επαγγελματική του λειτουργία, ίσως ακόμα προλαβαίνουμε να σώσουμε οτιδήποτε αν σώζεται…
Όσο θα συνεχίζεται η ασυδοσία του «μοντέρνου ποδοσφαίρου», τόσο λιγότερους θα αφορά, θα οδηγείται σε έναν αργό θάνατο και θα απομείνουν ελάχιστοι να φωνάζουν και να τσακώνονται για την «ομάδα» και την «ιδέα» της…
Όλοι εμείς οι αγνοί φίλαθλοι, που αντιλαμβανόμαστε το ποδόσφαιρο ως ένα μέσο άθλησης, ψυχαγωγίας, κοινωνικοποίησης και ελεύθερης έκφρασης, οραματιζόμαστε ένα ποδόσφαιρο μακριά από τους κανόνες του χυδαίου ανταγωνισμού.
Ο σπουδαίος συγγραφέας Αλμπέρ Καμύ δήλωνε χαρακτηριστικά: «Όσα γνωρίζω περί ηθικής τα οφείλω στο ποδόσφαιρο». Σίγουρα δεν εννοούσε το μοντέρνο ποδόσφαιρο των πολυεθνικών, των τεράστιων οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων, του ξεπλύματος, του sportwashing, των ρατσιστών οπαδών, των αναβολικών, του τζόγου και όλων αυτών των παθογενειών που ρημάζουν τόσο το άθλημα, αλλά και συνολικά τις κοινωνίες του σήμερα. Αυτό το χαμένο νόημα του ποδοσφαίρου καλούμαστε να βρούμε εμείς και οι επόμενες γενιές.