Αξιοκρατία και Πολιτική – Δύο έννοιες άρτια συνδεδεμένες, αλλά παντελώς αποκομμένες στην ελληνική πραγματικότητα

Αξιοκρατία (ορισμός) : η επιλογή, προώθηση ή επικράτηση εκείνων που αντικειμενικά είναι και θεωρούνται οι πιο άξιοι και ικανοί

Σαράντος Φιλιππόπουλος

Η απουσία αξιοκρατίας στην επιλογή των πολιτικών προσώπων που κυβερνούν την Ελλάδα αποτελεί ένα διαχρονικό και μείζον έλλειμμα στην πολιτική ζωή της χώρας μας, προερχόμενο μάλιστα από τις απαρχές του νεοελληνικού κράτους και το οποίο διατρέχει το σύνολο της σύγχρονης ιστορίας της πατρίδας μας.

Η παθογένεια αυτή έχει τις βαθιές ρίζες της στην απελευθέρωση της Ελλάδας, τότε που πολλοί από αυτούς που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση, θέλησαν να εξαργυρώσουν τις υπηρεσίες τους προς την πατρίδα λαμβάνοντας υψηλές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Αυτή η διαδικασία δούναι και λαβείν, το γνωστό ρουσφέτι και κυρίως ο εμποτισμός της ιδεολογίας του ρουσφετιού στις βάσεις του ελληνικού κράτους, εξελίχθηκε σε αυτό που ονομάζουμε «γκουβέρνο». Δηλαδή οι αξιωματούχοι του κρατικού μηχανισμού να έχουν το άτυπο αλλά ισχυρά εδραιωμένο προνόμιο να διορίζουν συγγενείς και φίλους… Μία κατάσταση που εν πολλοίς επικρατεί μέχρι και στις μέρες μας.

Δυστυχώς για αυτήν την παθογένεια ίσχυσε ο νόμος του Μέντελ της κληρονομικότητας. Για δεκαετίες ολόκληρες, οι ισχυρές ελληνικές οικογένειες μεταβιβάζουν το προνόμιο αυτό στους γόνους, τα ανίψια, τους εγγονούς τους και έπεται συνέχεια. Και βέβαια αυτό το φαινόμενο έχει τραγικές συνέπειες στην αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης του ελληνικού κράτους και, όπως πάντα, το μάρμαρο το πληρώνει πολύ ακριβά ο ελληνικός λαός, αφού ακόμα και αν ένας πολιτικός είχε πράγματι ικανότητες, δεν είναι σύνηθες (και φυσιολογικό) οι απόγονοί του να έχουν αντίστοιχες δυνατότητες και ικανότητες.

Τα πολιτικά σόγια μετεξελίχθηκαν σταδιακά σε πολιτικά… τζάκια και συνεχίζουν να ταλαιπωρούν για περίπου 2 αιώνες την ελληνική πολιτική ζωή. Παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς το θέμα τίθεται στο επίκεντρο των παθογενειών της πολιτικής κατάστασης, δυστυχώς τα πολιτικά τζάκια ήταν πάντοτε διαπλεκόμενα με τα ΜΜΕ – παλαιότερα και σύγχρονα- και τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και μάλιστα έχουν επιτύχει να είναι ισχυρά εδραιωμένα ακόμα και στη συνείδηση του απλού λαού, με αποτέλεσμα να τους δίνεται πάντα η δυνατότητα να επικρατήσουν σε βάρος της αξιοκρατίας της διακυβέρνησης της χώρας.

 

Διαπλοκή και lifestyle

Ένας ακόμα αναχρονιστικός, σημαντικός παράγοντας υποβάθμισης της ελληνικής πολιτικής ζωής που συμβάλλει στην αναξιοκρατία, είναι η ισχύς της εξουσίας και της διαπλοκής. Η εξουσία σήμερα είναι συνυφασμένη με τους έχοντες τα σκήπτρα στα ΜΜΕ, τους έχοντες μεγάλη οικονομική δύναμη, ουσιαστικά δηλαδή τους ολιγάρχες. Αυτή η διαδικασία κατάληψης και διατήρησης της εξουσίας με αυτόν τον τρόπο είναι που ονομάζουμε συνοπτικά διαπλοκή. Η διαπλοκή έχει τεράστια ισχύ, ελέγχει και ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις αναλόγως με το ποιος εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.

Η διαπλοκή, λοιπόν, έχει τη δυνατότητα να αναδεικνύει τους πολιτικούς πρωταγωνιστές σύμφωνα με τα δικά της πρότυπα. Ένα φαινόμενο που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια είναι ο έλεγχος και η διαχείριση του λεγόμενου lifestyle. Είναι ένας τομέας που απευθύνεται σε χαμηλά κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά στρώματα, τα επηρεάζει, τα ελέγχει και μέσα από αυτή τη διαδικασία έχει τη δυνατότητα να παρουσιάζει κατά διαστήματα πολιτικούς-προϊόντα του lifestyle, αλλά και να προβάλλει τα πολιτικά πρόσωπα της επιλογής της διαπλοκής προκειμένου να τους δίνεται άκοπα η δυνατότητα εκλογής.

 

Απουσία ιδεολογίας + lifestyle = Διαφθορά

Μετά το σκάνδαλο Καϊλή που ξέσπασε στις Βρυξέλλες, τελευταία γίνεται πολύς θόρυβος για τη διαφθορά των πολιτικών. Ουδεμία έκπληξη : όταν δεν υφίσταται αξιοκρατία, είναι νόμος ότι θα προκύψει διαφθορά.

Όταν δεν υφίσταται ικανότητα στην πολιτική ζωή της χώρας, οι επιπτώσεις είναι σαφείς στη διακυβέρνηση, στο νομοθετικό έργο, στο στρεβλό τρόπο καταμερισμού του πλούτου. Και δυστυχώς, ιδιαίτερα η νέα γενιά των πολιτικών εντάχθηκαν σε αυτό το χώρο με τη σημαία της ευκαιρίας για εύκολο και γρήγορο πλουτισμό και αναγνώριση, με την απληστία και όχι τη διάθεση προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο, ως το κυρίαρχο κίνητρό τους.

Επειδή έχω την ιδιοτροπία να παρακολουθώ εδώ και χρόνια τα τεκταινόμενα της πολιτικής και των πολιτικών, γνωρίζω το βίο και την πολιτεία της κ. Καϊλή που πρόσφατα η φήμη της ξεπέρασε τα σύνορα της πατρίδας μας και επί σειρά ημερών η Ευρώπη συζητά για τα κατορθώματά της.

Ελπίζω οι περισσότεροι να μην… πέσατε από τα σύννεφα, αφού η περίπτωση της κ. Καϊλή δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά αντίθετα πρόκειται για ένα «μοντέλο» που έχει πολλά αντίγραφα, αφού εντάχθηκε στην πολιτική από πολύ μικρή ηλικία με πλείστες προσωπικές φιλοδοξίες, βοηθούμενη από την εμφάνισή της. Προωθήθηκε από πολιτικούς κύκλους, πρωτίστως από το περιβάλλον του κ. Βαγγέλη Βενιζέλου. Και με μία «εξπρές» πορεία κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής σε εξαιρετικά νεαρή ηλικία αρχικά και εν συνεχεία να… ανοίξει τα φτερά της για την ευρωπαϊκή της καριέρα, εκλεγείσα ευρωβουλευτής.

Το προφίλ της κ. Καϊλή ήταν η ανεξέλεγκτη προβολή της στα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, συνυφασμένη με ταξίδια, τηλεοπτικές εκπομπές, εκδηλώσεις lifestyle, ακριβά γούστα και μεγάλη ζωή. Είναι αυτό που λέει και το παλιό άσμα… την πλάνεψε η dolce vita. Με αυτόν τον τρόπο άλλωστε λειτουργεί η προωθητική διαδικασία του lifestyle σε διάττοντες αστέρες της πολιτικής.

Όταν όμως εισέρχεσαι στην πολιτική με αυτά τα εφόδια, όταν το βασικό σου μότο και κίνητρο είναι η γρήγορη και εύκολη ανέλιξη, πρόκειται για τον προθάλαμο της διαφθοράς, τον οποίο γρήγορα διάβηκε η κ. Καϊλή.

Επομένως, όπως έχω τονίσει επανειλημμένα στο παρελθόν και θα συνεχίσω για όσο μπορώ, πολιτική χωρίς ιδεολογία και συνείδηση δεν είναι στην πραγματικότητα πολιτική και έχει ολέθριες συνέπειες. Η λυσσαλέα καταπολέμηση των ιδεολογιών και η κλιμακούμενη παρακμή τους άλλωστε, αποτελεί μία από τις χειρότερες εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών. Αυτή η υπόθεση δεν μπορεί παρά να εξελιχθεί σε απληστία, διαφθορά και εγκληματική δράση. Μόνο κίνητρο ο πλουτισμός και η αναγνωρισιμότητα. Για το λαό και το κοινωνικό σύνολο βέβαια, ούτε λόγος…

 

Οι διεφθαρμένοι Ευρωπαίοι φίλοι μας…

Δυστυχώς βέβαια αυτές τις σκληρές αλήθειες, στην πατρίδα μας τις ζούμε στο έπακρο που έχει καταρρεύσει κάθε έννοια πολιτικού ήθους και αξιοπρέπειας δηλητηριάζοντας την πολιτική ζωή της χώρας.

Ωστόσο, μέσα και από τις πρόσφατες αποκαλύψεις και καθώς το θέμα βρίσκεται ακόμα στην επικαιρότητα και ξετυλίγεται το κουβάρι, δεν πάνε πίσω και οι φίλοι μας… στας Ευρώπας.

Επειδή πολλοί μπορεί να ασχολούνται με τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις, αλλά αντίστοιχοι θεσμοί στη Μητρόπολη της Ευρώπης να μας παραμένουν άγνωστοι – παρά το γεγονός ότι πλέον επηρεάζουν αποφασιστικά τις ζωές μας – τι διαπιστώνουμε τώρα που το σκάνδαλο διαφθοράς βγήκε στη φόρα;

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Ευρωκοινοβουλίου, 20.000 λομπίστες εργάζονται στο παρασκήνιο των διεργασιών του, προκειμένου να εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα και να επηρεάζουν τις αποφάσεις που λαμβάνουν τα ευρωπαϊκά όργανα. Σε αυτούς, προσθέστε και τους «ανεπίσημους» λομπίστες και καταλαβαίνετε την κατάσταση δούναι και λαβείν που επικρατεί στις Βρυξέλλες… Το χρήμα και η ισχύς είναι πάντα η βασική επιδίωξη.

Για να μη γενικεύω, υπάρχουν σίγουρα κάποιοι θεσμικοί παράγοντες που είναι πράγματι αφοσιωμένοι στο έργο τους και επιτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους. Αλλά δυστυχώς πιστεύω – και νομίζω είναι μία γενικευμένη διαπίστωση – ότι πρόκειται για μία μικρή μειοψηφία, αφού η πλειοψηφία είναι εμποτισμένη με το νεποτισμό και τη διαφθορά.

Μας εξέπληξε ευχάριστα η άμεση κινητοποίηση των βελγικών αρχών στην περίπτωση της κ. Καϊλή και των συνεργατών της που τους έπιασαν στα πράσα. Η ετοιμότητα και τα αντανακλαστικά των δικαστικών αρχών ήταν πράγματι αξιέπαινα και αν επιχειρήσουμε σύγκριση με το ελληνικό δικαστικό σώμα, που έχει προβεί σε τόσα ολισθήματα τα τελευταία χρόνια, το πιο πιθανό είναι να… πέσουμε σε κατάθλιψη!

Είναι κάπως παρήγορο ότι στο κέντρο της Ευρώπης, αν κάποιος επιχειρήσει να ξεπεράσει κάποια όρια, υπάρχουν ακόμα ορισμένοι θεσμοί που λειτουργούν και είναι έτοιμοι να τον τιμωρήσουν για τις πράξεις του. Σε αντίθεση με την πατρίδα μας που η ατιμωρησία είναι θεσμός, για αυτό και τα μεγαλύτερα σκάνδαλα και εγκλήματα σε βάρος της χώρας και των πολιτών έχουν μείνει ατιμώρητα.

Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι η υπόθεση της κ. Καϊλη ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Στην πραγματικότητα, οι κορυφαίοι ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι ένα μίγμα ισχύος, συμφερόντων και εξουσίας, αποκομμένοι από τους ευρωπαϊκούς λαούς και με σαφές δημοκρατικό έλλειμμα.

Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι εδώ και χρόνια οι κεντρικοί ευρωπαϊκοί θεσμοί στιγματίζονται από το «φαινόμενο της περιστρεφόμενης πόρτας», με κορυφαίους Ευρωπαίους αξιωματούχους που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων, να λαμβάνουν θέσεις σε αυτά πριν και μετά το τέλος της θητείας τους, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό του πρώην Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, ο οποίος μετά τη λήξη της θητείας του προσελήφθη από την Goldman Sachs, προκαλώντας εύλογα ερωτήματα για την ακεραιότητά του…

Συνεπώς, ούτε εις τας Ευρώπας έχουν λυθεί αυτά τα ζωτικής σημασίας θέματα για τον τρόπο διακυβέρνησης, αφού και εκεί υφίσταται σοβαρό έλλειμμα πολιτικής και πολιτικών.

 

Τι μπορούμε να κάνουμε; Ο Δεκάλογος του ψηφοφόρου

Το ζητούμενο είναι αν τελικά υπάρχει ελπίδα σε αυτήν την κατηφόρα. Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος γιατί αυτήν την περίοδο που κατεδαφίζονται οι ιδεολογίες και το προσωπικό προτάσσεται του συλλογικού, ενώ ταυτόχρονα η υφήλιος συγκλονίζεται από παγκόσμιες γεωπολιτικές εξελίξεις που φέρνουν τα πάνω κάτω. Αυτή η συγκυρία λοιπόν, δύσκολα θα έχει καλή κατάληξη…

Βέβαια, η ιστορία διδάσκει ότι και στις χειρότερες στιγμές πάντα υπάρχουν τα αντανακλαστικά της επιβίωσης των λαών και των κοινωνιών. Ίσως να βρισκόμαστε στην αυγή μίας νέας πραγματικότητας που αλλάζει τον κόσμο ως προς τα κέντρα εξουσίας, ως προς τη συσσώρευση κεφαλαίων και τη γεωπολιτική ισχύ. Μακάρι να βρεθούν φωτισμένοι πολιτικοί που θα θέσουν διαφορετικές προτεραιότητες, για μία παγκόσμια κοινωνία λιγότερο κατακερματισμένη και περισσότερη ισορροπημένη και σταθερή, αφού ως γνωστόν πλούτος υπάρχει, αλλά το μεγάλο πρόβλημα είναι το δίκαιο μοίρασμά του…

Αυτή η παγκόσμια πραγματικότητα βέβαια, δεν αναιρεί τις ατομικές ευθύνες του καθενός. Άλλωστε, καλό είναι να επικεντρωνόμαστε σε αυτά που μπορούμε να επηρεάσουμε, συνεπώς ο καθένας από εμάς ας κοιταχτεί στον καθρέπτη και να αναρωτηθεί.

Οφείλουμε να είμαστε κοινωνικά ευαίσθητοι; Πρέπει να ανεβάσουμε το δείκτη της κοινωνικής προσφοράς και συμμετοχής; Μήπως τελικά πρέπει ο καθένας να αναθεωρήσει τις προτεραιότητές του και να θέσει ως πρώτο κριτήριο στην επιλογή των πολιτικών προσώπων την αξιοκρατία;

Εν όψει και των επικείμενων εκλογών, θα μου επιτρέψετε, κλείνοντας, να παραθέσω το… δεκάλογο του ψηφοφόρου, ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης. Δεν είναι περιοριστικός ο κατάλογος, ο καθένας ας προσθέσει όποιο κριτήριο θεωρεί ότι αξίζει, αρκεί να έχει κοινωνική χροιά και να αποσκοπεί στο γενικό καλό:

Η επιλογή των αυτοδημιούργητων που έχουν εργαστεί, έχουν συμμετάσχει ενεργά στην πραγματικότητα των πολιτών.

Να μην επιβραβεύουμε με την ψήφο μας όσους προβάλλονται συστηματικά από τα ΜΜΕ χωρίς να έχουν τίποτα ουσιαστικό να προσφέρουν

Δεν πρέπει κατά τη γνώμη μου να προτάσσεται πρώτα το ηλικιακό κριτήριο.

Προκειμένου να μπορέσει να κυβερνήσει αποτελεσματικά ένας πολιτικός, θα πρέπει να έχει δώσει δείγματα γραφής για να τον εμπιστευθεί ο πολίτης. Εν ολίγοις ψηφίζουμε υποψηφίους αναγνωρισμένους στο πεδίο τους.

Αποφεύγουμε αυτούς που μιλούν με φράσεις κλισέ (…σηκώνουμε τα μανίκια κ.ά.) και δεν αφήνουμε να παραπλανηθούμε από «μεγάλα λόγια» και «κούφιες υποσχέσεις». Επιλέγουμε προγράμματα απλά και εφαρμόσιμα.

Ψηφίζουμε αυτούς που μας πείθουν με το λόγο τους, που θα τους εμπιστευόμασταν σε μία προσωπική μας υπόθεση.

Επιλέγουμε ανθρώπους με σταθερό πολιτικό προσανατολισμό και όχι «αριβίστες» της πολιτικής που αλλάζουν χώρο και ιδεολογία ανάλογα με το τι εμπίπτει στο στενό προσωπικό τους συμφέρον.

Αξιολογούμε προσωπικές πρακτικές του κάθε υποψηφίου, όπως η στενή επαφή του με τους συμπολίτες του σε όλη την προηγούμενη περίοδο ( και όχι μόνο η «προεκλογική προσέγγιση»).

Ελέγχουμε την αξιοπιστία κάθε υποψηφίου, σε σχέση μάλιστα κυρίως με τις προηγούμενες δεσμεύσεις του και το κατά πόσο αυτές υλοποιήθηκαν. • Τέλος, επιτέλους, ψηφίζουμε… ικανότητα και όχι… επίθετο!

Σαράντος Φιλιππόπουλος