Η ιστορία της εταιρείας «Μαλκότση» είναι από αυτές που περιγράφουν ανάγλυφα την πορεία της ελληνικής βιομηχανίας του 20ού αιώνα. Μια επιχείρηση που γεννήθηκε από το όραμα του Σωκράτη Μαλκότση, ενός σπουδαίου μηχανικού και κατέκτησε τις αγορές με τους εξαιρετικής αντοχής πετρελαιοκινητήρες της, φτάνοντας να παράγει ακόμη και ελληνικά τρακτέρ. Παρά την τεχνολογική υπεροχή και τη φήμη των προϊόντων της, η εταιρεία οδηγήθηκε τελικά σε αφανισμό εξαιτίας οικονομικών δυσκολιών που προκάλεσε η κρατική αδιαφορία.
Οι ρίζες μιας βιομηχανικής αυτοκρατορίας
Η «Μαλκότση» ιδρύθηκε στον Πειραιά το 1934 από τον Σωκράτη Μαλκότση, έναν μηχανολόγο με σπουδές στο ΕΜΠ και στο Πολυτεχνείο της Λιέγης. Στην αρχή, η εταιρεία ασχολήθηκε με γενικά μηχανολογικά έργα και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέλαβε την παραγωγή πυρομαχικών για το Βασιλικό Ναυτικό. Μετά τον πόλεμο, η επιχείρηση αναπτύχθηκε με ταχύτατους ρυθμούς, περνώντας στην κατασκευή ντιζελοκινητήρων και γεωργικών μηχανημάτων.

Ο «αθάνατος» ελληνικός κινητήρας
Κατά τις δεκαετίες ’50 και ’60, οι κινητήρες της «Μαλκότση» έγιναν συνώνυμο αξιοπιστίας και σκληρής εργασίας. Χρησιμοποιήθηκαν ευρέως σε γεωργικά μηχανήματα, καΐκια, αντλίες και άλλες βιομηχανικές χρήσεις, καλύπτοντας με χαμηλό κόστος τις ανάγκες της εποχής. Η εμβληματική μηχανή «ΕΜ» – από τα αρχικά του ονόματος της κόρης του Μαλκότση, Έλσα – αποτέλεσε σημείο αναφοράς: ένας μονοκύλινδρος υδρόψυκτος πετρελαιοκινητήρας 10-12 ίππων, που λειτουργεί ακόμα και σήμερα σε κάποια μέρη της Ελλάδας.
Η εταιρεία προχώρησε στην παραγωγή ελληνικού τρακτέρ, με τεχνική υποστήριξη από βρετανική εταιρεία. Το εγχείρημα όμως συνάντησε ανυπέρβλητα εμπόδια: έλλειψη χρηματοδότησης, απουσία κρατικών κινήτρων και γραφειοκρατικά εμπόδια δεν επέτρεψαν την πλήρη ανάπτυξη της γραμμής παραγωγής.
Το τέλος μιας εποποιίας
Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε με μια κρατική παραγγελία για 1.000 μηχανές που προορίζονταν για στρατιωτικά οχήματα της ΕΛΒΟ. Ο Μαλκότσης χρηματοδότησε την παραγωγή μέσω δανείου από την Εθνική Τράπεζα, παρέδωσε τις μηχανές, αλλά δεν πληρώθηκε ποτέ από το κράτος. Ούτε έγινε δεκτός συμψηφισμός με την τράπεζα, η οποία αξίωνε την πλήρη αποπληρωμή του δανείου. Το αποτέλεσμα: κατάσχεση και λουκέτο στην επιχείρηση.
Όταν η «Μαλκότση» έκλεισε, απασχολούσε 3.000 εργαζομένους και αποτελούσε μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές δυνάμεις της χώρας. Οι μηχανές της, που αρνούνται να «πεθάνουν» ακόμα και σήμερα, φέρουν μια παρακαταθήκη ελληνικής τεχνογνωσίας και αντοχής στον χρόνο. Η φήμη τους ήταν τέτοια που κάποιοι υποστήριξαν πως η… αξιοπιστία τους ευθυνόταν για το οικονομικό τέλος της εταιρείας – αφού δεν υπήρχε λόγος αντικατάστασης των μηχανών.
Η ιστορία του Σωκράτη Μαλκότση και της εταιρείας του αποτελεί μνημείο δημιουργικότητας, σθένους και… της διαχρονικής ελληνικής αγωνίας απέναντι στην κρατική γραφειοκρατία.

