Συνέντευξη με τον κ. Φώτη Χανιωτάκη, έναν άνθρωπο του μόχθου και της εργασίας, ήρωα της καθημερινότητας, ο οποίος εργάστηκε ακάματα στη βιοτεχνία υποδημάτων του, βίωσε “από μέσα” την άνοδο και την πτώση της ελληνικής βιοτεχνίας και μέσα από την τεράστια εμπειρία που απέκτησε, δυστυχώς, δεν έχει λόγους για να αισιοδοξεί…
Στην εποχή του lifestyle, του γρήγορου κέρδους και του ανούσιου, κενού εντυπωσιασμού, τα πρότυπα που προβάλλονται μαζικά από τα ΜΜΕ είναι αυτά των golden boys, των influencers, των επιτυχημένων (δηλαδή… πλούσιων και διαπλεκόμενων) επιχειρηματιών (ολιγαρχών…), των – δήθεν – καλλιτεχνών, αθλητών κ.ο.κ..
Σε αυτή τη στείρα από ουσία, πολιτισμό και ανθρωπιά εποχή, οι άνθρωποι του μόχθου και της πραγματικής αγοράς δε χωρούν στα ρεπορτάζ των εφημερίδων, των ιστοσελίδων και των καναλιών. Αυτοί που εργάζονται αγόγγυστα όλο το χρόνο για να ζήσουν τις οικογένειές τους, που είναι συνεπείς στην εργασία τους, τις φορολογικές τους δηλώσεις, που κάνουν μαραθώνιο στη ζωή τους.
Εμείς όμως στηρίζουμε αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους. Τους ήρωες της διπλανής πόρτας, τους ανθρώπους του κόσμου της εργασίας που στις πλάτες τους στηρίζεται διαχρονικά το οικοδόμημα κάθε κοινωνίας. Ειδικά στην εποχή μας, με το χάσμα μεταξύ πλουσίων και του απλού λαού να μεγεθύνεται συνεχώς, με τις συνθήκες εργασίας και διαβίωσης να επιδεινώνονται διαρκώς για τους πολλούς προς όφελος των λίγων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε όλο τον κόσμο, ο χαρακτηρισμός «ήρωας» αποτυπώνει την πλήρη πραγματικότητα.
Σκεφτήκαμε λοιπόν ότι τα αφιερώματα σε σπουδαίες προσωπικότητες και εντυπωσιακές ιστορίες θα συνεχίζονται για πάντα και δεν έχουν τελειωμό. Αυτή τη φορά όμως αποφασίσαμε να σταθούμε σε έναν άνθρωπο της εργασίας, να του δώσουμε το λόγο προκειμένου να ξεδιπλώσει τη δική του προσωπική ιστορία. Μιλήσαμε με τον κ. Χανιωτάκη, έναν απλό άνθρωπο σαν εμάς κι εσάς, ο οποίος είδε το οικοδόμημα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (τη ραχοκοκαλιά κάποτε της ελληνικής οικονομίας) να καταρρέει υπό το βάρος άλλων, μεγαλύτερων συμφερόντων και της αδιαφορίας της Πολιτείας.
Ο κ. Φώτης Χανιωτάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ανατολή Ιεράπετρας. Αφού τελείωσε το Εξατάξιο Γυμνάσιο αρχικά προσπάθησε να εισέλθει στην ΑΣΟΕΕ και εν συνεχεία εργάστηκε 3 χρόνια σε λογιστήριο μεγάλης τεχνικής εταιρείας. Ταυτόχρονα όμως ικανοποίησε και την… καλλιτεχνική του πλευρά με τα μαθήματα που παρακολούθησε στη Σχολή ΒΑΚΑΛΟ σαν διακοσμητής. Όλα αυτά τα στοιχεία τα συνδύασε στην «τέχνη» στην οποία, εν τέλει, αφοσιώθηκε στο υπόλοιπο της ζωής του: την υποδηματοποιία. Εμείς τον συναντήσαμε και μιλήσαμε μαζί του για την πορεία του στην υποδηματοποιία, την επιχείρηση που διατηρούσε, τα «χρυσά χρόνια της βιοτεχνίας» στην Ελλάδα, αλλά και την παρακμή της.
Καλησπέρα σας κ. Χανιωτάκη και σας ευχαριστούμε θερμά που δεχτήκατε να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη. Ο Σύλλογός μας αρέσκεται να παρουσιάζει ιστορίες συνανθρώπων μας που μέσα από τη σκληρή πραγματικότητα της καθημερινότητας μπορούν με την εμπειρία τους να μας διδάξουν πολλά.
Καλησπέρα σας. Σας ευχαριστώ κι εγώ για το ενδιαφέρον σας και τα καλά σας λόγια.
Κατά τη διάρκεια του εργασιακού σας βίου υπήρξατε για δεκαετίες υποδηματοποιός. Επομένως γνωρίζετε πλήρως όλες τις πλευρές του επαγγέλματος, ενώ έχετε ζήσει και τις καλές και τις κακές εποχές του χώρου αυτού. Για να τα πάρουμε από τη αρχή, πώς οδηγηθήκατε να ασχοληθείτε με την υποδηματοποιία;
Με κάποια δόση τύχης, θα έλεγα, τουλάχιστον στην αρχή. Παντρεύτηκα το 1973 και από την οικογένεια της συζύγου υπήρχε μία βιοτεχνία υποδημάτων. Τυχαία τότε μερικές φορές ασχολήθηκα με το είδος, το οποίο όμως μου διέγειρε πολύ το ενδιαφέρον γιατί είναι ένα προϊόν με απεριόριστες διακυμάνσεις.
Το ξεκίνημα πώς ήταν; Ισχύει το κάθε αρχή και δύσκολη και σε αυτήν την περίπτωση; Από όσο γνωρίζουμε, ήσασταν και πελάτης της ΙΟΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ.
Το 1974 ξεκίνησα πολύ σιγά, με πολλές δυσκολίες. Σαν καινούργιος στις τράπεζες βρήκα στήριξη από την ΙΟΝΙΚΗ Μοσχάτου, στην οδό Μακρυγιάννη, οι οποίοι στην αρχή με πλησίασαν ανθρώπινα. Τολμώ να πω ότι η τράπεζα αυτή είχε – τρόπος του λέγειν – ανθρώπινα χαρακτηριστικά! Στις συνδιαλλαγές μου με τους υπαλλήλους της ΙΟΝΙΚΗΣ και συναδέλφους σας πραγματικά ένιωθα ότι ήταν με δικούς μου ανθρώπους. Ειλικρινά θεωρούσα την ΙΟΝΙΚΗ σαν την οικογένειά μου στον επιχειρηματικό τομέα.
Πόσο μεγάλη ήταν η βιοτεχνία που διατηρούσατε; Πόσο προσωπικό απασχολούσε;
Η οικογενειακή μας επιχείρηση που διατηρούσαμε έφτασε στο απόγειό της να κάνει ετήσιο τζίρο 2.200.000 ευρώ και είχε πάντα 20-25 άτομα προσωπικό, υπαλληλικό και εργατικό.
Τι παπούτσια κατασκευάζατε;
Από casual μέχρι βραδινά και από flat παπούτσια μέχρι και 10ποντα τακούνια. Πάντα όμως δερμάτινα, εσωτερικά και εξωτερικά.
Για να γινόμαστε κι εμείς… σοφότεροι και επειδή πλέον η αγορά κατακλύζεται από εκατοντάδες, κυριολεκτικά, επιλογές, ποια είναι τα στοιχεία που πρέπει να προσέχει ένας καταναλωτής στα παπούτσια για να καταλαβαίνει την ποιότητα και την ανθεκτικότητά τους;
Για μένα πρέπει να προσέχει ο καταναλωτής τον επιχειρηματία από τον οποίο αγοράζει. Αν υπάρχει σοβαρότητα και επαγγελματισμός. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι πριν από 20 μέρες ήρθε μία κυρία και μου έφερε ένα παπούτσι που έβγαζα πριν από 15 χρόνια. Ήταν γερό απ’ έξω και είχε φαγωθεί το τακούνι. Μου ζήτησε να της αλλάξω το τακούνι. Αν όμως της άλλαζα το τακούνι σε παπούτσι που είχε κρατήσει 15ετία, θα ήμουν έρμαιο της τύχης μου! Πιστεύω ότι οι καταναλωτές πρέπει να εμπιστεύονται τους επαγγελματίες από τους οποίους ψωνίζουν.
Μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας μία ιστορία που να σας σημάδεψε από το επάγγελμά σας;
Το 1976 βρέθηκε ένας Καναδοεβραίος που ζητούσε να κατασκευάσει παπούτσια στην Ελλάδα. Επέλεξε εμένα και άλλες τρεις βιοτεχνίες πιο παλιές. Βγάλαμε δειγματολόγιο, τα πήρε μαζί του και ένα μήνα μετά ήρθαν οι πρώτες παραγγελίες και μία πίστωση στην ΙΟΝΙΚΗ Μοσχάτου 30.000 $. Τότε λοιπόν και η ΙΟΝΙΚΗ με πλησίασε τελείως διαφορετικά και έτσι ξεκίνησε η άνοδός μου σαν βιοτεχνία. Μηχανολογικός εξοπλισμός, επέκταση χώρου κατασκευής κ.λπ.. Συστήσαμε μία εταιρεία με τη σύζυγό μου. Η συνεργασία μας με την ΙΟΝΙΚΗ όλα αυτά τα χρόνια ήταν άριστη. Όταν αργότερα έγινε Alpha Bank, στην αρχή δεν είδα διαφορά. Δυστυχώς όμως, με την πάροδο του χρόνου η προσωπική επαφή άρχισε να χάνεται.
Εσείς πώς βιώσατε την άνοδο και την πτώση της ελληνικής βιοτεχνίας; Την περίοδο της μεγάλης ακμής της, ποιοι ήταν οι βασικοί παράγοντες που συνετέλεσαν στην ανάπτυξή της ώστε να φτάσει τότε να έχει ακόμα και μεγάλες εξαγωγικές δυνατότητες;
Τότε ο κλάδος ήκμαζε. Το 1979-1980 σε ακτίνα 1 χλμ. από τη βιοτεχνία μας υπήρχαν 30 βιοτεχνίες – βιομηχανίες. Μετά το 2000 δεν ξέρω αν υπήρχαν 5… Από στοιχεία που έχω δει του Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, το 1992 σε όλη την επικράτεια υπήρχαν 2.600 βιοτεχνίες – βιομηχανίες. Σήμερα δεν ξέρω αν υπάρχουν στο σύνολο 30-35!
Ένα καλό παράδειγμα στο χώρο κατασκευής υποδημάτων ήταν η Πορτογαλία η οποία έδωσε ΕΣΠΑ τα οποία αξιοποιήθηκαν στο 100% στο αντικείμενο και όχι όπως εδώ, που μόνο στο χώρο δεν πήγαν… Θα μου πείτε, σήμερα η Πορτογαλία πηγαίνει καλά; Όχι, αλλά από εμάς πολύ καλύτερα.
Πότε ξεκίνησε η πτώση; Ποιοι λόγοι, αντίστοιχα, συνετέλεσαν σε αυτήν την παρακμή;
Η παρακμή της κατασκευής υποδημάτων ξεκίνησε το 1994 όταν άρχισαν έντονα οι εισαγωγές με χαμηλότερο κόστος. Συνετέλεσαν σε μεγάλο βαθμό και οι τράπεζες που δε στήριξαν την υποδηματοποιία αφού μόλις άκουγαν το προϊόν που παράγεις σε απέρριπταν.
Γιατί πλέον η ελληνική αγορά έχει κατακλυστεί από εισαγόμενα παπούτσια;
Η Πολιτεία έχει εγκαταλείψει τους κατασκευαστές, οι εισαγωγές είναι ανεξέλεγκτες. Από τότε που στην πράξη καταργήθηκε η επιγραφή made in Greece, άλλαξε το τοπίο. Μπορούσε κάποιος να εισάγει παπούτσι από οπουδήποτε, να αλλάζει μόνο τον πάτο εσωτερικά και να βάζει στη σόλα made in Greece. Η βασική αιτία βεβαίως είναι η παγκοσμιοποίηση των αγορών. Από τότε που άνοιξαν τα σύνορα και μπορούσε ο καθένας να εισάγει ό,τι ήθελε.
Παράλληλα, ωστόσο, να αναφέρω και μία ακόμα αιτία. Δεν υπάρχει η ανάλογη παιδεία στον καταναλωτή. Τι εννοώ. Εγώ πάντα επιδιώκω να αγοράζω, όσο μπορώ, ελληνικά προϊόντα για αλληλεγγύη στους Έλληνες κατασκευαστές και για την ποιότητα που προσφέρουν. Δεν κατανοούν οι περισσότεροι ότι αγοράζοντας από το εξωτερικό εισαγόμενα, στην πραγματικότητα κόβουν το ίδιο τους το μεροκάματο… Χρειάζεται παιδεία σε αυτό το θέμα, αλλά δυστυχώς πλέον κανείς δεν το αναδεικνύει.
Τι έγινε με τη δική σας επιχείρηση; Λειτουργεί ακόμα;
Εμάς η επιχείρησή μας σταμάτησε να παράγει τον Ιούνιο του 2024 και λειτουργεί πλέον μόνο εμπορικά.
Υπάρχει κατάστημα;
Ναι, στη Γλυφάδα, στην οδό Μεταξά 39. Έχουμε και e-shop στη διεύθυνση www.chaniotakis.com.
Ποια είναι η κατάσταση της υποδηματοποιίας στην υπόλοιπη Ευρώπη;
Αυτή τη στιγμή όλη η Ευρώπη κατασκευαστικά στο χώρο είναι σε δεινή κατάσταση, αν εξαιρέσεις λίγο την Ισπανία και την Πορτογαλία που κι αυτές δεν έχουν καμία σχέση με την πρότερη κατάσταση.
Υπάρχει ελπίδα για αντιστροφή της σημερινής παρακμής; Και αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;
Τώρα αν με ρωτάτε αν υπάρχει ελπίδα αναστροφής, για μένα δεν υπάρχει καμία. Ούτε σε φαντασίωση δεν μπορώ να πιστέψω ότι μπορεί να υπάρξει αναστροφή! Για μένα για να γίνει αναστροφή θέλει νέο ξεκίνημα.
Απαιτούνται κάποιες σοβαρές προϋποθέσεις και προσπάθειες.
• Να ιδρυθεί μία σχολή υποδηματοποιίας που θα βγάζει παιδιά με τις βασικές γνώσεις της τέχνης αυτής.
• Να υπάρξουν ειδικά τραπεζικά προγράμματα και χρηματοδότηση με χαμηλότοκα δάνεια.
• Ανθρώπινες εισφορές.
• Το κράτος να ακουμπά πραγματικά στα προβλήματα των βιοτεχνών.
Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Εμείς ήμασταν εκθέτες σε πολλές εκθέσεις του Μιλάνου και του Παρισιού. Μας στοίχιζε πάντα πολλά χρήματα. Σε μία άλλη εταιρεία από τη Ρουμανία που έτυχε να ήταν δίπλα μας πλήρωνε το κράτος όλο το πακέτο των εκθέσεων, ακόμα και τη διαμονή τους! Εδώ, δεν υπάρχει καμία τέτοια πιθανότητα!
Έχοντας πίσω σας την πολυετή πορεία σας ως βιοτέχνης, πώς αξιολογείτε τη συνδρομή της Πολιτείας και των τραπεζών στην ελληνική βιοτεχνία και βιομηχανία;
Αν με ρωτάτε να αξιολογήσω τη συνδρομή της Πολιτείας και Τραπεζών, με άριστα το 10, ο βαθμός που βάζω είναι 0! Θα αναφερθώ και σε δύο περιστατικά από τα πολλά που έζησα που αναδεικνύουν την απουσία στήριξης της Πολιτείας. Το 2017 η εταιρεία μας είχε τη μορφή Α.Ε.. Και ενώ πληρώνονταν οι εισφορές κανονικά κάθε μήνα των διοικητικών μελών, έρχεται μια μέρα ένα χαρτί που μας ζητά να πληρώσουμε πρόσθετη εισφορά διοικητικών μελών 16.800 ευρώ. Αυτή είναι συμπεριφορά κράτους που θέλει να στηρίξει το χώρο της βιοτεχνίας; Στην Ιταλία είχα διάφορους συνεργάτες. Θα αναφερθώ σε ένα συνεργάτη που έφτιαχνε κάποια καλούπια. Ήταν στη Φλωρεντία σε ένα πολύ μικρό χώρο και πλήρωνε 2.500 ευρώ ενοίκιο. Είχε κάνει αίτηση για βιοτεχνικό πάρκο. Αποτέλεσμα; Του έδωσαν ένα χώρο 1.000 τ.μ.! Ένας χώρος φανταστικός και όταν μου είπε ότι πλήρωνε 1.200 ευρώ ενοίκιο δεν το πίστευα!
Αυτή η πρόνοια από πλευράς Πολιτείας για να συνδράμει την ανάπτυξη της βιοτεχνίας και της βιομηχανίας στη χώρα μας δεν υπάρχει. Είναι πάρα πολλά που πρέπει να γίνουν και τώρα που είμαστε σχεδόν στο μηδέν, δε νομίζω να μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη. Δεν υπάρχει καμία ελπίδα αναστροφής…
Θέλουμε να ευχαριστήσουμε τον κ. Χανιωτάκη για το χρόνο του και τη συνέντευξη που μας παραχώρησε. Δεν είναι τυχαίο ότι αναφέρθηκε στην ΙΟΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ που τον στήριξε από τα πρώτα του βήματα… Έχουμε τονίσει επανειλημμένα τη μοναδική κουλτούρα ανθρώπινης επαφής της ΙΟΝΙΚΗΣ με τους πελάτες της, αφού ήταν σαφώς η τράπεζα με τον ανθρώπινο πρόσωπο και μας χαροποιεί ιδιαιτέρως το γεγονός ότι αυτή η αναγνώριση συνεχίζει να υφίσταται μέχρι σήμερα. Άλλωστε, η φλόγα της ΙΟΝΙΚΗΣ που ακόμα σιγοκαίει στις καρδιές όσων εργάστηκαν ή συνεργάστηκαν μαζί της, είναι και το εφαλτήριο και το μεγαλύτερο κίνητρο για την προσπάθεια επανασύστασής της! Γιατί, σε αντίθεση με το μοντέλο που επιχειρείται να κυριαρχήσει – το απόλυτα τεχνοκρατικό – αυτοματοποιημένο μοντέλο – οι τράπεζες στην πραγματικότητα χρειάζονται να αποκαταστήσουν την ανθρωποκεντρική προσέγγιση και αυτό το στοιχείο μπορεί να το επαναφέρει καλύτερα από τον καθένα η ΙΟΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ!
Βέβαια, δε μας χαροποιεί καθόλου η κατάσταση στην οποία έχει βρεθεί πλέον η ελληνική οικονομία και ο λαός μας που πιέζεται εδώ και χρόνια από διάφορα μεγαλοσυμφέροντα και δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι! Οι πικρές αλήθειες που μας ανέφερε ο κ. Χανιωτάκης – ένας άνθρωπος με τεράστια εμπειρία που δεν τον ενδιαφέρει να «χαϊδέψει» τα αυτιά κανενός – αντικατοπτρίζουν τις δύσκολες εποχές που ζούμε και – ακόμα χειρότερα – την απουσία προοπτικής για ένα καλύτερο μέλλον.
Θα διαφωνήσουμε με τον κ. Χανιωτάκη μόνο σε ένα πράγμα. Ναι, πράγματι, όπως είναι η κατάσταση σήμερα και αν δεν αλλάξει κάτι ριζικά, δεν υπάρχει ελπίδα ανάκαμψης. Ωστόσο, εμείς θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε ότι η λαϊκή αφύπνιση και οι αγώνες για ένα καλύτερο αύριο, μπορούν, σταδιακά και με κόπους και θυσίες, να αντιστρέψουν την κατάσταση και να δημιουργήσουν προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον!