Σαν σήμερα το 1859 δημοσιεύθηκε το θεμελιώδες έργο του Δαρβίνου «Η καταγωγή των ειδών»

Η καταγωγή των ειδών: Το έργο του Κάρολου Δαρβίνου που άλλαξε για πάντα την εξελικτική βιολογία

 

Πριν από 165 χρόνια, στις 24 Νοεμβρίου του 1859, εκδόθηκε το επιστημονικό σύγγραμμα που μελλοντικά άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε την εξέλιξη των ειδών και εισήγαγε την θεωρία πως οι πληθυσμοί εξελίσσονται από γενιά σε γενιά, με την διαδικασία της φυσικής επιλογής. Η μελέτη αυτή ονομάζεται «Η καταγωγή των Ειδών» και την οφείλουμε στον διάσημο φυσιοδίφη και επιστήμονα, Κάρολο Δαρβίνο.

Σε μία εποχή όπου η λέξη εξέλιξη θεωρείτο οριακά αιρετική, ο Δαρβίνος επέλεγε τις λέξεις του με μεγάλη προσοχή και φρόντισε πουθενά στο έργο του να μην εισάγει την λέξη αυτή. Παρόλη την προσοχή του στις λεπτομέρειες, η οποία καθυστέρησε την έκδοση του έργου για περίπου 20 χρόνια, η Εκκλησία το στιγμάτισε από τις πρώτες κιόλας μέρες της κυκλοφορίας του.

Ο λόγος για αυτή την κριτική στάση της Εκκλησίας ήταν καθαρά ιδεολογικός. Πριν τη δημοσίευση του έργου τού Δαρβίνου, η εξήγηση της προέλευσης της ζωής προερχόταν από την σχολή της φυσικής θεολογίας του 17ου αιώνα και τον Δημιουργισμό. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, η φύση αποτελούσε πηγή γνώσης για τον Θεό, ο οποίος αποκαλυπτόταν μέσα από την ομορφιά και την οργάνωση του φυσικού κόσμου.

Κατά τις αντιλήψεις της εποχής, ο κόσμος είχε ηλικία μερικών χιλιάδων ετών και είχε υποστεί τουλάχιστον μία μεγάλη φυσική καταστροφή στην ιστορία του, γεγονός που εξηγούσε την ύπαρξη απολιθωμάτων που ανήκαν σε εξαφανισμένα είδη. Η πολυπλοκότητα και η τάξη του φυσικού κόσμου μπορούσε να εξηγηθεί μόνο ως έργο του Θεού δημιουργού.

 

Η Καταγωγή των Ειδών

Όταν ο Δαρβίνος παρουσίασε την θεωρία της εξέλιξής του, που δεν ανέφερε ξεκάθαρα και όσο οι θρησκευτικοί κύκλοι θα ήθελαν την συμμετοχή του Θεού στην καταγωγή των ειδών, ήταν επόμενο να υπάρξουν αντιδράσεις. Παρόλα αυτά, το υπόλοιπο κοινό της εποχής του ενστερνίστηκε την θεωρία του, η οποία έμεινε στην ιστορία και έγινε η βάση της εξελικτικής βιολογίας.

Τι μας έμαθε όμως η θεωρία που άλλαξε όσα ήξεραν οι επιστήμονες της εποχής, κατακρίθηκε όσο καμία και επηρέασε έντονα την επιστήμη της βιολογίας;

Στις αρχές του 19ου αιώνα, στην προσπάθειά τους να κατατάξουν τα είδη, αρκετοί φυσιοδίφες παρατήρησαν κάποιες αλλαγές, που τους δυσκόλευαν να τα τοποθετήσουν σε συγκεκριμένη κατηγορία και ποικιλία. Ένας από αυτούς τους μελετητές, ο Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ, ενέπνευσε έντονα την μελέτη του Δαρβίνου, καθώς είχε αναπτύξει την θεωρία της μετάλλαξης των ειδών.

Ο Δαρβίνος βασίστηκε σε πλήθος επιστημονικών γνώσεων και παρατηρήσεων της εποχής του, χωρίς τις οποίες θα ήταν μάλλον αδύνατο να γράψει την Καταγωγή των Ειδών. Βέβαια, το μεγαλύτερο υλικό τού το έδωσαν οι προσωπικές του παρατηρήσεις από τα ταξίδια και τις μελέτες του. Όλη η δουλειά και η 20ετής προετοιμασία τού έργου του, χάρισε στην επιστημονική κοινότητα μία εξαιρετικά τεκμηριωμένη θεωρία.

Από την εισαγωγή ακόμα, μαθαίνουμε ότι ο Δαρβίνος συνέλαβε για πρώτη φορά τη θεωρία του όταν ταξίδευε στον κόσμο ως φυσιοδίφης και ξεκίνησε να συλλέγει δεδομένα για να την υποστηρίξει. Μας λέει ακόμα πως είχε γράψει ένα πρόχειρο προσχέδιο του έργου του πολλά χρόνια νωρίτερα.

Τι λέει η θεωρία του Δαρβίνου με απλά λόγια;

Ο πυρήνας της θεωρίας του, όπως ξετυλίγεται στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου, μπορεί να γίνει κατανοητός πολύ εύκολα, και αυτό ήταν το ζητούμενο για τον Δαρβίνο. Να εκδώσει ένα σύγγραμμα απλό και κατανοητό για όλους. Αυτό που σίγουρα δεν μας λέει η θεωρία του, είναι το πως ο άνθρωπος προήλθε από τον χιμπατζή. Η συχνή αυτή παρανόηση προκύπτει από την διαπίστωση του Δαρβίνου, πως κάποια είδη έχουν κοινούς προγόνους. Αυτό υποστήριξε και για τον άνθρωπο και τους χιμπατζήδες, πως έχουν κοινό πρόγονο, και όχι πως είμαστε η μετεξέλιξη τους!

Σύμφωνα με τον γνωστό φυσιοδίφη, τα φυτά και τα ζώα παράγουν περισσότερους «απογόνους» από όσους μπορεί να συντηρήσει η φύση σε κάθε γενιά. Αυτοί οι απόγονοι όμως, διαφέρουν ως προς την εμφάνιση και τα φυσικά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά και μπορούν να μεταδώσουν αυτή την παραλλαγή και στην επόμενη γενιά.

Αυτά τα νέα «άτομα» όπως παρατήρησε, ταιριάζουν καλύτερα με το περιβάλλον τους και έχουν έτσι ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Αυτό δεν είναι άλλο, από τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιβίωσης, γεγονός που συνεπάγεται την μεταφορά των δικών τους χαρακτηριστικών στις επόμενες γενιές.

Μπορεί το έργο του τα πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας του να μην γνώρισε επιτυχία και να χλευάστηκε, κατά την διάρκεια των ετών και με την πρόοδο των μελετών όμως, αναδείχτηκε σε ένα θεμελιώδες κείμενο των βιολογικών επιστημών που επηρέασε κάθε είδους άλλους κλάδους, συμπεριλαμβανομένης της ανθρωπολογίας, των θρησκευτικών αλλά και των κλασικών σπουδών.

 

Η εξελικτική θεωρία και ο Δημιουργισμός

Ο Δαρβίνος γνώριζε καλά ότι η θεωρία του θα ήταν δύσκολο να γίνει αποδεκτή από όσους πιστεύουν στην αρχή της ζωής από έναν Δημιουργό. Για να καταρρίψει όμως αυτές τις απόψεις, σε όλο το βιβλίο, ασχολείται επανειλημμένα με Δημιουργιστικές απόψεις και δείχνει ότι είναι ασυμβίβαστες με τα αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκουμε στην φύση.

Ο Δαρβίνος στην πραγματικότητα δεν ήταν ποτέ ενάντια στην ιδέα του θεϊκού δημιουργού. Αυτό που έκανε ήταν να τοποθετήσει την επιστημονική θέαση του κόσμου, μέσα σε μια καθαρά θρησκευτική κοσμοθεωρία. Στον επίλογο του βιβλίου του δηλώνει χαρακτηριστικά: «Θα πρέπει να συμπεράνω από την αναλογία ότι πιθανώς όλα τα οργανικά όντα που έζησαν ποτέ σε αυτή τη γη έχουν προέλθει από κάποια αρχέγονη μορφή, στην οποία η ζωή εμφυσήθηκε για πρώτη φορά από τον Δημιουργό».

Με αυτά του λόγια εξηγούσε πως ενώ η ζωή δημιουργήθηκε για πρώτη φορά από έναν Θεό, αργότερα αφέθηκε στους νόμους της μετάλλαξης, της παραλλαγής και της φυσικής επιλογής, των εξελικτικών δηλαδή δυνάμεων που μας παρουσιάζει στην μελέτη του ο Δαρβίνος.

Παρά την προσπάθεια του να γεφυρώσει τη θρησκεία με την επιστημονική γνώση, το έργο του και πάλι μεταφράστηκε ως επίθεση στη θρησκεία και βλασφημία προς τον Δημιουργό και το δόγμα της δημιουργίας του ανθρώπου από τον Θεό, κατ’ εικόνα του.

Οι απόψεις του Δαρβίνου σίγουρα έφεραν επανάσταση. Ωστόσο, πριν μπορέσουν να το κάνουν, έπρεπε να γίνουν αρχικά αποδεκτές ως βάσιμα γεγονότα. Όταν έγινε και αυτό, ο Δαρβίνος είχε τελικά πετύχει μία σημαντική ανακάλυψη στον τομέα της εξελικτικής επιστήμης. Πλέον, κανένας μελετητής της βιολογίας δεν αμφισβητεί το γεγονός πως η προέλευση των ειδών βασίζεται ακριβώς σε αυτές τις τρεις εξελικτικές δυνάμεις που περιέγραψε ο Δαρβίνος!

 

Πηγή : https://www.monopoli.gr/

Της Ειρήνης Μωραΐτη