Βασίλης Φωτόπουλος, αθόρυβος μα σπουδαίος ζωγράφος, σκηνογράφος — ενδυματολόγος

Όταν ένα καλλιτεχνικό έργο (θεατρικό, κινηματογραφικό, μουσικό) παραδίδεται στο κοινό, συνήθως έχουν εμπλακεί στη δημιουργία του αρκετοί καλλιτέχνες, ο καθένας από το μετερίζι του. Βέβαια, τα |φώτα της δημοσιότητας» συνήθως πέφτουν μόνο σε ορισμένους από αυτούς, που έχουν τους πιο «επιφανείς» ρόλους στη δημιουργία του έργου.

Ωστόσο, πίσω από αυτούς, πολλοί σπουδαίοι καλλιτέχνες έχουν αφιερώσει το χρόνο, την έμπνευση, την εργασία και το ταλέντο τους για το τελικό αποτέλεσμα.

Στο θέατρο και τον κινηματογράφο ειδικά, ο ρόλος του σκηνογράφου – ενδυματολόγου είναι ιδιαίτερα σημαντικός, αν και συχνά δεν του δίνεται η σημασία που θα του άξιζε. Για του λόγου το αληθές, είναι βέβαιο ότι οι περισσότεροι από εσάς αγνοείτε το όνομα του Βασίλη Φωτόπουλου, του σπουδαίου, αθόρυβου σκηνογράφου – ενδυματολόγου, ζωγράφου, ο οποίος… έβαλε το χεράκι του σε σπουδαίες θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες, ενώ βεβαίως, έχει τιμηθεί και με Όσκαρ (!) και έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 2007:

 —————————————————————————————————–

Ο σπουδαίος ζωγράφος, σκηνογράφος — ενδυματολόγος, τιμημένος με Όσκαρ (1964, για τον «Ζορμπά» του Μ. Κακογιάννη), Βασίλης Φωτόπουλος, γεννήθηκε το  1934 στην Καλαμάτα,

Με τη μητέρα και τον αδελφό του, Διονύση (επίσης σπουδαίος σκηνογράφος), έρχονται στην Αθήνα, όπου σπουδάζει ζωγραφική, είχε προηγηθεί η μαθητεία στον Καλαματιανό ζωγράφο Ευάγγελο Δράκο, ενώ ως έφηβος είχε μυηθεί στη βυζαντινή αγιογραφία.  Η πρώτη του «έκθεση» είναι τα σκιτσάκια του στο περιοδικό «Κυνηγετικά Νέα».

Η πρώτη του επαφή με το θέατρο ήταν τα μεροκάματα που έκανε βάφοντας τα σκηνικά για τον επιθεωρησιακό θίασο του «Ακροπόλ» και στο θέατρο «Μπουρνέλλη». Το 1958, ο Κωστής Μπαστιάς, τότε διευθυντής της Λυρικής, του αναθέτει τη σκηνογραφία και τον σχεδιασμό των κοστουμιών για την όπερα του Τζ. Μπ. Περγκολέζι «Η υπηρέτρια κυρά». Ήταν η απαρχή της συνεργασίας του με την ΕΛΣ ως σκηνογράφου και ενδυματολόγου. Δεν αρκέστηκε όμως στο σταθερό αυτό πόστο, αλλά άρχισε να ταξιδεύει στο εξωτερικό, για να δει από κοντά τις εξελίξεις στα εικαστικά και το θέατρο.

Το 1960 φεύγει από τη Λυρική και ταξιδεύει σ’ όλη την Ευρώπη παρακολουθώντας τις εικαστικές εξελίξεις. Το 1962 συνεργάζεται με τους Μ. Θεοδωράκη, Μ. Κακογιάννη και Μποστ στην «Όμορφη Πόλη». Το 1963 συνεργάζεται με τον Ηλία Καζάν, αναλαμβάνοντας μαζί με τον Τζιν Κάλαχαν την καλλιτεχνική διεύθυνση στο «Αμέρικα-Αμέρικα». Από το 1967 έως τη Μεταπολίτευση μένει στην Αμερική, κάνοντας πολλές κινηματογραφικές και θεατρικές σκηνογραφίες. Το 1973 ήρθε στην Ελλάδα για να σκηνοθετήσει την ταινία «Ορέστης» (με σκηνικά-κοστούμια του αδελφού του Διονύση). Επιστρέφοντας οριστικά στην Ελλάδα συνεργάστηκε με τους Ζυλ Ντασσέν-Μελίνα Μερκούρη στην μπρεχτική «Όπερα της Πεντάρας» και μέχρι το 1996 συνεργάζεται με τα κρατικά θέατρα και πολλούς σημαντικούς θιάσους.

Από το 1980 αφοσιώνεται στη ζωγραφική. Περιηγείται σε μοναστήρια όλης της χώρας, δουλεύοντας ως ανώνυμος αγιογράφος. Ατομικές εκθέσεις του έχουν γίνει στο Μουσείο Βορρέ (1991), στις «Νέες Μορφές» (1996), στην γκαλερί «Ζουμπουλάκη» (1999). Μεγάλο αφιέρωμα στο έργο του και στου αδελφού του έκανε το 1997 ο «Μύλος» της Θεσσαλονίκης. Έργα του υπάρχουν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές.

Έχοντας διαμορφώσει το δικό του κεφάλαιο στην ελληνική και διεθνή σκηνογραφία, με διάσημες κινηματογραφικές δουλειές και ιστορικές θεατρικές συνεργασίες, σταμάτησε τη σκηνογραφική του πορεία στη δεκαετία του‘90. Σημαντικότατο είναι και το ζωγραφικό του έργο, επηρεασμένο από τη σκηνογραφία και την ενασχόλησή του με την αγιογραφία.

Ο Βασίλης Φωτόπουλος έφυγε από τη ζωή το 2007, στα 73 του χρόνια.

 

Πηγή : https://atexnos.gr/