
Αόρατοι ήρωες : Κώστας Γεωργάκης – Από το facebook της συναδέλφισσας Νίνας Δρούγκα
- Posted by Σαράντος Φιλιππόπουλος
- On 21 Σεπτεμβρίου, 2020
- 0 Comments
Έχουμε επισημάνει επανειλημμένα ότι είναι όμορφο να μιλάμε για τις αξίες και τα υψηλά ιδανικά, όπως η δημοκρατία και η ελευθερία, αλλά δεν είναι καθόλου εύκολο να τα εφαρμόζουμε και να τα υπερασπιζόμαστε όταν αυτά κινδυνεύουν.
Γιατί ποτέ δεν πρέπει να τα λαμβάνουμε ως δεδομένα, αφού ο αγώνας για την ελευθερία και τη δημοκρατία είναι μία διαρκής διαδικασία και προσπάθεια που δε θα τελειώσει ποτέ. Στη χώρα μας μοιάζει να το έχουμε λησμονήσει αυτό…
Όπως έχουμε λησμονήσει και τους αόρατους ήρωες που αγωνίστηκαν με τίμημα πολλές φορές ακόμα και τη ζωή τους για αυτά τα ιδανικά.
Ένας από αυτούς είναι και ο Κώστας Γεωργάκης. Αλήθεια, σε πόσους από εμάς το άκουσμα του ονόματός του θυμίζει απ’ ευθείας την ιστορία του έλληνα φοιτητή που αυτοπυρπολήθηκε στη Γένοβα πριν από 50 χρόνια ακριβώς (19 Σεπτεμβρίου 1970) για να καταγγείλει τη χούντα;;;;
Η συναδέλφισσα Nίνα Δρούγκα όμως, από την Εθνική Τράπεζα, δεν είναι από αυτούς που λησμονούν, αλλά από αυτούς που κατανοούν το χρέος τους απέναντι στο ύψιστο ιδανικό της ελευθερίας. Βρήκαμε αυτήν την ανάρτηση στη σελίδα της στο facebook για την ιστορία αυτού του σπουδαίου «αόρατου ήρωα» και θεωρήσαμε κι εμείς χρέος μας να τη δημοσιεύσουμε.
Όπως είναι χρέος κάθε πολίτη, κάθε ανθρώπου που αγαπά την ελευθερία του, να μην αφήνεται, να μην ξεχνά και να δρα για την υπεράσπισή της, αφού μάλιστα από ό,τι φαίνεται το ελληνικό κράτος προτιμά να τιμά άλλους κι άλλους (καμιά φορά ακόμα και προδότες της ελευθερίας, όπως έχουμε αναδείξει και στην υπόθεση της μετονομασίας του στρατοπέδου των Τρικάλων), παρά τους ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους για αυτήν….
Αόρατοι ήρωες.
Ήταν στις 19 Σεπτεμβρίου του 1970, πριν από μισό αιώνα ακριβώς.
Γιατί η Ελλάδα που ψάχνει τόσες ευκαιρίες κ αφορμές για πανηγύρια και ταρατατζούμ, δεν έχει κρατήσει αυτήν την ημερομηνία τιμητικά στο καλεντάρι των γενναίων της;
Γιατί εδώ που τιμούνται ακόμα και οι… νεκροί της ΕΡΤ (τι γελοιότητα!), δεν μιλά κανείς γι αυτόν και δεν τον μνημονεύει;
Κώστας Γεωργάκης, λοιπόν. Ποιος ήταν ο Κώστας Γεωργάκης;
Φοιτητής της Γεωλογίας από την Κέρκυρα.
Αυτοπυρπολήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1970 στη Γένοβα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το ανελεύθερο καθεστώς που είχε επιβληθεί από τον Απρίλιο του 1967 στην Ελλάδα.
Ήταν τότε, 22 ετών.
Τον Ιούλιο του ’70 αποκάλυψε ανώνυμα, ότι η χούντα των συνταγματαρχών είχε διεισδύσει με ανθρώπους της στις ελληνικές φοιτητικές οργανώσεις της Ιταλίας.
Η ταυτότητά του έγινε όμως γνωστή.
Φοβούμενος για την τύχη της οικογένειάς του στην Ελλάδα αποφάσισε να κάνει μια εντυπωσιακή ενέργεια, που θα προκαλέσει την προσοχή της διεθνούς κοινής γνώμης για την κατάσταση στην χώρα.
Το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου 1970, ο Κώστας έγραψε ένα γράμμα στον πατέρα του, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Συγχώρεσε με γι’ αυτό που έκανα και μην κλάψεις. Ο γιος σου δεν είναι ήρωας. Είναι άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι, ίσως λίγο πιο φοβισμένος. Δεν θέλω να μπείτε σε κίνδυνο από τις πράξεις μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, παρά να σκέφτομαι και να ενεργώ σαν ελεύθερο άτομο
Φίλα την γη μας, για μένα. »
Αφού τελείωσε το γράμμα, κατευθύνθηκε σε πλατεία της πόλης.
Άνοιξε τρία μπουκάλια βενζίνης που είχε μαζί του.
Έριξε τη βενζίνη στα ρούχα του. Μετά άναψε το σπίρτο.
Εκείνη την ώρα στην πλατεία βρίσκονταν μια ομάδα εργατών καθαριότητας, οι οποίοι έτρεξαν να βοηθήσουν τον έλληνα φοιτητή.
Όταν έφθασαν κοντά του, οι φλόγες είχαν ήδη τυλίξει το σώμα του.
Ακόμα και έτσι, ο Κώστας Γεωργάκης είχε το κουράγιο να φωνάξει:
«Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα!»
Ο ράφτης πατέρας του, δέχτηκε το επόμενο πρωί ένα τηλεφώνημα :
“Πρέπει να έρθεις. Ο Κώστας χτυπήθηκε από αυτοκίνητο και είναι στο νοσοκομείο…”, του είπαν.
Ο ίδιος λοιπόν, περιέγραφε έτσι την σκηνή όταν τελικά οδηγήθηκε στο νεκροτομείο :
«Ήρθε η ώρα αυτή και με συνόδευσε στο νεκροτομείο ο ιερέας.
Μου ζήτησε ο ιατροδικαστής να κάνω αναγνώριση. Ήταν καμένος, κάρβουνο, καμένος μέχρι και τρία εκατοστά βάθος.
Ναι, αυτό είναι το παιδί μου… Αυτός είναι ο Κώστας μου. Έκανα τον σταυρό μου, τον φίλησα και κατέρρευσα»
Η χούντα δεν επέτρεψε τη μεταφορά της σορού του, παρά μόνο μετά από 4 μήνες(!!!) στη διάρκεια των οποίων η σορός του Κώστα παρέμενε άταφη μέσα σε ένα ψυγείο.
Η πράξη του όμως, αφύπνισε τη διεθνή κοινή γνώμη για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος απαθανάτισε τη θυσία του με τους στίχους του:
«Ήσουν η φωτεινή
περίληψη του δράματός μας.
Στην ίδια λαμπάδα,
τ’ αναστάσιμο φως
κι ο επιτάφιος θρήνος μας…»
Στο σημείο της θυσίας του, στην Γένοβα, υπάρχει σήμερα μια μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή στα ιταλικά:
“Η Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα”.
Τον θυμάται; Εσείς, τι λέτε;
Πόσοι δρόμοι στην Αθήνα φέρουν το όνομά του; Το έψαξα: κανένας!
Ένας δρόμος στην Θεσσαλονίκη, ένας στην Κέρκυρα και μια πλατεία πάλι στην Κέρκυρα.
Αυτό είναι όλο, για ένα κράτος όπου δήμαρχοι και άλλοι επίσημοι ονοματοδοτούν δρόμους… πλατείες…γήπεδα, πολλές φορές με αστείες αφορμές και με τον κάθε πρόσκαιρο και ασήμαντο.
Για ένα νέο παιδί που στα 22 του έγινε εκούσια λαμπάδα ελευθερίας, δεν περίσσεψαν πολλά… Δεν πειράζει: οι ήρωες δε νοιάζονται.
Όμως, να, η επιλογή για εκείνα και για εκείνους που διαλέγεις να θυμάσαι και επιλέγεις θρηνήσεις, ίσως να μάρτυρα κάτι για εκείνο που συλλογικά είσαι. Ή, για εκείνο που έχεις καταντήσει.
Αυτή η ανάρτηση λοιπόν, για αυτήν την μνήμη.
Και για την υπενθύμιση, ότι η ελευθερία είναι μαγική γιατί είναι εύθραυστη.
Και η διατήρησή της, δεν έρχεται πάντα δίχως κόστος.
Και πως κανένας άλλος δήθεν “ανώτερος σκοπός” δεν μπορεί να δικαιολογήσει την απώλεια ή την εκούσια παράδοσή της:
ούτε “το καλό του έθνους” , ούτε “η προστασία της θρησκείας μας..”, ούτε “το καλό του λαού και της κοινωνίας”, ούτε μια κάποια “δικαιοσύνη και ισότητα”.
Σε ελεύθερους κόσμους και σε ανοικτές κοινωνίες, όπου η ελευθερία είναι προτεραιότητα, όλα τα άλλα μπορούν να διεκδικηθούν μόνο από τον ελεύθερο άνθρωπο.
Ο μοναδικός ανώτερος σκοπός, είναι η ελευθερία.
Από αυτήν, όλα τα άλλα γεννιούνται. Είναι η μάνα τους.
Για τον Κώστα Γεωργάκη, λοιπόν.
Για τον γενναίο, που υπήρξε “στην ίδια λαμπάδα, το αναστάσιμο φως και ο επιτάφιος θρήνος μας…”
Για αυτόν, τον μεγάλο “αόρατο”.