Η “Πολιτεία” του Πλάτωνα – Του Μιχάλη Κωνσταντή

Ο Μιχάλης Κωνσταντής είναι ένας εξαίρετος φίλος και αναπόσπαστο μέλος της Ιονικής Οικογένειας. Ο νομικός, δημοσιογράφος, διπλωμάτης και λάτρης της λογοτεχνίας Μιχάλης συνεισφέρει τακτικά στην ανανέωση του ενδιαφέροντος και την ποικιλία της θεματολογίας της ιστοσελίδας μας και χαιρόμαστε ιδιαιτέρως που για μία ακόμα φορά μας εμπιστεύτηκε προς δημοσιοποίηση τις σκέψεις του, καθώς οι συνάδελφοι που έχουν την τιμή να τον γνωρίζουν μέσα από τις εκδηλώσεις του Συλλόγου μας, εκφράζουν το θαυμασμό τους για την προσωπικότητα, τη διαύγεια της σκέψης του και τα ποικίλα ενδιαφέροντά του. Νιώθουμε περήφανοι που ένας άνθρωπος με την παιδεία, την επιστημονική συγκρότηση και την ευθεία κριτική ματιά του Μιχάλη, έχει γίνει ένας από εμάς και με μεγάλη μας χαρά παρουσιάζουμε μέσα από την ιστοσελίδα μας τις άρτιες αναλύσεις του.

Επειδή μάλιστα η έκτακτη κατάσταση της καραντίνας και του εγκλεισμού στην οποία βρισκόμαστε απαιτεί την κινητοποίηση του πνεύματός μας προκειμένου να παραμείνουμε υγιείς, ο Μιχάλης αποφάσισε αυτές τις μέρες να ασχοληθεί με ένα από τα σημαντικότερα φιλοσοφικά έργα, την «Πολιτεία» του Πλάτωνα. Διαβάζοντας την «Πολιτεία», μας αναλύει τα βασικά μέρη του έργου και τους νοηματικούς άξονές της, καλώντας μας ουσιαστικά να τη γνωρίσουμε ο καθένας ξεχωριστά.


 

                                              Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ

.

Λίγες μόλις μέρες μετά την… έλευση του κορονοϊού στη χώρα μας υπέβαλα τον εαυτό μου στην βάσανον του εθελουσίου εγκλεισμού, πολύ πριν το αποφασίσει καθολικά η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της  ύπουλη πανδημίας, που εισήλθε ως απρόσκλητος διαρρήκτης στις ζωές και την καθημερινότητα μας. Ο κύριος λόγος του εθελούσιου εγκλεισμού μου, πέραν της εύλογης φοβίας, ήταν η απόφαση μου να καταπιαστώ εμβριθώς (μετά από αρκετές δεκαετίες που πρωτοδιάβασα το μεγαλειώδες αυτό έργο), με την «Πολιτεία» του Πλάτωνος. Ένα επικό έργο, που έχει ασκήσει και συνεχίζει να ασκεί μεγάλη επιρροή τόσο στη φιλοσοφία, όσο και στην πολιτική θεωρία και το οποίο στην προσεγμένη εκδοχή των εκδόσεων «ΠΟΛΙΣ», με εισαγωγικό σημείωμα, μετάφραση και ερμηνευτικά σημειώματα του καθηγητή Ν.Μ. Σκουτερόπουλου, αριθμεί σχεδόν 1.000 σελίδες (940 για την ακρίβεια).

Θα μπορούσε να ήταν και ένα πολύ σπουδαίο λογοτεχνικό έργο, που σε κάθε περίπτωση είναι, όπως και όλα τα έργα του Πλάτωνα, είτε με διάλογο είτε χωρίς. Ιδιαίτερα το ξεκίνημα της «Πολιτείας» είναι εντυπωσιακό, όταν ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο Σωκράτης, εισάγει τον αναγνώστη στο περιβάλλον στο οποίο θα αρχίσει σε λίγο η συζήτηση. Απαριθμεί τα πρόσωπα και όσα διαδραματίζονται,  ωσάν να ξεκινά μια θεατρική παράσταση.

Οι δούλοι του Πολέμαρχου τρέχουν να τον σταματήσουν, ενώ ετοιμάζεται να γυρίσει στην Αθήνα μετά από μια θρησκευτική γιορτή που παρακολούθησε στον Πειραιά μαζί με τον Γλαύκωνα, τον αδελφό του Πλάτωνα. Από πίσω τους τρέχει και ο Πολέμαρχος, ο γιος του Κεφάλου, μέτοικου κατασκευαστή όπλων και πατέρα επίσης του ρήτορα Λυσία (γνωστού για τους περίφημους δικανικούς του λόγους), προκειμένου να τον καλέσει σπίτι του για να φιλοσοφήσουν. Εκεί βρίσκεται ήδη ο Θρασύμαχος, σοφιστής από τη Χαλκηδόνα, ο Κλειτοφών, γιος του Αριστωνύμου, ο Χαρμαντίδης από την Παιανία, ο Νικήρατος, γιος του Νικία, ο Λυσίας και ο Ευθύδημος, παιδιά του Κέφαλου, όπως και ο Πολέμαρχος, ενώ μαζί με τον Σωκράτη φτάνουν στο σπίτι οι μεγαλύτεροι αδερφοί του Πλάτωνα, οι γιοι του Αρίστωνος, Γλαύκων και Αδείμαντος.

Ο Σωκράτης συναντά αρχικά τον Κέφαλο, τον πλούσιο μέτοικο από τις Συρρακούσες, που είχε έρθει στην Αθήνα καλεσμένος από τον Περικλή και απέκτησε πολύ μεγάλη περιουσία ως κατασκευαστής ασπίδων, απασχολώντας στην επιχείρησή του πάνω από εκατό δούλους, ενώ η οικογένεια του θα έχει θλιβερό τέλος (ο γιος του Πολέμαρχος εκτελέστηκε, όταν η Αθήνα έπεσε στα χέρια των Τριάκοντα τυράννων και ο Λυσίας σώθηκε καταφεύγοντας στα Μέγαρα).

Ακολούθως ο Σωκράτης «συγκρούεται» με τον σοφιστή Θρασύμαχο, με τον οικοδεσπότη Πολέμαρχο να συμμετέχει ισότιμα στη συζήτηση, ενώ σιγά-σιγά φεύγουν από το «κάδρο», τόσο ο σοφιστής από τη Χαλκηδόνα, που φαίνεται να διαφωνεί με την «μαιευτική» του Σωκράτη, αλλά και ο «αμφιτρύων» Πολέμαρχος και το ρόλο των «διαλογιζομένων» με τον Αθηναίο φιλόσοφο αναλαμβάνουν αποκλειστικά τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του Πλάτωνα, ο Γλαύκων και ο Αδείμαντος. Όλα τα άλλα πρόσωπα είτε παραμένουν βουβά είτε έχουν φύγει από το σπίτι, όπως ο Θρασύμαχος.

Η συζήτηση, στην ουσία οι μακρότατες τοποθετήσει του Σωκράτη, αποτελούν τη διαχρονική παρακαταθήκη στην ιστορία της φιλοσοφίας και του πνεύματος γενικότερα, ενώ για την «Πολιτεία» του Πλάτωνος γράφτηκαν χιλιάδες βιβλία στο πέρασμα των αιώνων. Η «Πολιτεία» χωρίζεται σε 10 βιβλία. Ο διαχωρισμός δεν προέρχεται από τον Πλάτωνα αλλά από τους μεταγενέστερους εκδότες και μελετητές του. (Ο Μπέρτραντ Ράσελ, ωστόσο, χωρίζει σε τρία τμήματα την «Πολιτεία»: Βιβλία 1-5: περιγραφή της Ιδεώδους Πολιτείας, ξεκινώντας από την προσπάθεια ορισμού της Δικαιοσύνης. Βιβλία 6-7: οι φιλόσοφοι κρίνονται ως οι ιδανικοί άρχοντες της Πολιτείας και δίνεται ορισμός του φιλοσόφου. Βιβλία 8-10: μορφές διακυβέρνησης, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα).

Ο Πλάτωνας γνωρίζει ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται σε ένα κράτος είναι συνάρτηση του ήθους: της αρετής και της δικαιοσύνης, πρωτίστως των αρχόντων (αφού τελικά μόνον ατομικά προσδιορισμένοι άνθρωποι άρχουν και όχι «οι νόμοι» ή «οι ιδέες» ή «ο λαός»), αλλά και της ηθικής ουσίας που θα υπάρχει στους αρχόμενους.

Υπό αυτούς τους όρους η παιδεία προβάλλει ως μια ρεαλιστική δυνατότητα, ίσως η μόνη ρεαλιστική δυνατότητα και ο Πλάτωνας στηρίζει τα πάντα σ’ αυτήν: στην διάπλαση της ηθικής και πνευματικής προσωπικότητας (της μόνης πραγματικής διαλεκτικής σύνθεσης στη ζωή), έχοντας την τραγική επίγνωση ότι αυτό που όλο κι όλο μπορούμε να αντιτάξουμε ως ανάχωμα στην πλημμυρίδα του κακού είναι η γνώση, η αρετή, η ομορφιά.

Στην «Πολιτεία», ο Σωκράτης και οι άλλοι εξέχοντες Αθηναίοι και ξένοι συζητούν τη σημασία της δικαιοσύνης και εξετάζουν κατά πόσο είναι πιο ευτυχισμένος ένας δίκαιος άνθρωπος από έναν άδικο, κατασκευάζοντας μια ουτοπική πολιτεία, την «Καλλίπολη», με κυβερνώντες τους φιλόσοφους-βασιλείς.

Επίσης, συζητούνται μεταξύ άλλων: η φύση του φιλόσοφου, ή «Περί Ιδεών» θεωρία του Πλάτωνα (Αλληγορία του Σπηλαίου), η διαμάχη ανάμεσα στη φιλοσοφία και την ποίηση, η ιδεατή διαπαιδαγώγηση των νέων, η αθανασία της ψυχής και τα κοινά σημεία ανάμεσα στην ανθρώπινη ψυχή και την πόλη.

Η αρχική αρχαιοελληνική ονομασία «Πολιτεία» σημαίνει το δόγμα και τον χαρακτήρα μιας πολιτικής κοινωνίας, δηλαδή το πολίτευμά της. Το όνομα συναντάται πρώτη φορά στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλους, ενώ το έτερο όνομα «Περὶ δικαίου» πιθανώς προσετέθη κατά τον πρώτο αιώνα από τον Θράσυλο (ο οποίος και χώρισε την «Πολιτεία» σε δέκα βιβλία, όχι κατά νόημα αλλά κυρίως κατά μέγεθος ώστε να χωρούν στους παπύρους της τότε εποχής).

Το σκηνικό του διαλόγου τοποθετείται στην κατοικία του Πολέμαρχου στον Πειραιά. Ο δραματικός χρόνος είναι πιθανότατα το 421 π.Χ. και στην αρχή του διαλόγου οι ομιλητές διαφωνούν για το πώς ορίζεται η δικαιοσύνη, καθώς ο γηραιός Κέφαλος την ορίζει ως τιμιότητα στις συναλλαγές και συνέπεια στην απόδοση των χρεών, ενώ ο γιος του, Πολέμαρχος, θεωρεί δικαιοσύνη την απόδοση του καλού στους φίλους και του κακού στους εχθρούς. Ο Θρασύμαχος κρίνει ότι υφίσταται και το δίκαιο του ισχυρότερου και ο Γλαύκων, φέρνοντας ως παράδειγμα το μύθο για το δαχτυλίδι του Γύγη, υποστηρίζει ότι η δικαιοσύνη αποτελεί απλά μια κοινωνική σύμβαση, καθώς και ο δίκαιος και ο άδικος άνθρωπος θα έκαναν την αδικία, αν ήξεραν πως δεν θα τιμωρηθούν, βγάζοντας συμπέρασμα πως είναι προτιμότερο να ζει κανείς «μέσα» στην αδικία.

Ο Σωκράτης εν μέρει συμφωνεί με όλους, ωστόσο δεν δέχεται καμιά από τις προτάσεις ως πλήρως ολοκληρωμένη για να λειτουργήσει ως «ορισμός της δικαιοσύνης». Έτσι, προκειμένου να εξετάσουν το πώς η δικαιοσύνη μπορεί να εφαρμοστεί για τον καθένα και ταυτόχρονα για όλους, ερευνούν το πώς η έννοια της δικαιοσύνης εφαρμόζεται σε ολόκληρη την πόλη.

Η ιδεώδης πολιτεία χαρακτηρίζεται από τέσσερις αρετές: σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη και δικαιοσύνη: ο κάθε ένας στην κοινωνία κάνει αυτό που χρειάζεται, ανάλογα με τον ρόλο του μέσα σε αυτήν, χωρίς να εμποδίζει τη λειτουργία των άλλων και να ξεφεύγει από τα πλαίσια που έχουν οριστεί για τον ίδιο, χωρίς δηλαδή να είναι πολυπράγμων. Για να διατηρήσει τη δικαιοσύνη, που ορίζεται ως ο άξονας της ισορροπίας στην ηθική και πολιτική και εφόσον στην Πολιτεία υπάρχει δικαιοσύνη, η ψυχή του κάθε ατόμου εμφανίζεται αρμονική και χωρίζεται σε τρία μέρη: το «επιθυμητικόν», το οποίο εκφράζει τις βασικές ανάγκες του ατόμου, το «θυμοειδές», που επιχειρεί να τιθασεύσει το «επιθυμητικόν» και το «λογιστικόν», στο οποίο υπακούν τα δύο πρώτα. Τα τρία αυτά μέρη της ψυχής αντιστοιχούν στις ανάλογες τρεις τάξεις της Πολιτείας: το επιθυμητικόν στους «δημιουργούς», το θυμοειδές στους «φύλακες-επίκουρους» και το λογιστικόν στους «φύλακες-άρχοντες». Συνεπώς, η δικαιοσύνη ταυτίζεται με την αρμονία των διαφορετικών μερών της ψυχής.

Τελικά, προς το τέλος του έργου, ο Σωκράτης επανέρχεται στο ζήτημα της σύγκρισης δίκαιου και άδικου ανθρώπου, παραθέτοντας το παράδειγμα του τυράννου Αρδιαίου: αν ο άνθρωπος δεν κάνει καμιά προσπάθεια να θέσει το «επιθυμητικόν» υπό το «λογιστικόν» μέρος, τότε θα έρθει η στιγμή που τελικά θα τιμωρηθεί για τις πράξεις του. Ο τύραννος διαφέρει από τον «φιλόσοφο-βασιλιά» που είναι δίκαιος, αναζητά την αλήθεια, απολαμβάνει τις αληθινές, φιλοσοφικές απολαύσεις και είναι ο μόνος που μπορεί να διακρίνει ποιο πολίτευμα είναι το καλύτερο, καθώς μόνο εκείνος διαβλέπει το Αγαθό.

Ο Σωκράτης «δημιουργεί» μια πόλη όπου υπάρχει ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημα για άνδρες και γυναίκες, ενώ από την ιδεώδη Πολιτεία αποκλείεται εκείνο το κομμάτι των Τεχνών: της ποίησης, της μουσικής και του θεάτρου (τραγωδίας και κωμωδίας), που δεν στοχεύει στη λογική, αλλά στα πάθη. Απορρίπτονται επομένως τα έργα εκείνα που απευθύνονται στο κατώτερο μέρος της ψυχής, που ανατρέπει την αρμονία αν κυριαρχήσει των άλλων δύο. Και που παράλληλα αποτελούν απλά μίμηση της παρούσας ζωής, η οποία με τη σειρά της είναι μόνο μια μίμηση των «αιώνιων ιδεών». Η απαγόρευση αυτή είναι πιο αυστηρή στους φύλακες-επίκουρους και άρχοντες, καθώς πρέπει να αποφεύγουν κάθε είδους διαφθορά.

Η κατάργηση του πλούτου οδηγεί στην παρακμή της παραδοσιακής οικογένειας: κανένα παιδί δεν θα πρέπει να γνωρίζει τους γονείς του και το αντίστροφο, προκειμένου να αποφευχθεί η κληροδότηση, η προσωπική περιουσία και ο νεποτισμός στα δημόσια αξιώματα. Οι άρχοντες σχηματίζουν ζεύγη για αναπαραγωγή, φροντίζοντας όμως να μην υπάρχει ερωτική ασυδοσία. Έτσι, παράγεται σταθερός πληθυσμός, ενώ παράλληλα η κοινωνική συνοχή αυξάνεται, καθώς οι οικογενειακοί δεσμοί εκφράζονται προς όλα τα μέλη της Πολιτείας.

Ο Πλάτωνας χαρακτηριστικά υποστήριζε ότι «όταν οι φιλόσοφοι βασιλέψουν και οι βασιλιάδες φιλοσοφήσουν, μόνο τότε θα ευτυχήσουν οι λαοί». Εφόσον, στο μύθο του σπηλαίου, έχει περιγραφεί η φυγή από το σπήλαιο των απελευθερωμένων δεσμωτών, των φιλοσόφων, κρίνεται πως μόνο αυτοί είναι κατάλληλοι για τη διακυβέρνηση της Πολιτείας, εφόσον έχουν γνωρίσει τον αληθινό κόσμο των Ιδεών, που φωτίζεται από το «Αγαθό».

Όπως ορίζει και το ίδιο το όνομά του, ο Φιλόσοφος-βασιλιάς του Πλάτωνα αγαπά τη σοφία και την αληθινή γνώση, εφόσον γνωρίζει τις Ιδέες. Στην παρομοίωση της Πολιτείας με καράβι ακυβέρνητο, ο ιδιοκτήτης δεν μπορεί να οδηγήσει στη σωτηρία, γιατί ούτε βλέπει ούτε ακούει, καθώς οι ναύτες φιλονικούν μεταξύ τους. Ο φιλόσοφος είναι αυτός που έχει την ικανότητα να οδηγήσει σωστά, παρατηρώντας τους ανέμους, τον ουρανό, τα αστέρια κλπ. Οι ναύτες περιγελούν και αγνοούν τις συνήθειες αυτές, γιατί ποτέ τους δεν έχουν γνωρίσει κάποιον αληθινό φιλόσοφο. (Κατά την εποχή του Διαφωτισμού, ο Βολταίρος ήταν αυτός που εισήγαγε τον όρο «Πεφωτισμένη δεσποτεία», προκειμένου να περιγράψει τη διακυβέρνηση ορισμένων Ευρωπαίων μοναρχών, οι οποίοι υιοθετούσαν τις ιδέες του Διαφωτισμού και κυρίως έδιναν έμφαση στη Λογική με την οποία προσπαθούσαν να διακυβερνήσουν την χώρα τους).

Προκειμένου οι πολίτες της «Καλλίπολης» να διαχωριστούν στις 3 τάξεις, των δημιουργών, των φυλάκων/επίκουρων και των φυλάκων/αρχόντων, ο Πλάτωνας, μέσω των χαρακτήρων του διαλόγου, δηλώνει πως θα ήταν αναγκαίο ένα «γενναίον ψεύδος» για την αυστηρή κοινωνική συνοχή. Θα έπρεπε να πεισθούν ότι είχε προεξοφληθεί το είδος του χαρακτήρα τους, όταν βγήκαν από τα σπλάχνα της γης. Όταν τους δημιουργούσε ο Θεός, τους φύλακες-άρχοντες, τους έφτιαξε από χρυσάφι, τους φύλακες-επίκουρους από ασήμι και τους δημιουργούς από σίδηρο και χαλκό. Ωστόσο, υπάρχει κινητικότητα ανάμεσα στις τάξεις, καθώς η Ιδεώδης Πολιτεία βασίζεται στην αριστοκρατία του πνεύματος. Αν από χρυσούς γονείς γεννιόταν διαφορετικό παιδί ή αντίστροφα, σε κάθε περίπτωση όφειλαν να το στείλουν στην τάξη όπου πραγματικά ανήκε.

Ο Πλάτωνας προτιμούσε κάτι τέτοιο, ακόμη και λάθος, όπου όλοι οι άνθρωποι θα συνέχιζαν ευτυχισμένοι τη ζωή τους, παρά μια δημοκρατία, όπου θα κυριαρχούσε ο όχλος και θα επέρχονταν δυστυχία. Ο χαρακτηρισμός «γενναίον» σχετίζεται µε το σκοπό για τον οποίον λέγεται: να πεισθούν οι πολίτες ότι πρέπει να αισθάνονται αδέλφια για να εξασφαλιστεί η διατήρηση και ευδαιμονία της πόλης. Ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» και στα «Ηθικά Νικομάχεια» επικρίνει τη θεωρία αυτή και υποστηρίζει ότι θα προκαλεί στάσεις (εξεγέρσεις) στην πόλη και δεν θα συμβάλει στην ενότητά της.

Η «Αλληγορία του σπηλαίου» είναι μια προσπάθεια τεκμηρίωσης της θέσης του φιλόσοφου ως βασιλιά στην Ιδεώδη Πολιτεία. Μια ομάδα ανθρώπων ζουν σε ένα σπήλαιο όλη τους τη ζωή, αλυσοδεμένοι σε έναν τοίχο, χωρίς να μπορούν να δουν έξω από το σπήλαιο, ούτε να δουν πίσω τους, όπου βρίσκεται μια φλόγα που φωτίζει τα αντικείμενα, τα οποία κινούνται και ρίχνει τις σκιές τους στα τοιχώματα του σπηλαίου. Οι φυλακισμένοι αρχίζουν να αποδίδουν αυτά τα σχήματα με όρους και έννοιες, ενώ πιστεύουν ότι οι σκιές αυτές είναι πραγματικές.

Το ότι οι φυλακισμένοι, ωστόσο, μπορούν να δουν μόνο τις σκιές αυτές, δεν σημαίνει ότι ο υπαρκτός κόσμος περιορίζεται μόνο μέσα στο σπήλαιο. Αν κάποιοι καταφέρουν να λυθούν από τις αλυσίδες και βγουν από το σπήλαιο, θα τυφλωθούν από τη λάμψη του Ήλιου και θα επιστρέψουν πίσω. Αν, ωστόσο, συνηθίσουν το φως, θα δουν καθαρά τον Ήλιο, που συμβολίζει το Αγαθό, και θα καταλάβουν ότι όσα έβλεπαν μέσα στο σπήλαιο ήταν απλά προβολές, σκιές της αλήθειας. Ίσως σκεφτούν να επιστρέψουν πίσω, από λύπη για τους φυλακισμένους συντρόφους τους. Πίσω στο σπήλαιο, όμως, δεν θα μπορούν να συνηθίσουν στο σκοτάδι και, προσπαθώντας να διδάξουν στους υπόλοιπους την αλήθεια, ίσως δεχτούν το μίσος και την αντίδρασή τους.

                                                        Μορφές διακυβέρνησης

Ο Πλάτων αφιερώνει μεγάλο τμήμα της «Πολιτείας» του στις συζητήσεις σχετικά με την Ιδεώδη Πολιτεία. Ωστόσο, παρέμενε το θέμα του τύπου διακυβέρνησης, οπότε η συζήτηση καταλήγει σε τέσσερα είδη πολιτευμάτων, τα οποία δεν μπορούν να επιβιώσουν: η τιμοκρατία, η ολιγαρχία (πλουτοκρατία), η δημοκρατία και η τυραννία (δεσποτισμός).

Ο Σωκράτης ορίζει την τιμοκρατία ως ένα πολίτευμα, στο οποίο κυβερνούν άτομα που αγαπούν την τιμή και έχουν επιλεχθεί σύμφωνα με τον βαθμό τιμής που κατέχουν στην κοινωνία. Η τιμή συχνά εξισώνεται με τον πλούτο και την ιδιοκτησία, οπότε το «χρυσό» αυτό πολίτευμα θα οδηγούσε στον υλισμό.

Οι πειρασμοί αυτοί δημιουργούν μια σύγχυση ανάμεσα στην τιμή και το οικονομικό καθεστώς, κάτι που θα οδηγούσε στην εμφάνιση της ολιγαρχίας. Ο Σωκράτης υπογραμμίζει ότι ο πλούτος δεν θα βοηθήσει τον καπετάνιο να ελέγξει το πλοίο του. Η αδικία αυτή διαχωρίζει πλούσιους και φτωχούς, δημιουργώντας έτσι ένα περιβάλλον για εγκληματίες και επαίτες. Οι πλούσιοι συνωμοτούν συνεχώς ενάντια των φτωχών και αντίστροφα.

Καθώς μεγαλώνει αυτό το κοινωνικοοικονομικό χάσμα, αυξάνονται και οι εντάσεις ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, δίνοντας χώρο για την εμφάνιση της δημοκρατίας. Οι φτωχοί ανατρέπουν τους άπειρους ολιγαρχικούς και σύντομα παρέχουν ελευθερίες σε όλους τους πολίτες. Κάποιος δημαγωγός σύντομα ανέρχεται για να προστατέψει το δίκιο των κατώτερων τάξεων. Οι άνθρωποι «μεθούν» με τόση ανεξέλεγκτη ελευθερία και έτσι επέρχεται η τυραννία, το πιο καταπιεστικό είδος διακυβέρνησης.

Οι ελευθερίες που αποδόθηκαν στους πολίτες, τους χωρίζουν σε τρεις κοινωνικοοικονομικές τάξεις: την άρχουσα τάξη, τους ανθρώπους του πλούτου και τους απλούς πολίτες, οι οποίοι βλέπουν να απειλούνται οι ελευθερίες τους από την ένταση μεταξύ των δυο πρώτων τάξεων και καταφεύγουν στο δημοκρατικό δημαγωγό, ο οποίος, με τη σειρά του, διαφθείρεται από την εξουσία και γίνεται τύραννος, με τη βοήθεια μιας μικρής ομάδας οπαδών του για την προστασία του και τον απόλυτο έλεγχο.

Η ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι η Ιδεώδης Πολιτεία που περιγράφεται μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με τυραννία, αλλά η τυραννία στην κλασική αρχαιότητα δεν είχε την σημερινή έννοια: ο φιλόσοφος-βασιλιάς που κατέχει την εξουσία δεν δρα με γνώμονα το ίδιο συμφέρον, αλλά είναι αφιερωμένος στο κοινό καλό, καθώς κατέχει τη γνώση και τη σοφία.

Μέσα από τον εσχατολογικό Μύθο του Ηρός, γίνεται η περιγραφή του μεταθανάτιου ταξιδιού του Ηρός, ενός στρατιώτη που πέθανε στη μάχη και επανήλθε στη ζωή πάνω στη νεκρική πυρά της μετενσάρκωσης, των ουράνιων σφαιρών του αστρικού σύμπαντος. Ο Ηρός αντικρίζει τις πύλες του ουρανού και της γης μέσα από τις οποίες ταξιδεύουν οι ψυχές ανάλογα με το αν, κατά τη διάρκεια της ζωής πάνω στη γη, οι άνθρωποι υπήρξαν δίκαιοι ή άδικοι. Κεντρικό σύμβολο αποτελεί το Αδράχτι της Ανάγκης, που σχημάτιζε 8 κύκλους, πάνω σε καθέναν από τους οποίους βρισκόταν μια Σειρήνα που τραγουδούσε μια νότα: όλες μαζί σχημάτιζαν μια αρμονία, τη μουσική των ουράνιων σφαιρών. Εκεί βρίσκονταν και οι 3 Μοίρες (Κλωθώ, Άτροπος, Λάχεσις,), στις οποίες έπρεπε να πάνε οι ψυχές για να επιλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν στην επόμενη ενσάρκωσή τους.

Η ιστορία αυτή επικεντρώνεται στην ιδέα ότι οι ηθικοί άνθρωποι επιβραβεύονται και οι ανήθικοι τιμωρούνται μετά το θάνατό τους. Ο Πλάτωνας έχει επηρεαστεί από παλαιότερες προφορικές παραδόσεις, από τους Ορφικούς και τους Πυθαγόρειους, ενώ σύγχρονοι μελετητές επισημαίνουν επιδράσεις από τη θεωρία του Ινδουϊσμού και του Ζωροαστρισμού.

Εικάζω, τέλος, ότι από τον εσχατολογικό Μύθο του Ηρός εμπνεύσθηκε αρχικά ο μέγιστος Φλωρεντιανός ποιητής Δάντης, τη «Θεία Κωμωδία» του, την οποίαν προσάρμοσε φυσικά στις χριστιανικές δοξασίες της εποχής του για την Κόλαση το Καθαρτήριο και τον Παράδεισο.

Ο Πλάτωνας πέραν της «Πολιτείας» του έγραψε και πολλά άλλα σημαντικά έργα: Τίμαιος, Νόμοι, Φαίδρος, Απολογία, Κρίτων, Γοργίας, Κριτίας, Φαίδων, Πρωταγόρας κλπ. To σύνολο του έργου του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκόσμιων προσωπικοτήτων του πνεύματος όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του, Σωκράτη, και τον μαθητή του, Αριστοτέλη.

Ο Πλάτωνας γεννήθηκε το 427 π.Χ. στην Αθήνα ή, κατά τον Διογένη, στην Αίγινα. Καταγόταν από εύπορη αριστοκρατική αθηναϊκή οικογένεια. Πατέρας του ήταν ο Αρίστων, από το γένος του βασιλιά Κόδρου και μητέρα του η Περικτιόνη, η οποία ήταν αδερφή του Χαρμίδη, ενός από τους Τριάκοντα τυράννους και ανιψιά του Κριτία, επίσης μέλος των Τριάκοντα, με καταγωγή από το γένος του νομοθέτη Σόλωνος. Αδέρφια του ήταν οι Αδείμαντος, Γλαύκων και Ποτώνη. Όταν ο πατέρας του πέθανε, η Περικτιόνη παντρεύτηκε το θείο της, Πυριλάμπη, ο οποίος συνδεόταν φιλικά με τον Περικλή. Ο Πλάτων γνώρισε τον Σωκράτη σε ηλικία 20 ετών και έμεινε κοντά του μέχρι τον θάνατό του (399 π.Χ.).

 

Μιχάλης Κωνσταντής