Οφειλή στον Τίτο Πατρίκιο – Του Μιχάλη Κωνσταντή

Ο Μιχάλης Κωνσταντής είναι γνωστός πλέον σε όλους τους τακτικούς επισκέπτες της ιστοσελίδας μας. Νομικός, δημοσιογράφος, λάτρης της λογοτεχνίας και εκλεκτό μέλος της ιονικής οικογένειας, επανέρχεται με μία “ωδή” σε έναν κορυφαίο σύγχρονο Έλληνα ποιητή, τον Τίτο Πατρίκιο, τον οποίο, όπως μας πληροφορεί, έχει την τιμή να γνωρίζει προσωπικά.

>

>

Οφειλή

«Μέσα από τόσο θάνατο που έπεσε και πέφτει,

πολέμους, εκτελέσεις, δίκες, θάνατο κι άλλο θάνατο

αρρώστια, πείνα, τυχαία δυστυχήματα,

δολοφονίες από πληρωμένους εχθρών και φίλων,

συστηματική υπόσκαψη κ’ έτοιμες νεκρολογίες

είναι σα να μου χαρίστηκε η ζωή που ζω.

Δώρο της τύχης, αν όχι κλοπή απ’ τη ζωή άλλων,

γιατί η σφαίρα που της γλύτωσα δε χάθηκε

μα χτύπησε το άλλο κορμί που βρέθηκε στη θέση μου.

‘Έτσι σα δώρο που δεν άξιζα μου δόθηκε η ζωή

κι όσος καιρός μου μένει

σαν οι νεκροί να μου τον χάρισαν

για να τους ιστορήσω».

>

Αποτελούσε διακαή μου πόθο να τον γνωρίσω από κοντά και να συνομιλήσω μαζί του επί μακρόν για ποίηση και όχι μόνον. Δεν κατέστη δυνατόν στα 35 χρόνια που ήμουν στη μάχιμη δημοσιογραφία, καθώς ανέβαλα διαρκώς αυτή την προοπτική αναζητώντας δήθεν ευθετότερο χρόνο. Μετανιώνω, ιδιαίτερα, που δεν επεδίωξα να κάνω μαζί του μια συνέντευξη, παρόλο που πάντα το σκεφτόμουν και το επιθυμούσα. Ίσως να ένιωθα κάποιο δέος, ίσως και να ήθελα να μελετήσω περισσότερο την ποίησή του, για να μπορώ να αντεπεξέλθω στοιχειωδώς στις απαιτήσεις μιας πολύτιμης συνομιλίας με τον μεγαλύτερο, εν ζωή, Έλληνα ποιητή.

Και ξαφνικά τον είδα μπροστά μου, πέρυσι το καλοκαίρι στο πλοίο για «Άνδρο, Τήνο Μύκονο». Ευθυτενής, ως αιώνιος έφηβος, αλλά και με μια εμβληματική σεμνότητα, στάθηκε μπροστά μου και με ρώτησε αν είναι άδειο το κάθισμα απέναντί μου. Ευτυχώς ήταν άδειο. Κάθισε, έβγαλε ένα δικό του βιβλίο και άρχισε να το φυλλομετρά. Τον παρατηρούσα και φλεγόμουν από επιθυμία να του μιλήσω επιτέλους, αλλά ταυτόχρονα δεν ήθελα να διαταράξω την ηρεμία του. Νιώθοντας πάντα δέος για τον μεγάλο «ποιητή της ήττας».

Το καράβι είχε φτάσει στον «Κάβο Ντόρο» και παρά την «λαδιά» στη θάλασσα δεν έλειπαν οι ήπιοι κλυδωνισμοί που σου θύμιζαν ότι βρίσκεσαι εν πλω. Τον είδα σκεφτικό να κοιτάει από το παράθυρο. Μπορεί να σκεφτόταν τα χρόνια της Μακρονήσου και του Άη Στράτη. Δεν άντεξα και μόλις φάνηκαν οι ακτές της Άνδρου πήγα και κάθισα δίπλα του με σεβασμό, αφού τον ρώτησα αρκετές φορές αν τον ενοχλώ. Με διαβεβαίωσε πως ήταν χαρά του να συνομιλεί με λάτρεις της Λογοτεχνίας. Πήγαινε στην Τήνο, όπου ήταν προσκεκλημένος να μιλήσει σε μια ποιητική εκδήλωση. Δυστυχώς ο χρόνος πέρασε γρήγορα και όταν τον αποχαιρέτησα λίγο πριν εξέλθει από το καράβι για το νησί της Μεγαλόχαρης, ένιωθα ότι είχα χιλιάδες ακόμη πράγματα να ρωτήσω και να μάθω.

Ανταλλάξαμε τηλέφωνα και μιλήσαμε στην Αθήνα κάποιες φορές, αλλά δεν μπορέσαμε να τα πούμε από κοντά λόγω των πολλών υποχρεώσεων που πάντα έχει. Την τελευταία φορά, όμως, που ήμουν στην Μύκονο ο Τίτος Πατρίκιος ήταν προσκεκλημένος στο «νησί των ανέμων» από τη δημοτική αρχή σε μια εκδήλωση προς τιμήν του, με αφορμή και την «παγκόσμια ημέρα ποίησης». Ήμουν εκεί, συνομίλησα μαζί του και είπαμε κάποια πράγματα που δεν προλάβαμε σχεδόν ένα χρόνο πριν, τότε που πήγαινε στην Τήνο.

Ο ποιητής αναφέρθηκε σε ανθρώπους και γεγονότα που τον ενέπνευσαν, διάβασε ποιήματά του απ’ όλη την ποιητική του διαδρομή και συνομίλησε με το κοινό, ενώ προβλήθηκε απόσπασμα του ντοκιμαντέρ του Τάσου Ψαρρά για την ζωή του. Με την άδειά του, αλλά και την επιείκειά του θα επιχειρήσω να κάνω μια σύντομη αναφορά στον σπουδαίο αυτόν απόγονο του Ομήρου, αλλά ακόμη πιο συνοπτικά και στην «ποίηση της ήττας».

>

Ο νεαρός Τίτος Πατρίκιος

Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 1928 και είναι γιος των ηθοποιών Σπύρου Πατρικίου και Λέλας (Ελένης) Σταματοπούλου (κόρη των ηθοποιών Παναγιώτη και Ευδοξίας Σταματοπούλου). Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο το 1946 και στη συνέχεια από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε για κάποιο διάστημα το επάγγελμα του δικηγόρου. Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση με την ΕΠΟΝ και στη συνέχεια με τον ΕΛΑΣ. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των Γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και στον Αϊ-Στράτη (1952-1953).

Σπούδασε Κοινωνιολογία στην École Pratique des Hautes Études στο Παρίσι (1959-1964), όπου αργότερα πήρε μέρος στις αντιδικτατορικές εκδηλώσεις εναντίον της χούντας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα. Εργάστηκε στην έδρα της UNESCO στο Παρίσι και στη Διεθνή Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) στη Ρώμη. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής καθώς και στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.

Στις 6 Νοεμβρίου 2000 ορίστηκε πρόεδρος της ΑΕ Πολιτιστική Ολυμπιάδα με κριτήριο, όπως ανακοινώθηκε, πως πρόκειται για «όχι έναν αιθεροβάμονα ποιητή, αλλά έναν άνθρωπο με δυνατότητες δράσης». Από τη θέση αυτή παραιτήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2001, διότι, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, «θέλει στο εξής να αφιερωθεί απολύτως και χωρίς περισπάσεις στο ποιητικό και γενικότερα στο λογοτεχνικό του έργο». Στις 28 Νοεμβρίου 2000 ήταν ένας από τους δώδεκα Έλληνες ποιητές που έλαβαν μέρος στον «Κύκλο Ελληνικής Ποίησης» που διοργάνωσε το Theatre Moliere, Maison de la Poesie στο Παρίσι, όπου το γαλλικό κοινό είχε την ευκαιρία να συναντήσει τους Έλληνες ποιητές και να γνωρίσει το έργο τους, το οποίο παρουσίασαν γνωστοί Γάλλοι συγγραφείς, κριτικοί και μεταφραστές.

>

Σε μία από τις πολυάριθμες βραβεύσεις του

Το 2001 ήταν ανάμεσα στους συγγραφείς που επελέγησαν να εκπροσωπήσουν τη σύγχρονή ελληνική λογοτεχνία στην «53η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης», όπου η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα. Στις 20 Μαΐου 2002 συμμετείχε μαζί με τους Στρατή Πασχάλη και Στέλιο Ράμφο σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο Ινστιτούτο Γκαίτε με θέμα: «Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ’ ένα μικρόψυχο κόσμο;», στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης.

Στις 12 Απριλίου 2006 παρευρέθηκε στα εγκαίνια του Μουσείου Πολιτικών Εξορίστων Αϊ-Στράτη, όπου και ο ίδιος είχε εξοριστεί (1952-1953). Το Μάρτιο του 2007 έδωσε διάλεξη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στα πλαίσια του κύκλου «Η ελληνική ποίηση σήμερα». Το 2008 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (μαζί με τον Μένη Κουμανταρέα) για το σύνολο του έργου του. «Ποτέ δεν είναι οι μέρες ποιητικές και ακριβώς γι’ αυτό χρειάζεται η ποίηση. Και όσο λιγότερο ποιητικές είναι τόσο πιο κόντρα πρέπει να πηγαίνεις», δήλωσε κατά τη βράβευση ο Τίτος Πατρίκιος. Προβληματισμένος για τις ταραγμένες μέρες που βίωσε η Ελλάδα, πρόσθεσε ότι προσπαθεί να κατανοήσει τα γεγονότα «χωρίς έτοιμες ιδέες και χωρίς να θέλει να ταυτιστεί με τους νέους, παριστάνοντας τον δεκαεξάρη».

>

Συμμετέχει σε δεκάδες εκδηλώσεις για τις Τέχνες, την Ποίηση και τον Πολιτισμό

Στις 6 Ιουλίου 2011 συμμετείχε μαζί με την ποιήτρια Κική Δημουλά σε διάλογο για την Ποίηση στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, διάλογο «εφ’ όλης της ύλης, όχι μόνο της ποιητικής, αλλά και εκείνης από την οποία τρέφεται η ποίηση». «Επειδή όλοι μας έχουμε όλα τα στοιχεία της ψυχολογίας και της ψυχοπαθολογίας, αλλά ελπίζω σε τέτοιο βαθμό που χρειάζεται για να μας ενεργοποιούν, έτσι και εγώ είμαι λίγο σαδομαζοχιστής. Γράφω λοιπόν και γιατί το απολαμβάνω και γιατί με βασανίζει», ανέφερε ο Τίτος Πατρίκιος, μιλώντας για το πώς γράφει ποίηση. Αναφερόμενος στην ποιητική έμπνευση, ο Τίτος Πατρίκιος είπε πως επί χρόνια πίστευε ότι δεν υπάρχει έμπνευση. Ότι όλα είναι μεταφυσικά κατασκευάσματα και ότι αυτό που έχει σημασία και σπουδαιότητα είναι η δουλειά. «Ο Ρίτσος έλεγε ότι αν δεν το γράψεις τουλάχιστον είκοσι φορές ένα ποίημα, δεν μπορείς να καταλήξεις αν τελείωσε ή δεν τελείωσε. Τα τελευταία χρόνια όμως έχω αρχίσει να υποπτεύομαι ότι και η έμπνευση παίζει κάποιο ρόλο, με την έννοια ότι κάποια στιγμή κάτι σου φωτίζεται πιο καθαρά απ’ ό,τι το συνηθισμένο. Σαν να πέφτει στα πράγματα μία λάμψη, αλλά αυτή η λάμψη πάει χαμένη, όταν δεν κάθεσαι να την δουλέψεις. Για να είσαι καλός ποιητής, πρέπει να έχεις και μία ακατάπαυστη ροπή προς την επιπολαιότητα». Το 2016 βραβεύτηκε με το Γαλλικό βραβείο ποίησης, για τη δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων του «Στο οδόφραγμα του χρόνου».

Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό «Ξεκίνημα της Νιότης», ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο «Χωματόδρομος». Ιδρυτικό μέλος του περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης» από το 1954 δημοσίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση (κείμενα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφσκι, Νερούντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς και άλλων) και την πεζογραφία, ενώ τα περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά. Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά.

<

Με την Άλκη Ζέη

Μεγάλωσε στα καμαρίνια του θεάτρου. Είχε δυνατές εικόνες και κάποια αίσθηση μη αρμονίας με τους συνομηλίκους του. Όταν έλεγε στα άλλα παιδιά το επάγγελμα του πατέρα του, πολλές φορές τον κοροϊδεύανε, όπως μου έχει πει. Οι ηθοποιοί εκείνη την εποχή, άλλωστε, δεν είχαν αποκτήσει την κοινωνική καταξίωση που έχουν σήμερα.

Έχει την άποψη ότι οι ποιητές θα πρέπει να κάνουν μια προσπάθεια να φέρουν την ποίηση σε επαφή με τον κόσμο. Όχι να χαμηλώσουν την ποιότητα, αλλά να την κάνουν πιο κατανοητή, όπως συνήθως λέγεται. Και να μιλάνε με τον κόσμο, να διαβάζουν τα ποιήματα τους δημόσια.

Αναφορικά με τη θεματολογία της ποίησής του υπογραμμίζει ότι από την εποχή του Ομήρου τα θέματα που μας απασχολούν είναι ο πόλεμος, η ειρήνη, ο έρωτας, ο θάνατος, η φιλία, η πείνα, η πλησμονή των αγαθών και η λιπαρή χλιδή. Κάθε εποχή δίνει τη δική της απάντηση στα μόνιμα αυτά προβλήματα και τελικά αυτό δίνει η ποίηση, όπως και κάθε τέχνη, προσθέτοντας με έμφαση: «Όλες οι τέχνες κάνουν την ίδια δουλειά με διαφορετικό τρόπο η κάθε μία. Εμένα, ας πούμε, μ’ αρέσει η ζωγραφική και έχω πολλούς φίλους ζωγράφους. Η τελευταία απάντηση που έχω δώσει είναι, ότι η ποίηση δίνει απαντήσεις σε ερωτήματα που δεν έχουν ακόμα τεθεί».

>

Ο μέντορας και φίλος του Γιάννης Ρίτσος, από τον οποίο χρειάστηκε να “χειραφετηθεί” για να χαράξει τη δική του πορεία

Τέλος για τον Ρίτσο, που στα χρόνια της εξορίας ήταν δάσκαλός του και φίλος, σημειώνει: «Υπήρξε πολύ σπουδαίος δάσκαλος για μένα, πολύ φίλος. Συναντηθήκαμε στον Αϊ-Στράτη. Ο Ρίτσος έπαιξε ρόλο δασκάλου σε μια ομάδα νέων λογοτεχνών και μας βοήθησε όλους πάρα πολύ. Όπως βοηθούσε τον κάθε έναν που πήγαινε εκεί να του ζητήσει ψυχολογική υποστήριξη. Ξέρετε, οι άνθρωποι κλεισμένοι τόσα χρόνια εκεί, είχαν στεναχώρια. Ο Ρίτσος έπαιζε ένα ρόλο ψυχολογικού στηρίγματος και άκουγε τους ανθρώπους που πήγαιναν να του πουν τη στεναχώρια τους. Αυτό που δεν έχουν πει για το Ρίτσο είναι ότι αφιέρωνε πολύ χρόνο στους ανθρώπους. Και πηγαίνανε οι χωρικοί να του πούνε τον πόνο τους και τους καταπράυνε. Ο Ρίτσος μου έδωσε μεγάλο στήριγμα στο ξεκίνημα της ποιητικής μου πορείας. Κάποια στιγμή όμως,-γιατί έτσι πρέπει να γίνεται-για να αποκτήσεις ανεξαρτησία, πρέπει να χειραφετηθείς. Και για να χειραφετηθείς πρέπει να “σκοτώσεις” συμβολικά τον πατέρα σου. Και για χίλιους δυο λόγους επήλθε πλήρης ρήξη. Ξανασυναντηθήκαμε μετά από πολλά χρόνια».

 

 

Ο Τίτος Πατρίκιος, που μαζί με τον Μανώλη Αναγνωστάκη και τον Άρη Αλεξάνδρου (αλλά και τον Θανάση Κωσταβάρα, αρχικά) χαρακτηρίσθηκαν «ποιητές της ήττας», πέραν των σπουδαίων έργων που μας άφησαν, διαμόρφωσαν και ένα διαφορετικό ήθος στον χώρο των διανοουμένων της αριστεράς, στα χρόνια μετά το μεγάλο πόλεμο και τον εμφύλιο. Διότι είναι εκείνοι οι ποιητές-πολίτες της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς (που σχηματικά αποκλήθηκε «γενιά της ήττας»), οι οποίοι αντί των δοξαστικών, μαρτυρολογικών και αγιογραφικών στίχων, επέλεξαν τη στάση της τίμιας κριτικής.

>

Σε ηλικία 89 ετών πλέον, αναγνωρισμένος, κορυφαίος Έλληνας ποιητής

Όπως θρυλείται και υπονοείται κάθε φορά που γίνεται λόγος για «ποίηση της ήττας», οι νεαροί τότε αριστεροί μεταπολεμικοί ποιητές (Αναγνωστάκης, Αλεξάνδρου, Πατρίκιος, Κατσαρός, Λειβαδίτης κλπ) εξέφρασαν τον σκεπτικισμό τους για την αριστερά, δηλαδή για τη σταλινική – ζαχαριαδική αντίληψή της που ηττήθηκε στον εμφύλιο. Αυτός ο σκεπτικισμός ήταν που οδήγησε, στη δεκαετία του ’60, μέσα και από την ΕΔΑ, στη δημιουργία του ρεύματος του αντιδογματισμού, απ’ το οποίο αρδεύτηκε μετά την διάσπαση του ΄68 η ανανεωτική αριστερά.

Οι «ποιητές της ήττας», έθεσαν το δάχτυλό τους επί τον τύπον των ήλων. Για να μιλήσουν όχι πια για την πυρκαγιά που θα έκαιγε τον παλιό κόσμο για να βρει τον τόπο του ένας καινούριος, αντάξιος των ανθρώπων και της ελπίδας τους, αλλά για τα αποκαΐδια και τις στάχτες. Γι΄ αυτό και η ποίησή τους κατέχει σήμερα μια τόσο αξιοπρόσεκτη αλλά συνάμα και αξιοσέβαστη θέση στην ελληνική γραμματεία.

>

Μιχάλης Κωνσταντής