
Η μακρά και επίπονη πορεία συγκρότησης του “Κέντρου” – Του Μιχάλη Κωνσταντή
- Posted by Σαράντος Φιλιππόπουλος
- On 30 Ιανουαρίου, 2017
- 0 Comments
Ο Μιχάλης Κωνσταντής είναι ένας εξαίρετος φίλος και μέλος της ιονικής οικογένειας. Ο δικηγόρος στο επάγγελμα Μιχάλης μας έχει κάνει πολλές φορές την τιμή να συμμετάσχει σε εκδηλώσεις του συλλόγου μας, ανελλιπώς δε, δίνει βροντερό παρών στις εκδρομικές μας δραστηριότητες, συμβάλλοντας με την προσωπικότητά του στην καταπληκτική παρέα που έχουμε δημιουργήσει. Νιώθουμε περήφανοι που ένας άνθρωπος με την παιδεία, την επιστημονική συγκρότηση, την ευθεία κριτική ματιά και τη διαύγεια σκέψης του Μιχάλη, έχει γίνει ένας από εμάς και με μεγάλη μας χαρά ανά τακτά χρονικά διαστήματα θα παρουσιάζουμε μέσα από την ιστοσελίδα μας τις άρτιες αναλύσεις πολιτισμικού (βλ. “Αναζητώντας τον Προυστ”), ιστορικού και πολιτικού περιεχομένου που μας αποστέλλει, συμβάλλοντας στο διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μελών της ιονικής οικογένειας.
Η ΜΑΚΡΑ ΚΑΙ ΕΠΙΠΟΝΗ ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ «ΚΕΝΤΡΟΥ»
Η υποχώρηση των κομμάτων της κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας σε πανευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο αποτελεί μια πραγματικότητα που δεν επιδέχεται αμφισβητήσεων. Ανεξάρτητα από τους λόγους και τις αιτίες που την προκάλεσαν και επιτείνουν το φαινόμενο, μπορεί κανείς να υποστηρίξει βάσιμα ότι και στη χώρα μας ο πάλαι ποτέ χώρος του «Κέντρου» έχει συρρικνωθεί δραματικά. Το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα το οποίο στη «Μεταπολίτευση» κυβέρνησε τη χώρα τα περισσότερα χρόνια, βρίσκεται σήμερα μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας κινούμενο σταθερά σε μονοψήφια νούμερα την τελευταία πενταετία. Και συχνά προβάλλεται το αίτημα, πλέον, της δημιουργίας ενός μεγάλου φορέα της κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας, προκειμένου να παίξει το ρόλο που ιστορικά παίζει στην Ελλάδα ο λεγόμενος και μεσαίος χώρος.
Οι αναταράξεις, οι κατακερματισμοί αλλά και οι «παλινορθώσεις» του «Κέντρου» στη χώρα μας, όμως, δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Ο χώρος αυτός υπέστη πολύ χειρότερα στα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατο του Ελευθερίου Βενιζέλου, ενώ στην περίοδο της παντοδυναμίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της Ε.Ρ.Ε. πέρασε κυριολεκτικά από χίλια κύματα. Με τους ηγέτες και τους ηγετίσκους να περισσεύουν, ενώ οι αντιπαραθέσεις σε επίπεδο κορυφής ήταν τόσο έντονες που συχνά φανέρωναν όλες τις παθογένειες του συγκεκριμένου χώρου. Με αποκορύφωμα την «Αποστασία» του 1965, όπου πέραν όλων των άλλων πολιτικών ζητημάτων ανέδειξε και τις εύθραυστες ισορροπίες ενός πολιτικού φορέα, που συγκροτήθηκε ευκαιριακά και με όρους κατάληψης της εξουσίας, αφού στην «Ένωση Κέντρου» συμμετείχαν από στελέχη ακροδεξιών καταβολών, μέχρι και αριστεροί που κινούνταν στις παρυφές της ΕΔΑ.
Ας παρακολουθήσουμε όμως συνοπτικά την μακρά και επίπονη πορεία του Γεωργίου Παπανδρέου για τη συγκρότηση του «Κέντρου», καθώς με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τα γεγονότα και οι καταστάσεις, τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ΄50 και μετά το τέλος του εμφυλίου, δεν ήταν πολύ διαφορετικές με τον σημερινό κατακερματισμό του εν λόγω χώρου, τηρουμένων φυσικά πάντα των αναλογιών.
Σε αντίθεση με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος από τη στιγμή που βρέθηκε στην ηγεσία της παράταξής του παρέμεινε, ουσιαστικά, σε αυτήν μέχρι το θάνατό του, η ανάδειξη του Γεωργίου Παπανδρέου ως επικεφαλής της «προοδευτικής παράταξης», υπήρξε μακρά και επίπονη. Και ουδέποτε δεδομένη, καθώς είχε να αντιπαλέψει με μια σειρά παραγόντων, ενδοπαραταξιακών και εξωγενών, οι φιλοδοξίες και οι εν δυνάμει αρχηγοί πλεόναζαν πάντα, ενώ υπήρχε και μια ιδιότυπη ιεραρχία μετά τον θάνατο του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Έτσι, από μια πλειάδα ηγετικών στελεχών του Κόμματος Φιλελευθέρων, πριν από τον πόλεμο, (όταν σε μικρό χρονικό διάστημα πέθαναν οι περισσότεροι εξ αυτών), στη «μεταπολεμική» περίοδο, ο Γεώργιος Παπανδρέου «βρήκε μπροστά του», τον «γηραιό» πολιτικό Θεμιστοκλή Σοφούλη, τον «Μαύρο Καβαλάρη», Νικόλαο Πλαστήρα, τον πρωθυπουργό «Λονδίνου και Καΐρου», Εμμανουήλ Τσουδερό αλλά και τον γιο του Ελευθερίου Βενιζέλου, Σοφοκλή, που «κληρονόμησε», ουσιαστικά, από τον πατέρα του, το «Κόμμα Φιλελευθέρων».
Ειδικότερα με τον Σοφοκλή Βενιζέλο, ο Αχαιός πολιτικός, θα είχε ομηρικές ενδοπαραταξιακές συγκρούσεις, ουσιαστικά μέχρι το θάνατο του Σοφοκλή, που επήλθε λίγο πριν από τις εκλογές του 1964, στο καράβι με το οποίο επέστρεφε στον Πειραιά, μετά από ομιλία του στα Χανιά, λίγο πριν από τις σημαδιακές αυτές εκλογές, όπου για πρώτη φορά θα επικρατήσει, έστω και οριακά, η Ένωση Κέντρου της Ε.Ρ.Ε.

Η συγκεκριμένη χειραψία δεν αντικατοπτρίζει τη διαχρονική και βαθιά διαίρεση μεταξύ του Γεωργίου Παπανδρέου και του Σοφοκλή Βενιζέλου
Η «διελκυστίνδα» Γ. Παπανδρέου-Σοφοκλή Βενιζέλου υπήρξε μνημειώδης. Ο γιος του Ελευθερίου Βενιζέλου, πριν ασχοληθεί με την πολιτική, εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων. Στο προσκήνιο εμφανίζεται το 1936, μετά το θάνατο του πατέρα του, συμμετέχοντας στη Διοικούσα Επιτροπή του «Κόμματος Φιλελευθέρων». Δεινός παίκτης του μπριτζ -μέλος, μάλιστα, της γαλλικής εθνικής ομάδας- αντιλαμβάνεται την πολιτική ως παίγνιο και αρέσκεται σε κινήσεις παρασκηνιακές, μακριά από το πλήθος των πολιτών. Σ’ αυτή την επιλογή φαίνεται να τον υποχρεώνει κατά βάση, η ρητορική του ένδεια, σε αντίθεση με τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος «σαγήνευε τα πλήθη».
Οι πολιτικές απόψεις του Σοφοκλή Βενιζέλου κινούνται μεταξύ του κλασικού πολιτικού Φιλελευθερισμού και της συντηρητικής Δεξιάς, ενώ κύρια επιδίωξή του υπήρξε πάντα, η συγκρότηση κεντροδεξιού κυβερνητικού σχήματος και η συμμαχία με το Παλάτι. Κατά την τελευταία φάση του εμφυλίου πολέμου, ο Γ. Παπανδρέου είχε παραμείνει επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ηγέτης του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος» είχε αρνηθεί να συμμετάσχει στις συμμαχικές κυβερνήσεις Λαϊκών-Φιλελευθέρων, που είχαν σχηματισθεί υπό την προεδρία του Θεμιστοκλή Σοφούλη. Οι εκλογές της 5ης Μαρτίου του 1950 ανέδειξαν την ΕΠΕΚ του Νικόλαου Πλαστήρα, σχεδόν ισοδύναμη με το Λαϊκό Κόμμα του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη και το Κόμμα Φιλελευθέρων του Σοφοκλή Βενιζέλου. Το κόμμα του Γ. Παπανδρέου κατέλαβε την τέταρτη θέση με 10, 7% των ψήφων και 35 έδρες στη Βουλή.

Ο Νικόλαος Πλαστήρας ως Πρόεδρος της Κυβέρνησης μαζί με τον τότε αντιπρόεδρο Γεώργιο Παπανδρέου στο Γουδί το 1950
Η πρώτη μεγάλη σύγκρουση Γεωργίου Παπανδρέου και Σοφοκλή Βενιζέλου ξεσπάει όταν ο δεύτερος παραβιάζει τη συμφωνία που είχε κάνει μετά τις «αναποτελεσματικές» εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950, με τον πρώτο, καθώς και με τους Νικόλαο Πλαστήρα και Εμμανουήλ Τσουδερό, για τη συγκρότηση κυβέρνησης, υπό την πρωθυπουργία Πλαστήρα. Στις 22 Μαρτίου ο βασιλιάς Παύλος αναθέτει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Βενιζέλο. Οι αρχηγοί των άλλων κομμάτων του Κέντρου τον κατηγορούν για παρασπονδία, η οποία πλήττει την παράταξη. Η εφημερίδα «Ελευθερία» του Πάνου Κόκκα τον χαρακτηρίζει «δούλον της δεξιάς» και τον καλεί «να διασπάσει τον κλοιόν των ιδιοτελών νάνων και να έλθει εις επαφήν με τας μυριάδας των πονεμένων ανθρώπων, που εψήφισαν το Κέντρον». Η κατακραυγή δεν πτοεί τον Βενιζέλο, ο οποίος την επομένη της εντολής σχηματίζει κυβέρνηση, με Αντιπρόεδρο τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Με δηλώσεις του ο Γ. Παπανδρέου κατηγορεί τον Σοφοκλή ότι «η αδίστακτος προσωπική ματαιοδοξία τον ώθησε εις τυχοδιωκτικόν σχηματισμόν κυβερνήσεως και οδηγεί την χώραν εις νέαν δοκιμασίαν». Η κυβέρνηση ήταν βραχύβια, ενώ ο Σοφοκλής ακολούθησε και πάλι, το «αγαπημένο του σπορ», των συχνών εξαφανίσεων στο εξωτερικό και των αιφνίδιων επανεμφανίσεών του.
Το πολιτικό σκηνικό φαίνεται να αλλάζει δραματικά, όταν στις 30 Μαΐου του 1951, ο «στρατάρχης» Αλέξανδρος Παπάγος παραιτείται από την ηγεσία του στρατεύματος, με σαφή πρόθεση να εκμεταλλευτεί την πανθομολογούμενη ισχύ του και να κατέλθει στις επικείμενες εθνικές εκλογές, ως επικεφαλής πολιτικού κόμματος υπό την επωνυμία «Ελληνικός Συναγερμός». Καταφέρνει, μάλιστα, να συγκεντρώσει όλη τη συντηρητική παράταξη, που αποχωρεί από το ήδη κατακερματισμένο Λαϊκό Κόμμα του Κ. Τσαλδάρη, στο οποίο είχε επέλθει νωρίτερα άλλη μια σημαντική μεταβολή, καθώς αποχώρησαν 25 βουλευτές υπό τον Στέφανο Στεφανόπουλο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Με τους οποίους «25» συνενώθηκε στη συνέχεια, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, σε νέο σχηματισμό, που ονομάσθηκε «Λαϊκό-Ενωτικό Κόμμα». Ο Κ. Καραμανλής, βέβαια, θα προσχωρήσει αμέσως στον «Ελληνικό Συναγερμό» του Παπάγου, όπως και οι υπόλοιποι βουλευτές της ομάδας των «25».
Στις εκλογές του 1951 το «Δημοκρατικό-Σοσιαλιστικό Κόμμα» του Γ. Παπανδρέου, θα συγκεντρώσει μόλις το 2,10% των ψήφων και ο ίδιος θα μείνει εκτός Βουλής. Πριν από τις εκλογές είχε επιδιώξει οιονεί ισότιμη συνεργασία με τον Αλέξανδρο Παπάγο, ο οποίος όμως, δεν αποδεχόταν συνεργασίες, αλλά προσχωρήσεις στον «Ελληνικό Συναγερμό». Το νεότευκτο κόμμα του Παπάγου στις ίδιες εκλογές, συγκέντρωσε το 36,53% των ψήφων εκλέγοντας 114 βουλευτές έναντι του 23,49% και 74 εδρών της ΕΠΕΚ του Ν. Πλαστήρα. Το «Κόμμα Φιλελευθέρων» του Σοφοκλή Βενιζέλου έλαβε το 19,04% των ψήφων και 57 έδρες, ενώ το συρρικνωθέν «Λαϊκόν Κόμμα» του Κ. Τσαλδάρη, μόλις το 6% και 2 έδρες. Η συντριπτική ήττα του Γ. Παπανδρέου στις εκλογές του 1951, οφειλόταν κατ’ αρχήν στην πόλωση που επικράτησε, αλλά και στην πολιτική φθορά που εισέπραξε από την έλλειψη αποφασιστικότητας στα μέτρα της εσωτερικής ειρήνευσης και αποκατάστασης της ομαλότητας, μετά τον εμφύλιο.
Οι εκλογές της 16ης Νοεμβρίου του 1952, αποτελούν την απαρχή μιας συνεχούς και αδιατάρακτης διακυβέρνησης της συντηρητικής παράταξης, από τη μία πλευρά και των «πέτρινων» χρόνων του «Κέντρου», από την άλλη. Ο Παπάγος κερδίζει τον Πλαστήρα, ενώ ο «Ελληνικός Συναγερμός» έχει τη συντριπτική πλειοψηφία στη Βουλή, λόγω και του πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος.
Ο Ν. Πλαστήρας, «πέφτει γενναία» στον τίμιο αγώνα της ειρηνεύσεως, υπονομευόμενος από τους πάντες. Ο γηραιός Καρδιτσιώτης πολιτικός, εξάλλου, ενώ είναι ασθενής, σύρεται σε ενέργειες που θα εξουθενώσουν το ίδιο το κόμμα του και θα διευκολύνουν τα σχέδια όσων στηρίζουν τον Παπάγο (εκτελέσεις Μπελογιάννη κ.ά., καθιέρωση πλειοψηφικού, υπόθεση Αεροπορίας, έντονη αντιπληθωριστική πολιτική κλπ). Και σε κάθε περίπτωση, η ήττα του συνασπισμού ΕΠΕΚ-Φιλελευθέρων και η νίκη του «Συναγερμού», θα σημαδέψουν για αρκετά χρόνια, κάθε επίσημη προσπάθεια για εθνική συμφιλίωση και αποκατάσταση ισοπολιτείας.
Η εκλογική συντριβή, η ασθένεια και ο θάνατος του Ν. Πλαστήρα, που θα ακολουθήσει, τον Ιούλιο του 1953, καθώς και οι συχνές τάσεις φυγής του Σοφοκλή Βενιζέλου, δημιουργούν καταστάσεις αποσύνθεσης στο χώρο του «Κέντρου». Ο Γεώργιος Παπανδρέου, που συνεργάσθηκε με τον «Συναγερμό» και εξελέγη βουλευτής Αχαΐας, φαίνεται να αποτελεί την ελπίδα του Κεντρώου χώρου, ενώ πολύ σύντομα ο Σοφοκλής τον καλεί ως «συναρχηγό» του, στο ιστορικό «Κόμμα Φιλελευθέρων». Ο Παπανδρέου αποδέχεται την πρόσκληση, επιστρέφοντας έτσι στο φυσικό του χώρο, ύστερα από την εκλογική του συντριβή, τον Σεπτέμβριο του 1951 και την περιπλάνησή του στον «Συναγερμικό περιβόλι», όπως έγραψε ο Σπύρος Λιναρδάτος. Δίνοντας, συγχρόνως, τα επιχειρήματα στους αντιπάλους του τότε, να τον χαρακτηρίσουν «πολιτικό ανεμόμυλο» και στον ανυπέρβλητο σκιτσογράφο Φωκίωνα Δημητριάδη, να τον αναπαριστά ως τέτοιο (ανεμόμυλο), στα αξεπέραστα σκίτσα του.
Μετά από τη παταγώδη αποτυχία του Κόμματος Φιλελευθέρων, στις εκλογές του 1958, που βρέθηκε στην τρίτη θέση με ποσοστό 20,67% και μόλις 58 έδρες και με αξιωματική αντιπολίτευση την ΕΔΑ υπό τον Ιωάννη Πασαλίδη, το κόμμα προχώρησε στη διενέργεια συνεδρίου, με τους «συναρχηγούς» του, Σ. Βενιζέλο και Γ. Παπανδρέου, να διασταυρώνουν και πάλι τα ξίφη τους, στο προσκήνιο, αλλά και στο παρασκήνιο. Το έκτακτο αυτό συνέδριο του Κόμματος Φιλελευθέρων για την εκλογή αρχηγού, πραγματοποιείται στις 23 Νοεμβρίου του 1958. Στην πρώτη ψηφοφορία, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, αν και απουσιάζει στο εξωτερικό, λαμβάνει 147 ψήφους, έναντι 42 του Γεωργίου Μαύρου, 17 ψήφων του Κώστα Μητσοτάκη και επίσης 17 που λαμβάνει ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, ενώ η κάλπη βγάζει και 77 «Λευκά», τα οποία ερρίφθησαν από τους υποστηρικτές του Γεωργίου Παπανδρέου. Στη δεύτερη ψηφοφορία, η υποψηφιότητα του Σ. Βενιζέλου υπερψηφίζεται από 156 συνέδρους, ενώ όλοι οι άλλοι υποψήφιοι αρχηγοί της πρώτης ψηφοφορίας, αποχωρούν. Πλην του Κώστα Μητσοτάκη, ο οποίος θέλει να εγγράψει πολιτικές υποθήκες και επιμένει να διεκδικήσει την ηγεσία του κόμματος μέχρις εσχάτων. Τελικά, σχεδόν, το σύνολο των «Λευκών» ψηφοδελτίων της πρώτης ψηφοφορίας, «κατευθύνεται» προς τον Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος λαμβάνει 81 ψήφους, από το «παπανδρεϊκό» μπλοκ, το οποίο φυσικά, δεν επιθυμούσε να βγει «παντοδύναμος» από το συνέδριο, ο Σοφοκλής.
Ο Γ. Παπανδρέου, την περίοδο αυτή επιλέγει να παραμείνει «εθνική προσωπικότης» και «εθνική εφεδρεία», καθώς από τα τέλη του 1958, κατέθεσε στη Βουλή δήλωση ότι μένει «ανεξάρτητος στα πλαίσια της Φιλελευθέρας ιδεολογίας». Μένοντας, ενσυνειδήτως, μακριά από την κομματική «τύρβη» και αποφεύγοντας να παίρνει θέση στα τεκταινόμενα στον «κεντρώο χώρο». Αναμένοντας ευθετότερο χρόνο προκειμένου να αντιπαρατεθεί με το Σοφοκλή Βενιζέλο, ο οποίος είχε τον πρώτο λόγο, σε κάθε περίπτωση, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί η «κομματική γεωγραφία», μετά τις εθνικές εκλογές του 1958.
Ο Σ. Βενιζέλος, όμως, το αμέσως επόμενο διάστημα προχωρεί σε νέες απρόβλεπτες κινήσεις. Φτάνει στο σημείο, μάλιστα, το 1961, να καλέσει από την Κύπρο τον αρχηγό της ΕΟΚΑ, Γεώργιο Γρίβα, προκειμένου ο τελευταίος, να ηγηθεί του Κόμματος Φιλελευθέρων, στη Βουλή. Το τέλος του δράματος, όμως, έρχεται αναπάντεχα, λίγο πριν από τις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου του 1964. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος εκφωνεί προεκλογικό λόγο στην πλατεία Δημοτικής Αγοράς των Χανίων και κατόπιν επιβιβάζεται στο πλοίο που θα τον μεταφέρει στον Πειραιά. Παίζει μπρίτζ στο σαλόνι και λίγο μετά πεθαίνει ξαφνικά από καρδιά. Ο Γεώργιος Παπανδρέου εκφωνεί τον επικήδειο, επισημαίνοντας: «Είναι κοινός ανθρώπινος κλήρος ο θάνατος, αλλά είναι προνόμιον η ευθανασία. Και αυτήν σου επεφύλαξαν οι Θεοί…».

Ο αδικοχαμένος Γεώργιος Καρτάλης
Η εδραίωση του Αχαιού πολιτικού, ωστόσο, στην κορυφή της ιεραρχίας του Φιλελεύθερου χώρου, θα είναι -εν πολλοίς- απόρροια και αυτή, κάποιων θανάτων. Πέραν των γηραιών πολιτικών, Θ. Σοφούλη και Ν. Πλαστήρα, θα πεθάνει ξαφνικά από καρκίνο, το μεγάλο πολιτικό αστέρι που είχε αρχίσει να ανατέλλει στη διάρκεια του πολέμου, αλλά και αμέσως μετά: ο «εκσυγχρονιστής» Γεώργιος Καρτάλης, από τη Μαγνησία. (Πολλοί, όπως ο Κ. Μητσοτάκης και ο Αναστάσιος Πεπονής, έχουν υποστηρίξει πως ο Καρτάλης θα ήταν ο κατεξοχήν αντίπαλος του Καραμανλή, από το χώρο του «Κέντρου», αν δεν ανέκυπταν τα δυσεπίλυτα προβλήματα της υγείας του και ο αδόκητος θάνατός του, στη συνέχεια. Γι αυτό και οι σχέσεις του Γ. Παπανδρέου με τον Καρτάλη, ουδέποτε υπήρξαν αρμονικές, από την Αίγυπτο ακόμη, όπου είχε καταφύγει η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Και για τις οποίες, με εξαιρετική γλαφυρότητα γράφει στο ημερολόγιό του, ο μετέπειτα Νομπελίστας ποιητής μας, Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος το ίδιο διάστημα υπηρετούσε ως διπλωμάτης κοντά στην εξόριστη κυβέρνηση και ήταν συνεργάτης για λίγο και του Καρτάλη, όπως και του Αντιβασιλέα, Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, στη συνέχεια.
Με την ιδιότητα του διπλωμάτη μάλιστα, ο Σεφέρης, ακολούθησε την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και στην Ιταλία, στην Cava dei Tirreni (Σπήλαιο των Τυρρηνών), στην πολίχνη «πίσω από τη θάλασσα του Σαλέρνο», όπου έγραψε ο μεγάλος ποιητής μας, τον εξαιρετικό «Τελευταίο σταθμό» του, στις 5 Οκτωβρίου του 1944 και δύο μέρες αργότερα το «παιγνιώδες», έμμετρο και «καταγγελτικό» ποίημά του, «Το απομεσήμερο ενός φαύλου». Και από τα δύο αυτά ποιήματα, πάντως, φαίνεται να μην τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση στον πολιτικό Παπανδρέου και στα «πιστά του μηρυκαστικά», που «θυμιατίζουνε τον ιεροφάντη», αν και ο ανυπέρβλητος «Τελευταίος Σταθμός», αποπνέει μεγάλη νοσταλγία, λίγο πριν επιστρέψουν στην πατρίδα, αλλά και θλίψη για αυτούς που χάθηκαν.
Ο αναπάντεχος θάνατος του Σοφοκλή Βενιζέλου, τέλος, θα καταστήσει τον Γ. Παπανδρέου αδιαφιλονίκητο ηγέτη του « Κέντρου», έχοντας απομείνει, πλέον, με εσωκομματικούς αντιπάλους της νεώτερης γενιάς, όπως ο Γεώργιος Μαύρος και ο Κώστας Μητσοτάκης, ενώ η άφιξη από τις ΗΠΑ του Ανδρέα Παπανδρέου προσθέτει στο ίδιο κύκλο έναν «ιδιότυπο εσωκομματικό αντίπαλο».

Ο Γεώργιος Παπανδρέου ορκίζεται Πρωθυπουργός. Διακρίνεται πίσω του δεξιά ο Ανδρέας Παπανδρέου
Είχε, όμως, πλέον φθάσει στην ηλικία των 70 ετών, ο Γ. Παπανδρέου. Μια ηλικία σχετικά μεγάλη, με βάση το «προσδόκιμον» ζωής της εποχής του. Και μπορεί να είχε την απόλυτη πρωτοκαθεδρία στο κόμμα, πλέον, αλλά ακόμη δεν είχε κερδίσει εκλογές. Τις κέρδισε με αναιμική διαφορά τον Νοέμβριο του 1963 και θριαμβευτικά τον Φεβρουάριο του 1964. Η «Αποστασία» και όλα όσα επακολούθησαν μέχρι τη χούντα των συνταγματαρχών, άφησαν στη μέση και την προσπάθεια για τη συγκρότηση μια ισχυρής «Ένωσης Κέντρου». Κάτι, που θα γίνει αισθητό και στους πρώτους μήνες της «Μεταπολίτευσης» όταν η «Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις» υπό τον Γ. Μαύρο και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου δεν μπόρεσαν να βρουν πεδίο συνεννόησης και κατέβηκαν αυτόνομα στις εκλογές του 1974, όπου ουσιαστικά συνετρίβησαν αμφότεροι. Η εδραίωση όμως του ΠΑΣΟΚ και η παντοδυναμία του Ανδρέα από το 1981 και εντεύθεν, όχι μόνον στον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και στη χώρα γενικότερα, θα έδινε ένα τέλος και στην μακρά περίοδο κατακερματισμού του «Κέντρου». Δεν θα ήταν όμως οριστική και αμετάκλητη…

Τρεις γενιές πρωθυπουργών της Ελλάδας
Μιχάλης Κωνσταντής