1

Θεσσαλονίκη, η μόνη βυζαντινή πόλη της Ευρώπης – Από το facebook της συναδέλφισσας Μαίρης Καρρά

Για τη συναδέλφισσά μας Μαίρη Καρρά σας έχουμε ξαναγράψει μέσα από την ιστοσελίδα μας. Μπορεί να προέρχεται από την Τράπεζα Πίστεως, αλλά πλέον τη θεωρούμε «επίτιμο» μέλος της Ιονικής Οικογένειας. Τη γνωρίσαμε μέσω των εκδρομικών δραστηριοτήτων του Συλλόγου μας και μας έκανε ιδιαίτερη αίσθηση ο άψογος χαρακτήρας της και η ανεπτυγμένη κουλτούρα της. Η Μαίρη έχει διαγράψει μία μακρά και επιτυχημένη πορεία στον τραπεζικό χώρο, εκκινώντας από την Chase Manhattan που την προσέλαβε όταν ήταν 18 ετών και είχε μόλις επιστρέψει από την Αμερική. Αφού εργάστηκε 11 χρόνια εκεί, όταν έκλεισε στη Θεσσαλονίκη, προσελήφθη στην τότε Πίστεως ως υπάλληλος τμήματος εισαγωγών και στη συνέχεια προϊσταμένη Εμπορικού τμήματος (εισαγωγές-εξαγωγές-συνάλλαγμα) για 6χρόνια. Το 1992 ανέλαβε το μικρό κατάστημα της Τσιμισκή, και μετά διετέλεσε υποδιευθύντρια του κεντρικού Μητροπόλεως, εν συνεχεία άνοιξε και ήταν διευθύντρια στο κατάστημα Πανοράματος, διετέλεσε για 2,5 χρόνια διευθύντρια private banking, διευθύντρια 4 χρόνια στην Παύλου Μελά, μετά διευθύντρια στο μεγάλο κατάστημα της Τσιμισκή και τέλος Υποδιευθύντρια Περιφερειακής Διεύθυνσης  Καταστημάτων Βορείου Ελλάδος.

Ο πολυπράγμων χαρακτήρας και η κουλτούρα της Μαίρης αντικατοπτρίζονται και στην ενασχόλησή της με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάνοντας το facebook της συναδέλφισσας έναν ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα διαδικτυακό προορισμό…

Πρόσφατα ανάρτησε ένα (παλαιότερο) άρθρο για τη μεγάλη αρχαιολογική και ιστορική σημασία της Θεσσαλονίκης, ως της μόνης βυζαντινής πόλης της Ευρώπης που διατηρεί ακόμα έντονα τα σημάδια της περιόδου. Ο διακεκριμένος Ιταλός Βυζαντινολόγος Πάολο Οντορίκο φαίνεται ότι μπορεί να κατανοήσει καλύτερα από εμάς τη σημασία του ιστορικού ρόλου της Νύμφης του Θερμαϊκού, αφού επισημαίνει τη σπουδαιότητα των αρχαιολογικών ευρημάτων από τη διάνοιξη των σηράγγων του μετρό, αλλά παράλληλα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη διατήρηση αυτών των ευρημάτων προς όφελος της πόλης και της χώρας μας.


Θεσσαλονίκη, η μόνη βυζαντινή πόλη της Ευρώπης

Ο Πάολο Οντορίκο για τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα, την Ευρώπη, το Βυζάντιο   

«Η Θεσσαλονίκη είναι η μόνη, η πλέον “βυζαντινή πόλη” σε όλη την Ευρώπη. Ίσως και σε όλο τον κόσμο. Η μόνη “πόλη-βυζαντινό μουσείο” που διαθέτει ακόμη αυτό το στοιχείο διαχρονίας του Βυζαντίου σ΄ όλες τις περιόδους του (πρωτοβυζαντινά-μεταβυζαντινά χρόνια) με “δείγματα” απ΄ όλες τις εκφάνσεις του (ιστορία, αρχιτεκτονική, θρησκεία, καθημερινή ζωή). Η καταστροφή των ευρημάτων στο σταθμό του μετρό που επιχειρείται θα αποτελέσει –αν τελικά γίνει– αν όχι την… τέταρτη Άλωση της πόλης στο σύγχρονο κόσμο, σίγουρα μια σημαντική λεηλασία στο παρελθόν αλλά και στο παρόν της πόλης. Η αξιοποίηση, η ανάδειξη και προβολή των συγκλονιστικών αυτών ευρημάτων είναι επένδυση (ιστορική, αρχιτεκτονική, επιστημονική αλλά και τουριστική και εν τέλει οικονομική) και για το σήμερα – και κυρίως το αύριο της Θεσσαλονίκης».

Ο Πάολο Οντορίκο, διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών και νεοελληνικών σπουδών της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού, βρίσκεται για 40η συνεχή χρονιά στη Θεσσαλονίκη. Πρωτοεπισκέφθηκε την πόλη όταν ήταν ακόμη 20χρονος δευτεροετής φοιτητής.

Είναι ιταλογενής και γαλλοσπουδαγμένος, λάτρης του Βυζαντίου, της νεώτερης Ελλάδας αλλά και… της Ελληνίδας συζύγου του, υπεύθυνος του Θερινού Πανεπιστημίου Βυζαντινών Σπουδών που πραγματοποιείται στη Θεσσαλονίκη με τη συμμετοχή 40 υποτρόφων από όλο τον κόσμο. Των σημαντικότερων ίσως πρεσβευτών των βυζαντινών σπουδών, ευρημάτων, της ίδιας της βυζαντινής πόλης – της Θεσσαλονίκης σε όλο τον κόσμο. Από τη Χιλή ως την Ιαπωνία, από την Εσθονία ως την Κύπρο, από την Κολομβία ως την Ουγγαρία, τη Ρωσία, το Βέλγιο, την Ιταλία, την Ισπανία κ.α.

Αν και τα γίνονται στην αγγλική και γαλλική γλώσσα, οι 40 μεταπτυχιακοί υπότροφοι είναι –όλοι τους– ελληνόφωνοι.

Γιατί το Βυζάντιο;

Στην ερώτηση που την έκανε τίτλο και απάντηση συνάμα στο νεοελληνικό αλλά και διεθνές ερώτημα –προϊόν αρνητικών ιδεολογιών και ιδεολογημάτων εναντίον της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου– η ελληνίδα βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ στο τετραετίας εκδοθέν βιβλίο της , ο Ιταλός βυζαντινολόγος αλλά και νεοελληνιστής («τα παιδιά μου είναι …μισ-Ελληνες» λέει και γελάει με τη δυνατότητά του να γλωσσο-πλάθει, εννοώντας βεβαίως πως τα παιδιά του είναι «μισοί» Έλληνες ) δυσκολεύεται –λέει– να απαντήσει με λίγα λόγια.

Σε ό,τι αφορά στην επιλογή του εξηγεί: «Αρχικά επέλεξα το Βυζάντιο γιατί ήταν για μένα η συνέχεια των κλασσικών σπουδών. Γιατί νομίζω –και ευελπιστώ– πως δεν είναι πλέον ο καταραμένος αλλά ο… ευλογημένος κόσμος της ιστορίας. Τον 18ο αιώνα ήταν καταραμένο το Βυζάντιο γιατί επικρατούσε το δίπολο Δύση=Αναγέννηση και …Ανατολή (Βυζάντιο)=σκοταδισμός, τον 19ο αιώνα παρέμεινε καθώς επικρατούσε το άλλο δίπολο: αυτοκρατορίες-γέννηση του εθνικισμού. Σήμερα όμως που μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν τα ανεξάρτητα κράτη-έθνη τα οποία διατηρούν τα στοιχεία και τον πολιτισμό τους και ταυτόχρονα μετέχουν σε ένα ευρύτερο πολιτικό-οικονομικό σύστημα (έστω παραπαίον), το Βυζάντιο μπορεί να αποτελέσει ένα πρότυπο λειτουργίας αυτού του συστήματος. Είναι γι’ αυτό το λόγο που το Βυζάντιο λαμβάνει μια νέα διάσταση ακόμη και στο επίπεδο των Ιστορικών Σπουδών. Για μένα προσωπικά το Βυζάντιο είναι πεδίο άσκησης του νου στη μελέτη εν γένει των πολιτισμών ανά τους αιώνες. Το Βυζάντιο είναι το μέσο για τη διαμόρφωση του τρόπου σκέψης και… σε κάθε περίπτωση είναι το πλέον κοντινό –και αντίπαλο συνάμα– με την Ευρώπη. …

»Ο κόσμος στο Βυζάντιο ζούσε μέσα από μια αναπαράσταση. Ο Βυζαντινός όταν θέλει να εκφράσει τα συναισθήματά του και καθώς δεν διέθετε λογοτεχνικά εργαλεία για να εκφραστεί καταφεύγει στη μίμηση των αρχαίων, δια μέσου της ιστοριογραφίας καθώς η ιστορία ήταν βαθιά ριζωμένη στους Βυζαντινούς. Υπάρχει λοιπόν ένας διχασμός ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αναπαράστασή της. Από την άλλη υπήρχε η πολιτική, η επεκτατική έχθρα της δύσης προς το Βυζάντιο και εξ αυτής η αρνητική απεικόνισή του, η προβολή της αναξιότητάς του. Δεν φταίνε τα ίδια τα Βυζαντινά κείμενα. Φταίνε τα γυαλιά που μας φόρεσαν για να το… διαβάσουμε. Τι άλλο, εξάλλου, είναι το Βυζάντιο, η Ανατολή γενικότερα; Μια άλλη Δύση της εποχής. Όχι διαφορετική επί της ουσίας αλλά επί της εικόνας…».

Επαναφέρει μόνος του τη συζήτηση στη «Μέση οδό» της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, στο εντυπωσιακό εύρημα της ανασκαφής στο κέντρο της σύγχρονης πόλης για το σταθμό του υπό διάνοιξη μετρό (σταθμός Βενιζέλου).

«Είναι εντυπωσιακό, απόλυτα ζωντανό, σου κόβει την ανάσα το εύρημα-απόσπασμα πόλης που εντοπίστηκε. Κατεβαίνεις λίγα μέτρα κι είναι σα να μπαίνει κανείς στη… μηχανή του χρόνου. Είναι απτό δείγμα της απόλυτης βυζαντινής διαχρονίας της πόλης» λέει και με ένα προσωπικό του τόνο (σαν τα σχήματα υποφοράς και ανθυποφοράς που μαθαίναμε στο σχολείο για τις ερωταπαντήσεις του λόγου) συμπληρώνει: «… Αντιλαμβάνομαι πως πρέπει να ζήσει η σύγχρονη πόλη, πρέπει να ολοκληρωθεί το έργο του μετρό για την μετακίνηση των σύγχρονων κατοίκων, πρέπει να ολοκληρωθεί η επένδυση αλλά… όχι αυτό. Είναι η Πομπηία σας».

Κι όχι, δεν θεωρεί την… απευκτέα απομάκρυνση και κατάχωση των αρχαιολογικών ευρημάτων ως την… «Τέταρτη άλωση» της Θεσσαλονίκης (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Άγρα» η μετάφραση –από τα γαλλικά– της μελέτης με εισαγωγή και σχόλια του ίδιου για το «Χρονικό των τριών αλώσεων της Θεσσαλονίκης» ) . Τη θεωρεί όμως «Λεηλασία στο παρελθόν της πόλης, αλλά και στο παρόν, και στο μέλλον».

«Αν δεν μπορείτε να το κατανοήσετε “επιστημονικά”, αν το βλέπετε ως “αναίτια κονδύλια για τις… άχρηστες ανθρωπιστικές επιστήμες”, δείτε το ως “μακροπρόθεσμη οικονομική επένδυση”, σώστε το σταυροδρόμι για να έχετε κάτι να… πουλάτε (ως τουριστικό “προϊόν”), ένα απτό επιστημονικό δεδομένο για τη μελέτη της ιστορίας, της αρχιτεκτονικής του Βυζαντίου…».

«Η Θεσσαλονίκη είναι το μοναδικό, το ιδανικό δείγμα Βυζαντίου σε ολόκληρο τον κόσμο. Ναι, είναι και η Κωνσταντινούπολη αλλά κι εκεί πρόλαβαν και έγιναν καταστροφές. Αντίστοιχο μνημείο, τόσο ζωντανό που προσωπικά μου θύμισε την “πετρωμένη” ιστορία της Πομπηίας, δεν έχει εντοπισθεί πουθενά στον κόσμο. Εξάλλου οι Τούρκοι δεν είναι ακόμη έτοιμοι να αναμετρηθούν και να “επενδύσουν” στο Βυζάντιο. Στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη ειδικά, το Βυζάντιο είναι “εθνική υπόθεση”. Καταλάβετέ το. Εγώ θα σας τα λέω;»




Διαβάστε το νέο τεύχος της εφημερίδας του Συλλόγου μας !

Συνάδελφοι, κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας “Συλλογική Ενημέρωση Φύλλο 72 .




Χριστούγεννα 1942: Η πισώπλατη μαχαιριά της Τουρκίας – Από το facebook του συνάδελφου Νίκου Βρεττού

Ο συνάδελφός μας Νίκος Βρεττός, εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενος, ο οποίος υπηρέτησε στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, το Κεντρικό, τη Νέα Σμύρνη, την Πύλη Αξιού Θεσσαλονίκης, τη Διεύθυνση Επιθεώρησης, την Αναλήψεως  Θεσσαλονίκης, τους Αμπελοκήπους Θεσσαλονίκης, τη Μάρκου Μπότσαρη Θεσσαλονίκης και τη ΒΗΠΕ, εκτός από την τραπεζική, είναι γνωστός σε πολλούς από εσάς και για τη συγγραφική του ιδιότητα και την καλλιτεχνική του δραστηριότητα, αφού έχει γράψει διάφορα βιβλία, ενώ ασχολείται και με τη ζωγραφική. Μάλιστα έχουμε φιλοξενήσει και στο παρελθόν αφιερώματα στις συγγραφικές, αλλά και καλλιτεχνικές του προσπάθειες.

Ο Νίκος είναι ένας συνάδελφος με πλούσια δράση, αλλά και με βαθύτατες ανησυχίες για τα τεκταινόμενα και τις εξελίξεις που αφορούν τη χώρα μας και συχνά οι αναρτήσεις του στο facebook παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Συνδυάζοντας τις ιδιαίτερες μέρες που διανύουμε τόσο λόγω των εορτών, αλλά και λόγω της αυξημένης έντασης με την Τουρκία, ανάρτησε ένα δυστυχώς επίκαιρο, διδακτικό, ιστορικό άρθρο που παρουσιάζει μία μάλλον άγνωστη στους περισσότερους συμπατριώτες μας ιστορία από τα Χριστούγεννα του μακρινού 1942.

Σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο που διανύουμε για τα εθνικά μας συμφέροντα και πάντα με γνώμονα την ειρηνική συνύπαρξη των λαών, αλλά και την προστασία των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, είναι πάντοτε χρήσιμο να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε την ιστορία μας, γιατί αυτός είναι ο καλύτερος οδηγός για το παρόν και το μέλλον…


Χριστούγεννα 1942: Η πισώπλατη μαχαιριά της Τουρκίας

Η Ελλάδα γονατισμένη κάτω από τη ναζιστική Κατοχή βιώνει τον χειρότερο λιμό από την εποχή της Αρχαιότητας, με χιλιάδες νεκρούς από πείνα στα περισσότερα μεγάλα αστικά κέντρα.

Η Τουρκία από τον Ιούνιο του 1941 είχε υπογράψει «σύμφωνο φιλίας» με τη ναζιστική Γερμανία, και ένα χρόνο αργότερα (Ιούνιος 1942) εμπορική συμφωνία για την τροφοδοσία των ναζιστικών δυνάμεων με τα απαραίτητα για την κατασκευή όπλων μέταλλα (ιδίως χρώμιο).*

Όσοι παρακολουθούν διαχρονικά την πορεία της Τουρκίας από το κίνημα των Νεότουρκων (1908) μέχρι σήμερα, θεωρούν πως όλες ανεξαιρέτως οι διαχρονικές, αποφασιστικές ενέργειες της Τουρκίας διαθέτουν κάποια ιδιαίτερα κοινά χαρακτηριστικά: Είναι ύπουλες (πισώπλατες), μεθοδευμένες, θρασύτατες και γίνονται συνήθως εκ του ασφαλούς μέσα σε ένα ήδη διαμορφωμένο πλαίσιο το οποίο θεωρούν ότι παρέχει την «κατάλληλη ευκαιρία». Αν αποτύχουν, δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να κάνουν «στροφή 180 μοιρών».

Ο Ισμέτ Ινονού είχε ήδη μυριστεί την «κατάλληλη ευκαιρία» προκειμένου να εξοντώσει όσους Έλληνες, Αρμένιους και Εβραίους είχαν καταφέρει να επιβιώσουν στην Κωνσταντινούπολη και ζούσαν ακόμα στην Τουρκία, όπως ακριβώς ένας καρχαρίας μυρίζεται το ανθρώπινο αίμα από κάποιο ναυάγιο.

Ολόκληρος ο πλανήτης ήταν απασχολημένος με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα βρισκόταν σε πόλεμο, και η Τουρκία, κρυμμένη πίσω από την επιτήδεια ουδετερότητα και το «σύμφωνο φιλίας» με τη ναζιστική Γερμανία που ήταν ήδη έτοιμο από τις αρχές του 1941, είχε λυμένα τα χέρια της. Άρα, υπήρχε η «κατάλληλη ευκαιρία».

Έτσι τον Μάιο του 1941, λίγες μόλις βδομάδες μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, η οποία είχε ξεκινήσει από τις 6 Απριλίου 1941, η Τουρκία κήρυξε γενική επιστράτευση των μη μουσουλμάνων νέων ηλικίας από 20 έως 45 ετών.

Όλος ο ανθός, η αφρόκρεμα της μη μουσουλμανικής νεολαίας της Κωνσταντινούπολης οδηγήθηκε στα βάθη της Ανατολής με στόχο τη φυσική της εξόντωση. Η οξύτατη διαφωνία του δίδυμου Ινονού-Σαράτσογλου με τον στρατάρχη Φεβζί Τσακμάκ, ο οποίος φοβόταν τις πιθανές συνέπειες μιας νέας γενοκτονίας, δεν επέτρεψε την εν ψυχρώ εκτέλεση των επιστρατευμένων, έτσι η επιστράτευση περιορίστηκε στην εκτέλεση καταναγκαστικών έργων.

Ο πρόεδρος Ισμέτ Ινονού όμως δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος. Κάλεσε τον πρωθυπουργό Σουκρού Σαράτσογλου και του ανέθεσε το έργο της οικονομικής ή φυσικής εξόντωσης των μη μουσουλμανικών πληθυσμών με «όπλο» έναν έκτακτο φόρο περιουσίας που θα ήταν τόσο εξωφρενικός ώστε πρώτα οι «υπόχρεοι» θα αδυνατούσαν να πληρώσουν και στη συνέχεια θα τους δινόταν η μεγαλόψυχη «ευκαιρία» να τον εξοφλήσουν με καταναγκαστική εργασία. Υπολογίζεται ότι για την εξόφληση του φόρου που επιβλήθηκε σε κάθε Έλληνα, Αρμένη ή εβραίο αλλά δεν κατέστη δυνατό να πληρωθεί, απαιτείτο καταναγκαστική εργασία διακοσίων έως τριακοσίων ετών προκειμένου να εξοφληθεί!

Ο Τούρκος πρωθυπουργός δεν έχασε χρόνο. Σχεδίασε προσεκτικά τα βήματα που έπρεπε να γίνουν ένα προς ένα:

  • Πρώτα έπρεπε να προετοιμαστεί το κατάλληλο κλίμα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ο τουρκικός Τύπος άρχισε σταδιακά να εξαπολύει μια εκστρατεία μίσους και φανατισμού εναντίον των μη μουσουλμάνων – Ελλήνων, Αρμενίων, Εβραίων. Όλα τα δεινά της Τουρκίας φορτώνονταν στις πλάτες των μειονοτήτων, και βέβαια στην οικονομική ευημερία που απολάμβαναν.
  • Δεύτερον, ανασύρθηκε ένας νόμος που είχαν ετοιμάσει το 1914 οι Νεότουρκοι για την «ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας» με πλιάτσικο των χριστιανικών περιουσιών της Τουρκίας. Ξεσκονίστηκε, καθαρογράφτηκε, συμπληρώθηκε και παρουσιάστηκε από τον υφυπουργό οικονομικών Εσαάτ Τεκελί στον πρωθυπουργό Σαράτσογλου. Ο τελευταίος ζήτησε από τον σεσημασμένο για σφαγές άμαχων Ελλήνων Fuat Agrali, τη δημιουργία ενός μικρού διευθυντηρίου που θα εφάρμοζε το νόμο. Μέλη του ορίστηκαν οι Faik Ökte, (έφορος Κωνσταντινούπολης) και Mumtaz Tarham τους οποίους ο Fuat Agrali παρουσίασε στον Τούρκο πρωθυπουργό με τα εξής λόγια: «Αυτά τα δύο παλληκάρια θα εφαρμόσουν το νόμο μας στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη».
  • Το επόμενο βήμα ήταν η μυστική συνεδρίαση του κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Τούρκος πρωθυπουργός έδωσε εγγυήσεις πως ο νέος νόμος για τον έκτακτο φόρο περιουσίας, το βαρλίκι, στην πράξη θα εφαρμοστεί μόνο στις μειονότητες. Εξήγησε ότι έπρεπε, για τα μάτια, να υπάρχει και ένας φόρος για Τούρκους, αλλά θα ήταν μικρός και συμβολικός, έτσι για να τηρηθούν στοιχειωδώς τα προσχήματα. Αμέσως μετά, η τουρκική Βουλή ψήφισε σε μια συνεδρίαση το νόμο 4305 με 17 άρθρα, στις 12 Νοεμβρίου 1942.

Ο νόμος 4305 διαχώρισε με επίσημο, ρατσιστικό τρόπο τους φορολογούμενους σε τέσσερις κατηγορίες: Μουσουλμάνους, Γκιαούρηδες (Έλληνες, Αρμένιους, Εβραίους), όσους άλλαξαν την πίστη τους και έγιναν μουσουλμάνοι (Donme), και τέλος όλους τους ξένους υπηκόους.

Καθορίστηκαν επιτροπές με έξι μέλη που όριζαν το ποσό του φόρου για κάθε φορολογούμενο ξεχωριστά (δύο εφοριακοί, δύο μέλη Τοπικής Αυτοδιοίκησης που ήταν φανατισμένα μέλη του Λαϊκού Κόμματος, και δύο μουσουλμάνοι – μέλη του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Κωνσταντινούπολης).

Στο βιβλίο Η συμφορά του φόρου Βαρλίκι (Varlık Vergisi Faciası) ο έφορος Κωνσταντινούπολης Faik Ökte μας περιγράφει με ποιον τρόπο οριζόταν το ποσό του φόρου, αφού πρώτα εξεταζόταν ο φάκελος του θύματος και βεβαιώνονταν το θρήσκευμα και η εθνικότητα του:

Πόσο θα πληρώσει αυτός;

500.000 λίρες πρότεινε ένα μέλος της επιτροπής.

Όχι, όχι. 1.000.000 λίρες, αντιπρότεινε ένα άλλο.

Πείτε ένα ενδιάμεσο ποσό να τελειώνουμε, επενέβαινε ένας τρίτος.

Αν σε έναν χριστιανό φορολογούμενο επιβαλλόταν 5.000 λίρες φόρος για ένα μικρό κατάστημα, στον μουσουλμάνο του διπλανού ακριβώς καταστήματος επιβαλλόταν φόρος μόνο 5 λιρών.

Το ποσό του φόρου που επιβαλλόταν δεν επιδέχονταν καμία έφεση. H προθεσμία πληρωμής ορίστηκε σε 15 ημέρες. Τυχόν καθυστέρηση πληρωμής για τη μεν πρώτη εβδομάδα σήμαινε πρόστιμο 1%, για τη δεύτερη 2% κ.ο.κ. Μετά την παρέλευση ενός μηνός ακολουθούσε κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας, σύλληψη και εκτόπιση σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας με ημερήσια «αμοιβή» 2 λιρών η οποία «συμψηφιζόταν» με την οφειλή του εκτοπισθέντος.

Οι φορολογικοί κατάλογοι δημοσιεύτηκαν από τις τουρκικές Αρχές τις παραμονές των Χριστουγέννων του 1942. Ο πανικός απλώθηκε στην έντρομη μειονότητα που γέμισε όλες τις εφημερίδες με αγγελίες πώλησης ακινήτων Ελλήνων, Αρμενίων και εβραίων. Σύμφωνα με όσα καταγράφει στο βιβλίο του ο έφορος της Κωνσταντινούπολης Faik Ökte, στο τέλος του 1942 αγοραστή έψαχναν απεγνωσμένα μέσα από εφημερίδες 8 εργοστάσια, 7 στοές σε κεντρικά σημεία, 80 πολυκατοικίες, 230 σπίτια, 97 μαγαζιά και 190 οικόπεδα!

Όπως ήταν φυσικό, οι τιμές κατρακύλησαν αμέσως με αποτέλεσμα να ξεπουλιούνται ολόκληρες περιουσίες για ένα κομμάτι ψωμί.

Όσοι δεν κατάφεραν να εξοφλήσουν τον φόρο που τους επέβαλαν οι τουρκικές Αρχές άρχισαν, να βλέπουν, μετά την 7η Ιανουαρίου 1943, τα ονόματα τους στις εφημερίδες. Η περιουσία τους κατάσχονταν και οι «υπόχρεοι» οδηγούνταν σε καταναγκαστικά έργα στο Άσκαλε, που θεωρείται η Σιβηρία της Ανατολής, ώστε να επισπευστεί η φυσική τους εξόντωση από τις καιρικές συνθήκες και την καταναγκαστική εργασία που ξεκινούσε από τις 5 το πρωί και τέλειωνε στις 7 το απόγευμα.

Τον Σεπτέμβριο του 1943 η εφημερίδα New York Times δημοσίευσε ένα άρθρο για την πισώπλατη μαχαιριά της Τουρκίας, και η Τουρκική Εθνοσυνέλευση, χωρίς καθυστέρηση, αποφάσισε την άμεση διαγραφή των φόρων που δεν είχαν εισπραχθεί ακόμα. Τρεις μήνες αργότερα (Δεκέμβριος 1943) αποφασίστηκε η διάλυση των ταγμάτων εργασίας και η επιστροφή των «οφειλετών» στα σπίτια τους. Όσοι άντεξαν τις κακουχίες και κατάφεραν να επιστρέψουν, ήσαν κυριολεκτικά αγνώριστοι. Από τους 1.229 πλούσιους μειονοτικούς που δεν μπόρεσαν να πληρώσουν τον υπερβολικό φόρο και βρέθηκαν στα τάγματα εργασίας, ένας στους τρεις δεν κατάφερε να γυρίσει πίσω. Πλήθος μαρτυρίες καταγράφουν συγκλονιστικές λεπτομέρειες μιας ακόμα μαύρης σελίδας στην ιστορία της σύγχρονης Τουρκίας.

Ο νόμος 4305 καταργήθηκε οριστικά στις 15 Μαρτίου 1944, όταν ο Ρωσικός στρατός έφθασε νικητής στα σύνορα της Ρουμανίας και η Τουρκία προσπάθησε να εξαφανίσει τα ίχνη του αποτρόπαιου εγκλήματος που διέπραξε.

18 Ιουνίου 1941: Σύμφωνο φιλίας και μη επίθεσης ναζιστικής Γερμανίας – Τουρκίας

Συμπέρασμα

Η μελέτη και η πλήρης γνώση των ιστορικών γεγονότων που σημάδεψαν και σημαδεύουν την σύγχρονη πορεία Ελλάδας και Τουρκίας, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κήρυγμα μίσους προς την απέναντι όχθη του Αιγαίου. Αντίθετα, ένα χέρι φιλίας μόνιμα απλωμένο, με ειλικρίνεια και αμοιβαίο σεβασμό, δίνει ελπίδα στις επόμενες γενιές να πετύχουν κάποτε αυτό που οι παλαιότερες δεν κατάφεραν.

Η μελέτη όμως και η πλήρης ιστορική γνώση αποτελεί εθνική υποχρέωση γιατί η λήθη του κακού είναι η άδεια για την επανάληψή του. Και η Τουρκία στις μέρες μας, με εξωπραγματικές νεοοθωμανικές φαντασιώσεις, αποτελεί έναν μεγάλο κίνδυνο για τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ειρήνη σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια.

Σε ό,τι πάντως μας αφορά, δεν υπάρχει πιο καταλυτικό, πιο ισχυρό όπλο των Ελλήνων εναντίον των προβληματικών μας γειτόνων, από την πλήρη γνώση της ιστορίας μας!

*Μόλις η ήττα των Γερμανών κατέστη βέβαιη, η Τουρκία έσπευσε «να κηρύξει τον πόλεμο στην Γερμανία» (23 Φεβρουαρίου 1945).

 

του Λεωνίδα Κουμάκη

Πηγή : analyst.gr)




Από πού πήραν τα όνοματά τους τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες; – Από το facebook του συνάδελφου Θεόδωρου Λειβαδά και της συζύγου του Τούλας Καμπά

Τα Χριστούγεννα ξυπνούν πάντοτε γλυκές αναμνήσεις αφού εκτός από τη θρησκευτική τους σημασία, είναι μια οικογενειακή γιορτή αγάπης για όλο τον κόσμο, πλημμυρισμένη με αξεπέραστες γεύσεις και μυρωδιές. Τα μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες έχουν την τιμητική τους στο παραδοσιακό, ελληνικό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, σε σημείο που μάλλον είναι το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό όταν ακούμε τη λέξη Χριστούγεννα και βεβαίως παραμένει ένα από τα… αιώνια διλήμματα: κουραμπιές ή μελομακάρονο;;;; Αντίστοιχα όμως, εκτός από το να τα απολαμβάνετε, έχετε αναρωτηθεί ποτέ από πού πήραν τα ονόματά τους τα γευστικότατα γλυκά;

Ο συνάδελφος Θεόδωρος Λειβαδάς, που είχε μία μακρά και επιτυχημένη πορεία στην τράπεζα έχοντας υπηρετήσει στα καταστήματα Χαριλάου, Σταυρουπόλεως, Πύλης Αξιού, Ερμού, Αναλήψεως και στην Περιφερειακή Διεύθυνση Βορείου Ελλάδος και τη Διεύθυνση Καταστημάτων Βορείου Ελλάδος, ανάρτησε στον κοινό λογαριασμό στο facebook που διατηρεί με τη σύζυγό του Τούλα Καμπά (η οποία βέβαια έχει τον πρώτο λόγο στη διαχείριση του λογαριασμού…), το κάτωθι άρθρο για την ετυμολογική προέλευση των αγαπημένων μας γλυκών.


Θέλετε να εντυπωσιάσετε τους συνδαιτυμόνες σας στο γιορτινό τραπέζι; Μοιραστείτε μαζί τους αυτή την ενδιαφέρουσα πληροφορία που εξηγεί πώς προέκυψαν οι ονομασίες των αγαπημένων μας χριστουγεννιάτικων γλυκών που αυτή την εποχή απολαμβάνουμε με την ψυχή μας.

.

Μελομακάρονο: μέλι + «μακαρωνία»

Τα μελομακάρονα έχουν ετυμολογικά αρχαιοελληνική προέλευση, αν στο πρώτο άκουσμά του, το όνομά τους παραπέμπει στο «ιταλικό» μακαρόνι. Στα λεξικά αναφέρεται ότι η λέξη «μακαρόνι» παράγεται από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «μακαρωνία», ένα νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά, όπου μακάριζαν το νεκρό.

Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «μακαρία», που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του σύγχρονου μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία.

Αργότερα, όταν η μακαρία περιλούστηκε με σιρόπι μελιού ονομάστηκε: μέλι+μακαρία = μελομακάρονο και καθιερώθηκε ως γλύκισμα του 12ημέρου, κυρίως από τους Μικρασιάτες Έλληνες και με το όνομα «φοινίκια».

Οι Λατίνοι και αργότερα οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη μακαρωνία ως maccarone που τελικά κατέληξε να σημαίνει το σπαγγέτι, ενώ από το μεσαίωνα και μετά, στη Γαλλία και την Αγγλία, ένα είδος αμυγδαλωτού μπισκότου ονομάστηκε «macaroon», το οποίο είναι το γνωστό σε όλους σήμερα «μακαρόν».

.

Κουραμπιές: kuru (= ξηρό) biye (= μπισκότο)

Όσον αφορά στην ονομασία του κουραμπιέ ο Δημήτρης Σταθακόπουλος, δρ. Κοινωνιολογίας της Ιστορίας, Παντείου πανεπιστημίου, μουσικολόγος και δικηγόρος, έχει συλλέξει ενδιαφέρονα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η ρίζα του  είναι: Qurabiya στα Αζέρικα, Kurabiye, στα Τούρκικα και φυσικά Κουραμπιές στα ελληνικά, που στην κυριολεξία σημαίνει Kuru = ξηρό, biye = μπισκότο.

Ωστόσο, η ονομασία μπισκότο καθιερώθηκε τον Mεσαίωνα, ετυμολογικά προερχόμενη από το λατινογενές bis-cuit, που σημαίνει ψημένο δύο φορές (στα αρχαία ελληνικά λεγόταν δί-πυρον), ως τεχνική ψησίματος για να μην «χαλάει» εύκολα ο άρτος, κυρίως των στρατιωτών και των ναυτικών.

Στα σύγχρονα ιταλικά, η λέξη είναι biscotto (τo cookies έχει φλαμανδική / ολλανδική προέλευση που πέρασε στην αγγλική γλώσσα). Το λατινικό bis-cuit διαδόθηκε μέσω των Βενετών εμπόρων και στην Ασία, όπου καθιερώθηκε ως παραφθορά της λατινικής λέξης, σε biya/biye, οπότε συνδέθηκε με το δικό τους Qura /Kuru (ξηρό) και έδωσε τη νέα μικτή (λατινο-ανατολίτικη) λέξη Qurabiya / Kurabiye, η οποία με αντιδάνεια ξαναγύρισε στη δύση και ελληνοποιημένη πλέον έδωσε το «κουραμπιές» με την έννοια του ξηρού μπισκότου, που διανθίστηκε με αμύγδαλα, ζάχαρη άχνη κ.λπ.

Πηγή : https://e-didaskalia.blogspot.com/




Το πιο συγκινητικό, ελληνικό χριστουγεννιάτικο παραμύθι έχει γραφτεί από τον Ευγένιο Τριβιζά – Από το facebook της συναδέλφισσας Πόπης Νομικού

Τα Χριστούγεννα είναι εδώ και το χαρμόσυνο μήνυμα αγάπης που φέρουν, συχνά μεταφέρεται μέσω παραβολών και παραμυθιών για να παρακινήσουν το ενδιαφέρον και να ανάψουν τη φλόγα της ζεστασιάς στις καρδιές των –μικρών και… μεγάλων- παιδιών.  «Η πιο όμορφη ιστορία του κόσμου», αυτή της γέννησης του Ιησού, συνοδεύεται από μικρές καθημερινές ιστορίες από όλο τον κόσμο, που όλοι ακούσαμε από τα παιδικά μας χρόνια. Σε μία ανάρτησή της απολύτως εναρμονισμένη με το πνεύμα των ημερών, η συναδέλφισσα Πόπη Νομικού που είχε υπηρετήσει στο Κεντρικό, τη Διεύθυνση Γενικού Λογιστηρίου, την Αγγελοπούλου, τη Σπύρου Μερκούρη, τον Άγιο Ελευθέριο, το Μενίδι, τους Αγίους Αναργύρους, την Πλατεία Αγοράς, την Ηλιούπολη και τη Νέα Φιλαδέλφεια, μας παρουσιάζει «το πιο συγκινητικό, ελληνικό χριστουγεννιάτικο παραμύθι» από τον Ευγένιο Τριβιζά.


Χριστουγεννιάτικη Ιστορία – Ένα Δέντρο, Μία Φορά

Το δέντρο

Σ’ ένα άχαρο πεζοδρόμιο μιας πολύβουης πολιτείας ήταν κάποτε ένα άσχημο παραμελημένο δέντρο. Κανείς δεν το πρόσεχε. Κανείς δεν το φρόντιζε. Κανείς δεν του έδινε την παραμικρή σημασία. Τα φύλλα του είχαν μαραζώσει, είχαν πέσει από καιρό κι είχε απομείνει γυμνό, σκονισμένο και καχεκτικό. Ποτέ δεν είχε γνωρίσει του δάσους τη δροσιά. Δεν είχαν κελαηδήσει ποτέ στα φύλλα του πουλιά, με δυσκολία να το άγγιζε πού και πού κάποια πονετική ηλιαχτίδα που γλιστρούσε στα κρυφά ανάμεσα στις μουντές και άχαρες πολυκατοικίες που το περιστοίχιζαν. Οι περαστικοί διάβαιναν δίπλα του με αδιαφορία, βλοσυροί και βιαστικοί, χωρίς να του δίνουν καθόλου σημασία, μερικοί μάλιστα πετούσαν αποτσίγαρα, φλούδια από κάστανα και λερωμένα χαρτομάντηλα κι άλλοι φτύνανε στο χωμάτινο τετραγωνάκι γύρω από τη ρίζα του. Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, κατάλαβε από κάτι μηχανικούς με σκούρες καμπαρντίνες και κρεμαστά μουστάκια, που έσκυβαν και μουρμούριζαν κι όλο μετρούσαν σκυθρωποί, ότι θα πλάταιναν το δρόμο πλάι του. Κι αν συνέβαινε αυτό, τι τύχη το περίμενε; Θα το πελέκιζαν, θα το ξερίζωναν; Θα το πετούσαν μήπως στα σκουπίδια; Εκείνο το χριστουγεννιάτικο δειλινό το δέντρο αισθανόταν πιο παραμελημένο, πιο παραπονεμένο από ποτέ. Στα ολόφωτα παράθυρα γύρω του διέκρινε ανάμεσα από τις κουρτίνες χριστουγεννιάτικα έλατα, που χαρωπά παιδιά τα στόλιζαν με κόκκινα κεριά, καμπανούλες, αγγελούδια, ασημένια πέταλα και γιορτινές γιρλάντες και ζήλευε. Ζήλευε πολύ. Πόσο θα ήθελε να είναι έτσι κι αυτό. Χριστουγεννιάτικο έλατο στη θαλπωρή ενός σπιτιού. Να το φροντίζουν, να το στολίζουν, να το καμαρώνουν…

Το παιδί

Ήταν κι ένα παιδί. Τις μέρες έκανε δουλειές του ποδαριού. Τα βράδια κοιμόταν στο πάτωμα ενός κρύου πλυσταριού στην αυλή ενός εγκαταλελειμμένου κτιρίου με ετοιμόρροπα μπαλκόνια. Κανείς δεν το πρόσεχε. Κανείς δεν το φρόντιζε. Κανείς δεν του έδινε την παραμικρή σημασία. Τα μάγουλά του είχαν χλωμιάσει, τα χέρια του είχαν ροζιάσει, τα μάτια του είχαν γεμίσει θλίψη. Ποτέ δεν είχε γνωρίσει τη ζεστασιά μιας αγκαλιάς, τη θαλπωρή ενός αληθινού σπιτιού. Εκείνο το κρύο χριστουγεννιάτικο βράδυ το αγόρι αισθανόταν πιο παραμελημένο, πιο παραπονεμένο από ποτέ, γιατί είχε μάθει ότι μετά τις γιορτές θα κατεδάφιζαν το μιζεροκτίριο με το πλυσταριό και δεν θα ‘χε πού να μείνει.  Τυλιγμένο στο τριμμένο του παλτό, κοιτούσε απ’ τα φωτισμένα παράθυρα τα λαμπερά σαλόνια με τα γκι και τα μπαλόνια, τις φρουτιέρες με τα ρόδια και τα χρυσωμένα κουκουνάρια, έβλεπε γελαστά αγόρια και κορίτσια να κρεμούν στα χριστουγεννιάτικα δέντρα πλουμίδια αστραφτερά και ζήλευε. Ζήλευε πολύ, πόσο θα ‘θελε να στόλιζε κι αυτό ένα έλατο σε κάποιου τζακιού το αντιφέγγισμα, με τα δώρα υποσχέσεις μαγικές ολόγυρά του… Πώς το ‘φερε η τύχη έτσι κι εκείνο το χριστουγεννιάτικο βράδυ και συναντήθηκαν κάποια στιγμή το δέντρο εκείνο κι εκείνο το παιδί.

H συνάντηση

Εκείνο το δειλινό το παιδί γυρνούσε άσκοπα στους δρόμους της πολύβουης πολιτείας. Κάθε τόσο σταματούσε σε κάποια βιτρίνα. Κόλλαγε τη μύτη του στο τζάμι και κοιτούσε με μάτια εκστατικά όλα εκείνα τα λαχταριστά, σε μια βιτρίνα λόφοι από μελομακάρονα, κουραμπιέδες και πολύχρωμα τρενάκια φορτωμένα με σοκολατάκια, σε μια άλλη ζαχαρένιοι Αγιο-Βασίληδες με μύτες από κερασάκια και μια παραμυθένια πριγκίπισσα από πορσελάνη να κοιτάζει από το αψιδωτό παράθυρο ενός φιλντισένιου κάστρου και λίγο παρακάτω, σε μια άλλη βιτρίνα, μια ονειρεμένη τρόικα με έναν πρόσχαρο αμαξά, μολυβένια στρατιωτάκια με κόκκινες στολές καβάλα σε άλογα πιτσιλωτά να καλπάζουν στοιχισμένα στη σειρά και στο βάθος ένα οπάλινο παλάτι σε μια χιονισμένη στέπα. Έτσι όπως περπατούσε με τα μάτια στραμμένα στις καταστόλιστες βιτρίνες, έπεσε άθελά του πάνω σ’ έναν περαστικό με καμηλό παλτό και γκρενά κασκόλ που γύριζε στο σπίτι του φορτωμένος με σακούλες και πακέτα που φύγανε από τα χέρια του, σκόρπισαν στο δρόμο εδώ και κεί. Το παιδί έχασε την ισορροπία του, γλίστρησε, το κεφάλι του χτύπησε με φόρα στο πεζοδρόμιο, ένιωσε μια σκοτοδίνη. Ο περαστικός του ‘βαλε οργισμένος τις φωνές, το κατσάδιασε για τα καλά.

Το αλητάκι σηκώθηκε, το ‘βαλε στα πόδια, κατηφόρισε παραπατώντας ένα σοκάκι με μια υπαίθρια αγορά, έστριψε ένα δυο στενά και βρέθηκε στο δρόμο με το παραμελημένο δέντρο. Σταμάτησε λαχανιασμένο να πάρει ανάσα, από τα φωτισμένα παράθυρα, τα χνωτισμένα, αχνοφαίνονταν τα γιορτινά σαλόνια με τα έλατα τα στολισμένα. – Όμορφα δεν είναι; Ακούει τότε μια φωνή.Ήταν το δέντρο του δρόμου.  – Πολύ. Αποκρίθηκε το παιδί, χωρίς να παραξενευτεί καθόλου που ένα δέντρο μιλούσε, του άρεσε να του μιλάει κάποιος χωρίς να το σπρώχνει, χωρίς να το κατσαδιάζει, χωρίς να το αποπαίρνει. – Στόλισέ με! – ψιθύρισε το δέντρο – Στόλισέ με και εμένα έτσι! – Μακάρι να μπορούσα! Πικρογέλασε το παιδί. – Προσπάθησε, σε παρακαλώ. Ίσως αυτά, ξέρεις, να ‘ναι τα στερνά μου Χριστούγεννα, να μην δω άλλα. – Γιατί το λες αυτό; – Άκουσα ότι θα πλατύνουν το δρόμο, πελέκι ή ξεριζωμός με περιμένει, ένα από τα δύο… Δεν είμαι σίγουρο ακόμα. Το παιδί σκέφτηκε ότι θα κατεδάφιζαν το ετοιμόρροπο κτίριο με το ξεχαρβαλωμένο πλυσταριό, το καταφύγιό του. Σε λίγο δεν θα ‘χε ούτε ‘κείνο πού να μείνει. Σε κάποιο χαρτόκουτο ίσως; – Στόλισέ με! Παρακάλεσε άλλη μια φορά το δέντρο. Το παιδί κοίταξε ολόγυρά του. – Με τι; Απόρησε. – Ό,τι να ‘ναι… κάτι θα βρεις εσύ!! Δεν μπορεί. – Καλά… Αφού το θέλεις τόσο πολύ, κάτι θα βρω να σε στολίσω… Συμφώνησε το παιδί κι άρχισε να ψάχνει.

Τα στολίδια

Εκείνη τη στιγμή, λες και κάτι ψυχανεμίστηκε ο ουρανός,έπιασε να χιονίζει, το χιόνι έπεφτε πυκνό… Χάδι απαλό σκέπαζε ανάλαφρα με πάλλευκες νιφάδες στα ολόγυμνα κλωνιά του παραμελημένου δέντρου. Πήρε τότε το μάτι του παιδιού κάτι να αστράφτει λίγο παραπέρα. Μια παρέα πλουσιόπαιδα, που είχαν περάσει από το δρόμο λίγο νωρίτερα, είχαν πετάξει χρωματιστά χρυσόχαρτα από τις καραμέλες που έτρωγαν με λαιμαργία τη μια μετά την άλλη. Το αγόρι μάζεψε ένα ένα τα πεταμένα χρυσόχαρτα, τα μάλαξε με τα δάχτυλά του και έπλασε αστραφτερές πράσινες μπλε και βυσσινόχρωμες μπαλίτσες, μετά ξήλωσε τα κουμπιά του φθαρμένου παλτού και με τις κλωστές κρέμασε τις φανταχτερές μπαλίτσες στα χιονοσκέπαστα κλωνιά του δέντρου. – Ευχαριστώ! Είπε το δέντρο, ανατριχιάζοντας απ’ τη χαρά του. – Με τι άλλο άραγε να το στολίσω; Μονολόγησε το παιδί. Λες κι είχε ακούσει τα λόγια του, μια νοικοκυρά τρεις δρόμους παρακάτω άδειασε με φόρα απ’ το παράθυρο μιας κουζίνας μια λεκάνη με σαπουνάδα σε μια πλακόστρωτη αυλή. Ο άνεμος πήρε ένα πανάλαφρο σύννεφο από σαπουνόφουσκες και τις ταξίδεψε παιχνιδίζοντας μαζί τους, το αγόρι τις είδε να πλησιάζουν στραφταλίζοντας στο φεγγαρόφωτο, τις κοίταξε με τέτοια λαχτάρα που εκείνες, λες και κατάλαβαν την επιθυμία του, άφησαν τον άνεμο να τις φέρει ένα – δυο γύρους και να τις κρεμάσει στα κλωνιά του δέντρου. – Όσο πάω κι ομορφαίνω! Καμάρωσε το δέντρο. – Σίγουρα ομορφαίνεις! Συμφώνησε το αγόρι σφίγγοντας γύρω του το παλτό γιατί έκανε πολύ, πάρα πολύ κρύο… – Κοίτα! Έρχονται!Ένα φωτεινό σύννεφο πλησίαζε τρεμοπαίζοντας στο σκοτάδι. – Ελάτε! Τις κάλεσε με το βλέμμα το παιδί. Και οι πυγολαμπίδες, λάμψεις αλλόκοσμες, τρεμοσβήνοντας ονειρικά, κάθισαν νεραϊδένιες γιρλάντες στα κλωνιά του δέντρου. Το κρύο γινόταν όσο πήγαινε πιο τσουχτερό. Το χιόνι έπεφτε ολοένα πιο πυκνό. Το αγόρι σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και τότε το είδε! Είδε το πεφταστέρι κι εκείνο, λες και συνάντησε το βλέμμα του, διέγραψε στο σκοτάδι μια φαντασμαγορική χρυσαφένια τροχιά και ακούμπησε απαλά στην κορφή του δέντρου.  Και ήταν τώρα πράγματι όμορφο το δέντρο λουσμένο στο φεγγαρόφωτο με τα χρυσαφένια μπαλάκια να στραφταλίζουν, τις σαπουνόφουσκες να σιγοτρέμουν, τις πυγολαμπίδες να αναβοσβήνουν κέντημα δαντελένιο στα χιονισμένα του κλωνιά και το πεφταστέρι ν’ ανασαίνει χρυσαφένιο φως στην κορφή του. – M’ έκανες τόσο, μα τόσο όμορφο – είπε το δέντρο στο παιδί – Σ’ ευχαριστώ πολύ. Σ’ ευχαριστώ αληθινά… Πόσο θα ‘θελα να μπορούσα να σου χάριζα κι εγώ ένα δώρο… – Μπορείς! Αποκρίθηκε το παιδί χουχουλίζοντας τα χέρια – Άσε με, σε παρακαλώ, να καθίσω στη ρίζα σου για λίγο. Νιώθω τόσο, μα τόσο κουρασμένο, πονάω… και δεν έχω πού να πάω… – Αμέ! Έλα, κάθισε. Κάθισε στη ρίζα μου όσο θέλεις. Είπε το δέντρο. – Και να δεις… Θα κάνω εγώ μια ευχή για σένα. Το παιδί σήκωσε το γιακά, τυλίχτηκε στο παλιό του πανωφόρι, κάθισε στο χιονοσκέπαστο πεζοδρόμιο, αγκάλιασε το κορμί του δέντρου και σφίχτηκε όσο μπορούσε πιο κοντά του.

Το ταξίδι

Το χιόνι έπεφτε γύρω του. Πάνω του πυκνό. Όλο του το σώμα έτρεμε, τα χέρια του είχαν μουδιάσει, τα δόντια του χτυπούσαν. Έκλεισε τα μάτια για να τα προστατέψει από τις ριπές του χιονιού, όταν ξαφνικά – τι παράξενο – άκουσε εκείνον τον ήχο… Τον ήχο τον χαρμόσυνο! Κουδουνάκια τρόικας! Ένα μαστίγιο ακούστηκε να κροταλίζει, άλογα να καλπάζουν ρυθμικά. Άνοιξε τα μάτια. Απίστευτο! Στα μελανιασμένα χείλη του άνθισε ένα χαμόγελο. Από βάθος του δρόμου, θαμπά στην αρχή, αλλά όλο και πιο ξεκάθαρα, την είδε. Είδε την παραμυθένια τρόικα με τα ασημένια κουδουνάκια να πλησιάζει φορτωμένη δώρα διαλεχτά. Την οδηγούσε ένας ροδομάγουλος αμαξάς με γούνινο σκούφο, κόκκινη μύτη και πυκνή κυματιστή γενειάδα. Πίσω από την τρόικα κάλπαζαν στρατιώτες με πορφυρές στολές, καβάλα σε περήφανα άλογα στολισμένα με χρυσαφένιες φούντες… Παραξενεύτηκε το παιδί. Πώς βρέθηκε εδώ αυτή η τρόικα φορτωμένη τόσα δώρα; Και οι καβαλάρηδες; Κάπου τους ήξερε. Κάπου τους είχε ξαναδεί! H τρόικα σταμάτησε μπροστά του, τα άλογα χρεμέτισαν, ο αμαξάς χαμογέλασε, από το παράθυρο της άμαξας πρόβαλε το πρόσωπο της πριγκιποπούλας. – Τι όμορφο δέντρο! – Χαμογέλασε – Ποιος να το στόλισε άραγε;  – Εγώ! Αποκρίθηκε το παιδί. – Αλήθεια; – Ναι. – Έλα μαζί μου τότε. Έλα να στολίσεις έτσι όμορφα και το έλατο του βασιλιά, να ζήσεις στο παλάτι μας παντοτινά. – Δεν πάω πουθενά χωρίς το δέντρο μου! Απάντησε το αγόρι. H πριγκιποπούλα έδωσε τότε εντολή και οι στρατιώτες του βασιλιά έσκαψαν βαθιά, πήρανε το δέντρο μαζί με τις ρίζες του και το φύτεψαν σε μια πορσελάνινη γλάστρα, μετά το φόρτωσαν στην τρόικα. Γελώντας πρόσχαρα, ο αμαξάς άπλωσε το χέρι του, βοήθησε το παιδί να ανέβει στην άμαξα να κάτσει πλάι του, τα άλογα στράφηκαν, τον κοίταξαν με τα μεγάλα τους μάτια και ρουθούνισαν ανυπόμονα. Όλα τα κτίρια, όλα τα φανάρια, όλες οι βιτρίνες, τα πάντα, είχαν τώρα εξαφανιστεί. Μπροστά τους ανοιγόταν μια απέραντη στέπα κι εκεί στο βάθος μέσα από τα διάφανα πέπλα του χιονιού αχνοφαίνονταν μαγευτικοί οι μεγαλόπρεποι τρούλοι κι οι αψιδωτές πύλες του οπάλινου παλατιού! Ο ροδομάγουλος αμαξάς τράβηξε τα γκέμια. Κροτάλισε το μαστίγιο, τα άλογα χύθηκαν χλιμιντρίζοντας μπροστά, καλπάζοντας όλο και πιο γοργά… λες κι είχανε φτερά… Σε λίγο η τρόικα κι η ακολουθία της είχαν χαθεί στο βάθος της χιονισμένης στέπας.  Το χιόνι που συνέχισε ολοένα πιο πυκνό το σιωπηλό χορό του έσβησε σχεδόν αμέσως τα ίχνη από τις ρόδες και τα πέταλα των αλόγων..

Λένε οι παλιοί…

Λένε οι παλιοί ότι το πεζοδρόμιο εκείνο ήταν κάποτε κάπως πιο φαρδύ, ότι φύτρωνε κάποτε κάποιο δέντρο εκεί.

Διηγούνται επίσης οι παλιοί ότι ένα χριστουγεννιάτικο πρωί βρήκαν στη ρίζα του δέντρου ξεπαγιασμένο ένα παιδί σκεπασμένο από το χιόνι, τυλιγμένο σ’ ένα τριμμένο παλτό χωρίς κουμπιά, με ένα γαλήνιο χαμόγελο, ένα χαμόγελο ευτυχίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του.

Λένε ακόμα ότι από τότε κάθε παραμονή Χριστουγέννων, γύρω στα μεσάνυχτα, κάτι παράξενο συμβαίνει, κάτι που κανείς δεν μπορεί να το εξηγήσει. Ένα σμάρι πυγολαμπίδες τριγυρνούν επίμονα τρεμοσβήνοντας σε εκείνο το σημείο, λες και κάτι αναζητούν, λες και γυρεύουνε να θυμηθούνε κάτι, ότι ένας άνεμος αναπάντεχος φέρνει, ποιος ξέρει από πού, ανάλαφρες σαπουνόφουσκες και χρυσόχαρτα αστραφτερά, ενώ την ίδια στιγμή ένα υπέροχο πεφταστέρι διαγράφει στον ουρανό μια φαντασμαγορική τροχιά και πέφτει στο σημείο ακριβώς εκείνο.Έτσι λένε… Ποιος ξέρει;

 

 




Τα κάλαντα : Η όμορφη ιστορία του αριστουργήματος του Νικηφόρου Λύτρα – Από το facebook του συνάδελφου Άρη Γεωργίου

Ίσως αν σας μιλήσουν για το διάσημο Έλληνα ζωγράφο Νικηφόρο Λύτρα και σας ρωτήσουν αν ξέρετε κάποιο από τα έργα του, να μην μπορείτε να φέρετε στο μυαλό κάτι συγκεκριμένο. Μόλις όμως δείτε τον πίνακά του για «Τα κάλαντα», είμαστε βέβαιοι ότι θα τον αναγνωρίσετε!

Ένα από τα σπουδαιότερα έργα της ελληνικής ζωγραφικής που καταφέρνει να συμπυκνώσει το νόημα των ελληνικών Χριστουγέννων. Αυτός ο πανέμορφος πίνακας έχει πίσω του μία όμορφη ιστορία, την οποία ξεσηκώσαμε από το facebook του συνάδελφου Άρη Γεωργίου, ταμία της ΙΟΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ και μέλους του Δ.Σ. του ΣΥΙΛΤΕ, ο οποίος υπηρέτησε στα καταστήματα Πεύκης, Αμαρουσίου, Γέρακα, Παιανίας, Δροσιάς και Κάτω Πατησίων. Και στο εξής, ελπίζουμε όλοι να συγκρατήσετε ότι αυτό το αριστούργημα είναι δημιουργία του Νικηφόρου Λύτρα…


Το γνωστό έργο του Νικηφόρου Λύτρα, που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της νεοελληνικής αγροτικής ηθογραφίας. Ένας πίνακας που μου προκαλεί ιδιαίτερο θαυμασμό και συγκίνηση.

Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν… Αγαπημένη μου συνήθεια αυτών των ημερών, είναι να χαζεύω παλιές οικογενειακές φωτογραφίες και καρτ ποστάλ με ευχές. Ενώ, λοιπόν, κάθομαι με τα παιδιά μου και κοιτάμε τα όμορφα αναμνηστικά, ο γιος μου ξεχωρίζει μία κάρτα. «Αυτή με τα παιδάκια μου αρέσει!» μου λέει με ενθουσιασμό. Πρόκειται για «Τα Κάλαντα». Το γνωστό έργο του Νικηφόρου Λύτρα, που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της νεοελληνικής αγροτικής ηθογραφίας. Ένας πίνακας που μου προκαλεί ιδιαίτερο θαυμασμό και συγκίνηση.

Ποια είναι η ιστορία του;

O κορυφαίος «ζωγράφος των Χριστουγέννων» – όπως τον αποκαλούν, τον δημιούργησε το 1872, και θεωρείται ένας από τους πιο ξακουστούς πίνακες στην ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής. Πρόκειται για μία κορυφαία στιγμή στην ηθογραφική ζωγραφική της χώρας μας. Αποτυπώνει μια ομάδα παιδιών ντυμένα με παραδοσιακά ενδύματα, που κρατούν παραδοσιακά όργανα και λένε τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα σε μια αυλή ενός παλιού αγροτικού σπιτιού.

Μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις. Και τα μηνύματα που περνά ο συγκεκριμένος πίνακας είναι πολλά και σημαντικά. Δεν πρόκειται για μια απλή απεικόνιση ενός εθίμου, αλλά για ένα συμβολικό έργο. Καταρχάς, απεικονίζει πέντε παιδιά διαφορετικής καταγωγής και εθνικότητας. Με αυτόν τον τρόπο, ο ζωγράφος υπενθυμίζει το γνήσιο πνεύμα των γιορτών. Το τραγούδι και ο σκοπός του είναι κοινός. Δεν γνωρίζει διακρίσεις και χρώμα. Το μήνυμά του είναι διαχρονικό. Ειδικά για εποχές -όπως αυτή που ζούμε- που επικρατούν αντιλήψεις φανατισμού, ρατσισμού κι εθνικισμού.

Στη δεξιά μεριά του πίνακα βλέπουμε ένα άγαλμα που παραπέμπει στη Νίκη της Σαμοθράκης. Απέναντι και σχεδόν στο ίδιο ύψος με αυτό, στέκεται μια κοινή σκούπα – ή ό, τι απέμεινε από εκείνη. Στο βάθος υπάρχει ένα ξεραμένο δέντρο, δεμένο σ` έναν πάσσαλο για να μην πέσει. Πίσω από έναν τοίχο κρύβεται ένα παιδί που παρατηρεί… Μια μητέρα – που κι εκείνη φορά παραδοσιακή φορεσιά- κρατά στην αγκαλιά της το μωρό της και παρατηρεί τα παιδιά με τη χαρά ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της… Το λαμπρό χαμόγελο του μελαμψού τυμπανιστή ξεχωρίζει… Η κάθε λεπτομέρεια αυτού του πίνακα, όπως φαίνεται, εξυπηρετεί ένα σκοπό…

Η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαριλένα Κασιμάτη αναλύει: «Τα ποιητικότατα Κάλαντα διαφεύγουν με την εσωτερικότητα και την επινόηση του χρόνου στην ελληνικότατη ηθογραφική αυτή σκηνή, από κάθε κοινοτοπία. Τα σύμβολα που εισάγει, χωρίς τυμπανοκρουσίες -το μαρμάρινο θωράκιο της Νίκης, που δένει το σανδάλι της, αλλά ειρωνικά σχεδόν, βαλμένο δίπλα σε μια χορταρένια σκούπα, το γυάλινο ποτήρι με το νερό, που παραπέμπει στην κάθαρση που έρχεται από τα Ελληνόπουλα, που δεν εμφανίζονται ως γραφικά δείγματα μιας γνωστής τυπολογίας φορεσιών, το ξερό, άνυδρο δέντρο που δηλώνει την υφέρπουσα φτώχεια στο πρόσωπο της σκοτεινής μορφής, που μόλις φαίνεται πίσω από τον τοίχο.»

Λίγα λόγια για τον σπουδαίο ζωγράφο…

«Η αγάπη προς το ωραίον είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου». Νικηφόρος Λύτρας

Θεωρείται ένας από τους πρώτους μεγάλους δασκάλους της ζωγραφικής στην Ελλάδα και από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου στη νεοελληνική ζωγραφική Σπουδάζει αρχικά στο Σχολείον των Τεχνών (1850-1856), τη μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Είναι μαθητής της πρώτης γενιάς δασκάλων του Σχολείου (Φίλιππου Μαργαρίτη και Γεώργιου Μαργαρίτη, Ραφαήλ Τσέκολη, Αγαθάγγελου Τριανταφύλλου, Λουδοβίκου Θείρσιου). Την περίοδο 1860-1865 συνεχίζει τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου. Το 1866 διορίζεται στην έδρα της ζωγραφικής του Σχολείου αντικαθιστώντας τον Σπυρίδωνα Προσαλέντη. Παρόλο που είναι προσκολλημένος πάντα στις αρχές του ακαδημαϊσμού της Σχολής του Μονάχου και ανεπηρέαστος από το ρεύμα των ιμπρεσιονιστών, προτρέπει τους μαθητές του να είναι ανοιχτοί στις νέες τάσεις.

Ο Νικηφόρος Λύτρας ως καλλιτέχνης και ως δάσκαλος, σημάδεψε την πορεία της νεοελληνικής ζωγραφικής.

-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή

Πηγή : www.klik.gr/




Την Παρασκευή 20/12 κάναμε ένα υπέροχο, ιστορικό, θεατρικό ταξίδι στην παράσταση «Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη»

Συνάδελφοι,

Οι θεατρικές βραδιές με την ΙΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ συνεχίστηκαν την Παρασκευή 20/12 στο «ΘΕΑΤΡΟΝ» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» (Πειραιώς 254, Ταύρος) στην παραγωγή του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού «Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη».

Οι πληροφορίες μας έλεγαν ότι η παράσταση έχει ήδη κερδίσει κοινό και κριτικούς με απανωτά sold out και αφού πλέον την παρακολουθήσαμε, μπορούμε να συμφωνήσουμε και καταλάβουμε το γιατί!

Σε ένα έργο πιο επίκαιρο –δυστυχώς- από ποτέ (καθώς τα βάσανα της προσφυγιάς εξακολουθούν να ταλανίζουν εκατομμύρια ανθρώπους), παρακολουθήσαμε την πορεία μίας ελληνικής οικογένειας που ξεριζώθηκε από τη Σμύρνη στη Μικρασιατική Καταστροφή για να εγκατασταθεί, να παλέψει και να βρει την καινούργια της εστία στη Θεσσαλονίκη. Το έργο είναι το πρώτο ελληνικό θεατρικό sequel, αφού αποτελεί συνέχεια του επιτυχημένου έργου «Σμύρνη μου αγαπημένη», φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή και τη δημιουργική διάθεση της Μιμής Ντενίση, η οποία έπειτα από ενδελεχή έρευνα, έγραψε το έργο, το σκηνοθέτησε, έχει το ρόλο της αφηγήτριας και πρωταγωνιστεί σε μία υπέροχη ερμηνεία. Τα πλούσια σκηνικά, τα μοναδικά κοστούμια, ο μεγάλος θίασος, ο συνδυασμός των ερμηνειών με τις βιντεοπροβολές που δημιουργούν μία ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, η μοναδική αυτή παραγωγή, κέρδισαν όλους τους συναδέλφους που έδωσαν το παρών, ενώ παράλληλα μας δόθηκε η ευκαιρία να ταξιδέψουμε σε μία από τις πιο ταραγμένες εποχές της χώρας μας.

Η ΙΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ θα συνεχίσει τις επιτυχημένες θεατρικές της βραδιές στις καλύτερες παραστάσεις με τις καλύτερες τιμές. Ωστόσο, επειδή η ζήτηση είναι μεγάλη (σ.σ. στην ως άνω παράσταση εξαντλήθηκαν και τα 70 εισιτήρια που είχαμε στη διάθεσή μας), να είστε σε επιφυλακή, ώστε να προλάβετε και να δώσετε το παρών στην επόμενη που θα ανακοινωθεί από την ιστοσελίδα του Συλλόγου μας.

 




Τη Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου η καταβολή της επικουρικής σύνταξης

Ενημερώνουμε τους συνταξιούχους συναδέλφους μας ότι η πίστωση της επικουρικής σύνταξης από το ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ θα γίνει τη Δευτέρα 30/12.




Αντίο Άννα

Έφυγε από κοντά μας σε ηλικία 64 ετών η συναδέλφισσά μας Άννα Καραμπίνη-Καλογρίδη, η οποία είχε υπηρετήσει στο Σύνταγμα, το ΤΑΠΙΛΤ, το Κολωνάκι, τη Διεύθυνση Διαθεσίμων και τη Διεύθυνση Γενικών Λειτουργιών. Την Άννα διέκριναν το ήθος, η συνέπεια και η εργατικότητα και όσοι συνάδελφοι είχαν την τιμή να συνυπηρετήσουν μαζί της θα θυμούνται με τις καλύτερες αναμνήσεις την κοινή εργασιακή τους πορεία.

Η απώλειά της αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στο σύζυγό της Δημήτρη, στην κόρη της Μαριλένα και το γαμπρό της Νεκτάριο.

Εκ μέρους σύσσωμης της Ιονικής Οικογένειας εκφράζουμε τα βαθιά μας συλλυπητήρια στους οικείους της εκλιπούσης.

Η εξόδιος ακολουθία της συναδέλφισσας θα γίνει σήμερα, Δευτέρα 23/12, στις 15:00 μ.μ. στο Νεκροταφείο Ζωγράφου

Καλό ταξίδι Άννα!




Η ΙΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ γνώρισε ένα μοναδικό χειμερινό προορισμό με την εκδρομή στην πανέμορφη Ορεινή Αρκαδία το διήμερο 14-15 Δεκεμβρίου (φωτογραφίες)

Η Ελλάδα είναι συνδυασμένη στο μυαλό των περισσότερων με τον ήλιο και τη θάλασσα. Και δικαίως βέβαια… Ωστόσο, στη χώρα μας μπορεί να βρει ο καθένας μοναδικής ομορφιάς τοπία και γωνιές, κατάλληλα για κάθε εποχή του χρόνου. Και τώρα που διανύουμε τη χειμερινή περίοδο, σίγουρα ένας από τους καλύτερους προορισμούς είναι η Ορεινή Αρκαδία, όπως ανακαλύψαμε -όσοι δεν το ξέραμε ήδη- στην εκπληκτική μας εκδρομή το διήμερο 14-15/12, η οποία πραγματικά συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες εξορμήσεις μας! Γνωρίσαμε από κοντά τα γραφικά και ιστορικά χωριά της, τους παραδοσιακούς οικισμούς, πύργους και αρχοντικά, τα πέτρινα γεφύρια και τους νερόμυλους, τα μοναστήρια, τις βιβλιοθήκες και τα μουσεία της, αλλά και τα πανέμορφα τοπία της και μείναμε κατενθουσιασμένοι.


Σάββατο 14 Δεκεμβρίου

Το ραντεβού μας κάτω από τα γραφεία του Συλλόγου μας ήταν στις 8.30 π.μ. και παρά το πρωινό της ώρας, όλοι κατέφθασαν με την καλύτερη διάθεση από την πρώτη στιγμή. Στο καλό κλίμα βοήθησε και ο καλός καιρός για την εποχή, που κράτησε μάλιστα σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού μας, προμηνύοντας και την επιτυχία της εκδρομής μας…

Αναχωρήσαμε με πρώτη στάση τον Ισθμό της Κορίνθου, όπου και παραλάβαμε συναδέλφους από την Πελοπόννησο. Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς Τρίπολη και μετά από το τούνελ του Αρτεμισίου, ξεκίνησαν οι επισκέψεις μας με την μοναδικής ομορφιάς, αρχαιότροπου και βυζαντινού ρυθμού, εκκλησία της Αγίας Φωτεινής Μαντίνειας και ακριβώς απέναντι το Ηρώο της Αρχαίας Μαντίνειας. Μπορεί η επίσκεψή μας να μας «κόστισε» μερικά χιλιόμετρα παραπάνω (αφού ήταν εκτός του δρόμου μας), αλλά πραγματικά άξιζε τον κόπο να θαυμάσουμε τη σπουδαία και πρωτότυπη αρχιτεκτονική της εκκλησίας της Αγίας Φωτεινής (είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχει ορθή γωνία στο κτίσμα που μοιάζει “ζωντανό”) που μας άφησε όλους άναυδους. 

Εν συνεχεία οδεύσαμε προς το κυρίως μέρος της εκδρομής μας, αφού σταματήσαμε στο πρώτο ορεινό χωριό που ξεπρόβαλε μέσα στις επιβλητικές βουνοκορφές, την Αλωνίσταινα, πατρίδα της μητέρας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Ζαμπίας Κωστάκη. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι εκτός από τα εκπληκτικά τοπία και τα γραφικά χωριά, η ορεινή Αρκαδία αναβλύζει… ιστορία και σπουδαιότητα, αφού από εδώ προέκυψαν σημαντικές μορφές του Εθνικοαπελευθερωτικού μας Αγώνα και εν συνεχεία της πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας μας και αυτή την αίσθηση τη νιώσαμε καθ’όλη τη διάρκεια της εκδρομής μας.

Αφού περιηγηθήκαμε στα στενά του χωριού και θαυμάσαμε την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του (χαρακτηρισμένος παραδοσιακός διατηρητέος οικισμός με χαρακτηριστικά έργα της τέχνης των λαγκαδιανών μαστόρων) και είδαμε το σπίτι όπου έζησε και μεγάλωσε η μητέρα του εθνικού μας ήρωα, αλλά και την επιτύμβια πλάκα προς τιμήν της στην κεντρική πλατεία του χωριού, πήραμε το δρόμο για την όμορφη και πιο κοσμοπολίτικη Βυτίνα.

Το χωριό αποτελεί χειμερινός προορισμός και βάση για εξορμήσεις στην περιοχή αφού έχει ανεπτυγμένες δομές. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι βέβαια τα τεράστια έλατα που καλύπτουν τους ορεινούς όγκους που την περιβάλλουν, ενώ βέβαια είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε τη γραφική αρχιτεκτονική του χωριού, όπου κυριαρχεί το μαύρο μάρμαρο, αλλά και να επικεντρωθούμε στα εξαιρετικά τοπικά προϊόντα που βρίσκει κανείς στα μαγαζιά της Βυτίνας, από όπου σχεδόν όλοι προμηθευτήκαμε ό,τι τράβαγε η καρδιά μας (ξηροί καρποί, ζυμαρικά, εξαιρετικά τυριά και μέλι – η περίφημη βανίλια που παράγεται μόνο στην περιοχή της Βυτίνας κ.ά.).

Το κρύο μπορεί να μην ήταν ακριβώς τσουχτερό, λαμβάνοντας υπ’ όψη και το υψόμετρο, αλλά σίγουρα έκανε αισθητή την παρουσία του και η χαλάρωσή μας για ένα ζεστό τσάι, καφέ, σοκολάτα κ.λπ. ανάλογα την προτίμηση του καθενός, στις όμορφες και γεμάτες θαλπωρή καφετέριες, ήταν επιβεβλημένη.

Το πρόγραμμα και… ο οδηγός μας στη συνέχεια μας έφεραν στα Λαγκάδια, όπου βρισκόταν και το ωραιότατο ξενοδοχείο μας (Resort Maniatis). Αφού τακτοποιηθήκαμε στα δωμάτιά μας, συγκεντρωθήκαμε για τη γνωριμία μας με τα πανέμορφα Λαγκάδια, τα οποία είναι κυριολεκτικά σκαρφαλωμένα στην πλαγιά του Μαινάλου! Αμφιθεατρικά χτισμένα σε μια απότομη κατάφυτη πλαγιά σε υψόμετρο 1.000 μέτρων, μοιάζουν να κρέμονται πάνω από ένα άγριο φαράγγι (εξ ου και το προσωνύμιο «κρεμαστό χωριό»). Τα Λαγκάδια χωρίζονται στην Πάνω και την Κάτω Γειτονιά. Ο Κάτω Μαχαλάς βρίσκεται σε μια κατάφυτη ρεματιά, ενώ ο Πάνω Μαχαλάς προσφέρει πανοραμική θέα στον επισκέπτη. Το χωριό βρίθει αξιοθέατων και μνημείων, αφού θεωρείται ένα πέτρινο κομψοτέχνημα που περιβάλλεται από ένα εντυπωσιακό τοπίο. Στη βόλτα μας θαυμάσαμε εκκλησίες, γεφύρια (τρία ρέματα διατρέχουν το χωριό), πέτρινα αρχοντικά, νερόμυλους, φτάνοντας μέχρι και την εκκλησία όπου βρίσκεται το περίφημο ρολόι.

Εντυπωσιασμένοι όλοι από την αρχιτεκτονική που επιβεβαίωσε σε απόλυτο βαθμό τη ρήση “ο θεός έπλασε τον κόσμο και οι Λαγκαδιανοί τον έκτισαν”, επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο, όπου μας περίμενε ένα υπέροχο δείπνο με τοπικά εδέσματα και εξαιρετικές γεύσεις, όλα μαγειρεμένα από την ίδια την οικογένεια που διατηρεί το ξενοδοχείο και ομολογουμένως με τη φιλοξενία της κατορθώνει να δημιουργεί μία ιδιαιτέρως ζεστή ατμόσφαιρα! Αφού απολαύσαμε το δείπνο μας συνοδεία του αρκαδικού κρασιού, έπιασε το μικρόφωνο το «αηδόνι της Ιονικής», ο συνάδελφος Πλούταρχος Κούσουλας και… έγινε το έλα να δεις. Η διασκέδαση συνεχίστηκε με χορούς και τραγούδια μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, με «ποικιλία» μάλιστα στο πρόγραμμα, αφού καθήκοντα τραγουδιστή ανέλαβε και ο «Γιώργος ο ροκάς» (όπως χαϊδευτικά τον αποκαλούμε), δηλαδή κ. Γιώργος Παπακυριακού, ξάδερφος του συναδέλφου μας Τάσου Γεώργα, που εμπλούτισε το ρεπερτόριο με πιο ροκ ρυθμούς!

 Αγία Φωτεινή Μαντίνειας 

 Αλωνίσταινα

 

 Βυτίνα

 

 Λαγκάδια

 

 Δείπνο & διασκέδαση στο ξενοδοχείο

.

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου

Το απαραίτητο πρωινό μας σε συνδυασμό με την πρωινή αύρα μας γέμισαν με δύναμη και διάθεση για μία ακόμα γεμάτη μέρα. Πρώτος προορισμός μας η Δημητσάνα, ένα πανέμορφο και ιστορικό χωριό, που πολλοί αποκαλούν «μπαλκόνι» του Μαινάλου και είναι εύκολο για τον επισκέπτη να καταλάβει το γιατί… Χτισμένη αμφιθεατρικά σε δυο αντικριστούς λόφους σε υψόμετρο 950 μ. πάνω από το φαράγγι του Λούσιου ποταμού, από τα υψώματά της μπορείς να αγναντέψεις μέχρι τις βουνοκορφές του Ταϋγέτου, τα φουγάρα και τη λίμνη της Μεγαλόπολης, αλλά και τη χαράδρα του Λούσιου. Η λαγκαδιώτικη αρχιτεκτονική έχει αφήσει και στην ιστορική κωμόπολη τα αποτυπώματά της, που επίσης έχει ανακηρυχθεί διατηρητέος οικισμός, με τα πετρόχτιστα σπίτια και αρχοντικά και τα λιθόστρωτα δρομάκια. Η περιήγησή μας ανάμεσα σε αυτά τα κομψοτεχνήματα που ορθώνονταν γύρω από τα γραφικά καλντερίμια μας ταξίδεψε σε μία άλλη εποχή αθωότητας και γαλήνης. Δυστυχώς, η εξαιρετική, φημισμένη βιβλιοθήκη της Δημητσάνας είναι κλειστή τις Κυριακές, αλλά μας αποζημίωσαν τα υπόλοιπα αξιοθέατά της.

Συνεχίσαμε για το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, μόλις 1,5 χλμ. από τη Δημητσάνα, το οποίο προβάλλει τη σημασία της υδροκίνησης στην παραδοσιακή κοινωνία με έναν πολύ ενδιαφέροντα τρόπο. Στην περιήγησή μας ουσιαστικά είδαμε, μεταξύ άλλων, τον τρόπο με τον οποίο κινούνταν τα μηχανήματα προκειμένου να αλέσουν το σιτάρι, αλλά και πώς γινόταν η κατεργασία των δερμάτων. Παράλληλα, το Μουσείο προσέφερε μία πολύ ωραία θέα στην απέναντι πλευρά του βουνού, από όπου μπορούσαμε να διακρίνουμε την ιστορική Ζάτουνα, γενέτειρα μεγάλων προσωπικοτήτων, αλλά και τόπος εξορίας, όπου πέρασε μεγάλο διάστημα και ο Μίκης Θεοδωράκης την περίοδο της χούντας.

Επόμενος σταθμός η Στεμνίτσα, η «Χωριατοπούλα του Μωριά», όπως την αποκαλούσε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Κτισμένη στις παρυφές του Μαινάλου, με επιβλητικά πυργόσπιτα, πέτρινα καλντερίμια και μία πολύ όμορφη, γραφική πλατεία, μας έδωσε την ευκαιρία για μία υπέροχη βόλτα. Το ιδιαίτερο στοιχείο βέβαια ήταν η επίσκεψή μας στη Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας που στεγάζεται σε ένα πέτρινο κτίριο-κόσμημα, στην οποία μας ξενάγησαν μαθητές, δείχνοντάς μας εκθέματα των διάσημων για την τέχνη τους Στεμνιτσιωτών μεταλλουργών που χάνονται στο βάθος των χρόνων (αξίζει να σημειωθεί ότι λειτουργούν μέχρι και σήμερα 4 εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας). Μάλιστα οι μαθητές της Σχολής μας έδειξαν και τις δικές τους δημιουργίες και αρκετές συναδέλφισσες δεν έχασαν την ευκαιρία να εμπλουτίσουν την κοσμηματοθήκη τους…

Καθώς η ώρα είχε ήδη περάσει και το γεμάτο πρόγραμμά μας απαιτούσε συνεχή δραστηριότητα, σιγά σιγά αποφασίσαμε να κατευθυνθούμε προς την Καρύταινα, όπου είχαμε προγραμματίσει να φάμε. Ωστόσο, λίγο έξω από την Καρύταινα, στο δρόμο προς Ανδρίτσαινα, κάναμε μία τελευταία στάση, για να θαυμάσουμε το παλιό γεφύρι του ποταμού Αλφειού, κτισμένο από πέτρα και ξύλο.

Η Καρύταινα ήταν ουσιαστικά το τελευταίο χωριό που θα επισκεπτόμασταν στην εκδρομή μας. Ένας ακόμα παραδοσιακός, διατηρητέος οικισμός με γραφικές γωνιές που μένουν αξέχαστες στον επισκέπτη. Θαυμάσαμε από μακριά και το κάστρο της Καρύταινας, το οποίο ήταν το ορμητήριο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ενώ στις παρυφές του βρίσκονται ακόμα τα ερείπια του σπιτιού του.

Τα «εμπόδια» προς το γεύμα μας είχαν πλέον ξεπεραστεί και μία ταβέρνα της περιοχής μας άνοιξες τις πόρτες της για να ικανοποιήσει την πείνα μας με τοπικές νοστιμιές.

Αφού φάγαμε, πήραμε το δρόμο της επιστροφής μέσω της Μεγαλόπολης, με μία στάση στον Ισθμό της Κορίνθου όπου αποχαιρετίσαμε τους συναδέλφους μας της Πελοποννήσου, ενώ οι υπόλοιποι προχωρήσαμε προς την Αθήνα. Το βράδυ της Κυριακής μας βρήκε στην ανοιξιάτικη (!) πρωτεύουσα, μακριά από τις όμορφες εικόνες και αναμνήσεις της Ορεινής Αρκαδίας, που θα μας συντροφεύουν όμως για μια ζωή. Και αν ποτέ σας πουν ότι η Ελλάδα είναι μόνο για καλοκαίρι, ήλιο και θάλασσα… πλέον ξέρετε να τους απαντήσετε για τις μοναδικές ομορφιές της Ορεινής Αρκαδίας!

 Δημητσάνα

 Μουσείο Υδροκίνησης

 Στεμνίτσα 

 Σχολή αργυροχρυσοχοΐας

 Γεφύρι Αλφειού

 Καρύταινα


Συνάδελφοι,

Η εκδρομή μας στην Ορεινή Αρκαδία ουσιαστικά ήταν η τελευταία για το 2019 και έκλεισε τη χρονιά με τον καλύτερο τρόπο αφού μας άφησε άριστες εντυπώσεις. Επειδή όμως πλέον για τους συμμετέχοντες οι εκδρομές με την ΙΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ παρέα με τους συναδέλφους έχουν γίνει τρόπος ζωής, θα καλωσορίσουμε τη νέα χρονιά με την… επιδρομή μας στη Μεσσηνιακή και Λακωνική Μάνη το Τριήμερο των Θεοφανείων (4-6/1/20).

Επειδή όλες οι εκδρομές μας είναι πλήρεις με αποτέλεσμα πολλοί συνάδελφοι κάθε φορά να μην προλαβαίνουν να κλείσουν θέση, πλέον γνωρίζετε ότι πρέπει να είστε εξαιρετικά γρήγοροι προκειμένου να ζήσετε ένα πολύ όμορφο τριήμερο με την ΙΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Επομένως καλούμε τους ενδιαφερόμενους να κλείσουν άμεσα θέση!