Άγνωστοι Ήρωες – Του Μιχάλη Κωνσταντή

Με αφορμή την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου επιχειρούμε να φωτίσουμε μια σχεδόν άγνωστη ιστορία, που αφορά στη θυσία τριών ποδοσφαιριστών, οι οποίοι στην φωτογραφία που ακολουθεί εμφανίζονται χαμογελαστοί λίγους μήνες πριν αφήσουν την τελευταία τους πνοή στα βουνά της Βορείου Ηπείρου οι δύο και στον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο ο τρίτος, οκτώ χρόνια αργότερα.

14/5/1939: Οι ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ φωτογραφίζονται λίγο πριν, (ενδεχομένως και αμέσως μετά), τον αγώνα τους για το κύπελλο Ελλάδος με τον Εθνικό, στο γήπεδό τους, στο Σιντριβάνι. Άλλωστε θα καταγάγουν, (ή μόλις έχουν πετύχει, πιθανότατα), έναν θρίαμβο απέναντι στον πολύ ισχυρό Εθνικό Πειραιώς με 4-0. Ο προπολεμικός ΠΑΟΚ, στον αγώνα αυτό για την ημιτελική φάση του θεσμού ήταν σαρωτικός στο πρώτο ημίχρονο πετυχαίνοντας τρία γκολ με τον Βασιλειάδη (13′) και τον Ιωαννίδη (26′, 36′). Ο Ιωαννίδης, μάλιστα, ολοκλήρωσε με χατ τρικ την αναμέτρηση διαμορφώνοντας το τελικό 4-0, στο 89′, δίνοντας παράλληλα πανηγυρικό χαρακτήρα στην πρόκριση του Δικεφάλου για πρώτη φορά στην ιστορία του, σε τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος.

Είναι μια ηλιόλουστη ανοιξιάτικη Κυριακή, στις 14/5/1939 και την ομάδα του ΠΑΟΚ όπως φαίνεται και στη φωτογραφία απαρτίζουν, όρθιοι από αριστερά, οι Ιωαννίδης, Κρίτας, Πανίδης, Μποσταντζόγλου, Γεωργίου, Παπαπαναγιώτου, Καλογιάννης, Κοντόπουλος και καθιστοί οι Βατίκης, Σωτηριάδης και Αρβανίτης. Είναι όλοι τους, σχεδόν, χαρούμενοι και γελαστοί. Πιο πολύ όμως, οι πέντε που βρίσκονται στο μέσον της φωτογραφίας και οι οποίοι σχηματίζουν έναν ξεχωριστό όμιλο. Ο Πανίδης, μάλιστα, σκύβει και ακουμπά προστατευτικά την πλάτη του Βατίκη και μαζί με τον τερματοφύλακα Σωτηριάδη φαίνεται να απολαμβάνουν οι τρεις τους, περισσότερο από τους άλλους, τη στιγμή.

Σε λίγες μέρες, την Κυριακή 28/5/1939, θα αγωνισθούν οι περισσότεροι από τους εικονιζόμενους στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδος με την ΑΕΚ, στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, όπου θα χάσουν κυριολεκτικά στις λεπτομέρειες από τον Δικέφαλο του Νότου, με 2-1. Ήταν ο πρώτος τελικός για την ομάδα τους, στο κύπελλο, αλλά για τρία παλικάρια της φωτογραφίας και ο τελευταίος της ζωής τους.

Την επόμενη αγωνιστική περίοδο 1939-40 οι τρεις χαμογελαστοί ποδοσφαιριστές της φωτογραφίας εξακολουθούν να παίζουν βασικοί στον ΠΑΟΚ, ενώ ο Σωτηριάδης είναι και ο πρώτος διεθνής της ομάδος, αγωνιζόμενος στην Εθνική Ελλάδος.

Η έναρξη του τοπικού πρωταθλήματος έγινε στις 6 Οκτωβρίου του 1940 με τον αγώνα ΠΑΟΚ-ΜΕΝ Τούμπας 5-3. Στις 13 Οκτωβρίου ο αγώνας ΠΑΟΚ-Άρη έληξε ισόπαλος με 2-2 και στις 20 Οκτωβρίου ο αγώνας ΠΑΟΚ-Μακεδονικού 2-1, ήταν ο τελευταίος πριν από την κήρυξη του πολέμου, καθώς μαζί με τη νέα γενιά της χώρας και οι ποδοσφαιριστές ντύθηκαν τον πολεμικό χιτώνα για την προάσπιση της πατρίδος.

Από τους 11 της φωτογραφίας δύο, ο Γιώργος Βατίκης και ο Νίκος Σωτηριάδης, θα θυσιαστούν στον βωμό της ελευθερίας. Και ο φόρος αίματος για τον ΠΑΟΚ θα έχει και συνέχεια, στον αδελφοκτόνο εμφύλιο.

.

Γιώργος Βατίκης

Ο Γιώργος Βατίκης, ο δυναμικός οπισθοφύλακας του ΠΑΟΚ, γεννήθηκε το 1918 στη Θεσσαλονίκη και έφυγε ηρωικά από τη ζωή, στον Μοράβα, στις 17 Νοεμβρίου 1940. Ο Βατίκης έγινε ο δεύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής που έπεσε στο αλβανικό μέτωπο.

Υπήρξε βασικός αμυντικός του Δικεφάλου με 49 παρουσίες από το 1935. (Τότε δεν υπήρχε ακόμα ενιαίο εθνικό πρωτάθλημα και ο αριθμός των 49 συμμετοχών δεν είναι καθόλου μικρός). Ήταν ένας από τους πολλούς ήρωες της Ελλάδος στο έπος της Αλβανίας και ένας από τους Έλληνες αθλητές που πρόσφεραν τη ζωή τους για την ελευθερία της πατρίδας μας.

Στον Τύπο περιγράφηκαν ως ακολούθως οι τελευταίες του ώρες: «Ο Βατίκης μάχεται στο ύψωμα 1878 που ολημερίς καταλαμβάνεται και ανακαταλαμβάνεται. Η διαταγή του επιτελείου είναι αμετάκλητη, το ύψωμα πρέπει πάση θυσία να καταληφθεί ώστε να ελευθερωθεί η Κορυτσά. Ο έφεδρος ανθυπασπιστής Γιώργος Βατίκης είναι διοικητής πυροβολαρχίας της 573ης μονάδας πυροβολητών που ενισχύει με τα πυρά της το 27ο Σύνταγμα Κοζάνης. Μόλις είχε αποφοιτήσει από τη σχολή εφέδρων της Σύρου. Αχρηστεύει ο ίδιος με απευθείας βολές δύο βασικές εστίες άμυνας των Ιταλών και με τη βοήθεια 10 πολυβολητών φθάνει στη κορυφή. Δέχεται λυσσαλέες επιθέσεις των Ιταλών που όλες αποκρούονται με απώλειες και στις δύο πλευρές. Η μοίρα το έφερε να μείνει μόνος, τελευταίος αλλά να μη σταματάει τα πυρά που πνίγουν στο αίμα τους Ιταλούς. Το σούρουπο έφθασαν οι ενισχύσεις. Ο ανθυπολοχαγός Κωνσταντίνος Κολόμβας τον βρίσκει νεκρό πάνω στο πυροβόλο του, με γαζωμένο από ριπές πολυβόλου το στήθος. Έπεσε μία μόλις ημέρα μετά τον χαμό του διεθνή ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού, Μίμη Πιερράκου. Ο Κολόμβας γράφει στη μητέρα του Βατίκη, την κυρά Μακρίνα για την μεγάλη απώλεια. «Τον ενταφίασα μόνος. Κλίνω ευλαβικά το γόνυ προ του μεγάλου νεκρού». Μετά θάνατον, ο Γιώργος Βατίκης προήχθη σε ανθυπολοχαγό και του απενεμήθη «Αργυρούν Αριστείον Ανδρείας και Δίπλωμα Ευγνωμοσύνης της Πατρίδος».

Εκεί ψηλά στον ουρανό, ήρθε να τον συναντήσει λίγο αργότερα, στις 28 Ιανουαρίου 1941, ο συμπαίκτης του Νίκος Σωτηριάδης, τερματοφύλακας στον ΠΑΟΚ, που σκοτώθηκε στη Κλεισούρα σε ηρωική έφοδο του σε ιταλικό πολυβολείο. Ήταν αγνά παιδιά του λαού, που έτρεξαν στο πεδίο της μάχης όταν τους κάλεσε το ιερό καθήκον, αλλά δεν γύρισαν ποτέ από το μέτωπο, περνώντας στο Πάνθεον των Ηρώων.

.

Νίκος Σωτηριάδης

Ο τερματοφύλακας του ΠΑΟΚ Νίκος Σωτηριάδης, υπήρξε ο πρώτος ποδοσφαιριστής του Δικεφάλου που φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδος. Χρίστηκε διεθνής αγωνιζόμενος το 1938 σε επίσημο αγώνα, αλλά και ο μοναδικός ποδοσφαιριστής του ΠΑΟΚ που αγωνίστηκε σʼ αυτήν προπολεμικά. Η μία και μοναδική του συμμετοχή στην Εθνική έγινε στις 20 Φεβρουαρίου του 1938, σʼ έναν αγώνα για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου της ίδιας χρονιάς, στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας με αντίπαλο την Παλαιστίνη (η οποία αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους ποδοσφαιριστές, καθώς το κράτος του Ισραήλ ιδρύθηκε μετά τον Πόλεμο). Ο Σωτηριάδης δεν ξεκίνησε βασικός και παρά το γεγονός ότι την εποχή εκείνη δεν επιτρεπόταν οι αλλαγές, ο κανονισμός της ΦΙΦΑ επέτρεπε αλλαγή μόνο για τη θέση του τερματοφύλακα, σε περίπτωση τραυματισμού. Έτσι μόλις στο 15ʼ, ο βασικός τερματοφύλακας Σπύρος Σκλαβούνος του Παναθηναϊκού τραυματίστηκε και ο Νίκος Σωτηριάδης κλήθηκε από τον προπονητή του εθνικού μας συγκροτήματος Κώστα Νεγρεπόντη να τον αντικαταστήσει. Ο Σωτηριάδης κράτησε την εστία του ανέπαφη και στο τέλος η Ελλάδα αναδείχθηκε νικήτρια με σκορ 1-0. Μικρασιάτης στην καταγωγή, ο Νίκος Σωτηριάδης, γεννήθηκε στα Μουδανιά της Προύσας το 1908. Βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη με τα απομεινάρια της οικογένειάς του μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στην ομάδα του «Λευκού Αστέρα». Το 1932 πήγε στον ΠΑΟΚ και καθιερώθηκε ένα χρόνο αργότερα, όταν σʼ έναν αγώνα με αντίπαλο τον Ηρακλή (4-1) «κατέβασε τα ρολά». Ήταν ένας τερματοφύλακας που δεν δίσταζε στα χωμάτινα γήπεδα της εποχής να πέφτει στα πόδια των αντιπάλων επιθετικών με κίνδυνο να χτυπήσει σοβαρά. Στις 28 Ιανουαρίου 1941, πολεμώντας με το βαθμό του λοχία στο 50ο Σύνταγμα Πεζικού στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, ξεχύθηκε μαζί με άλλους στρατιώτες έξω από το χαράκωμα στο ύψωμα της Τσέροβας, στην Κλεισούρα, προσπαθώντας να κυριέψει το πολυβολείο των Ιταλών. Μία ριπή όμως, τον γάζωσε στο στήθος και έφυγε ηρωικά μαχόμενος σε ηλικία 33 ετών.

Συγκλονιστική είναι η περιγραφή του θανάτου του στην “Αθλητική Ηχώ” της μεταπολεμικής εποχής (διατηρούμε την ορθογραφία του άρθρου): «Ξημερώματα 28ης Ιανουαρίου 1941, Κλεισούρα. Παραμονές της γενικής επίθεσης του 50ού Συντάγματος Πεζικού. Ο λοχίας Νίκος Σωτηριάδης με την ομάδα του μετράει τις ώρες. Σκάει ένας όλμος. Δεύτερος… “Να πάρη, θα μας χαλάσουν τα σχέδια οι φρατέλοι”. Αρπάζει μια χειροβομβίδα. “Τι κάνεις λοχία; Να σε φάνε τζάμπα, σαν ορτύκι;” Το πολυβόλο σωπαίνει… Κοντεύει να φέξη. Ο λοχίας γυρίζει σε έναν φαντάρο: “Στείλε χαιρετίσματα, πριν ξεκινήσουμε, στον Θεσσαλονικιό, τον Σουγιουλτζή”. Σάλπισμα, επίθεση… Πηδάει από το χαράκωμα. Το τμήμα του, στους πρόποδες υψώματος της Τσέροβας. Ψηλά, οι Ιταλοί έχουν εγκατεστημένα πυροβολεία. Οι κάννες ξερνούν φωτιά και σίδερο. Bουτάει σε μια τρύπα, που έχει κάνει στη γη μία οβίδα. Καλύπτεται, εξετάζει. Ξαναμμένος από το μεθύσι του μπαρουτιού, εξορμά. Μια ριπή σφυρίζει, ξαναπέφτει μπρούμυτα στην τρύπα. Δεν κρατιέται πια. “Απάνω τους, παιδιά. Αέρα”. Η μοιραία στιγμή. Καθώς σηκώνεται στα γόνατα, η ριπή τού γαζώνει το στήθος. Είκοσι δύο μέρες πριν, οι δικοί του είχαν πάρει το τελευταίο του γράμμα. Η μάνα, η αδελφή του (μαζί έμεναν, στην Ακροπόλεως), η αρραβωνιαστικιά του, Μάρω Οικονόμου…».

.

Στην δίνη του Εμφυλίου

Η Ελλάδα έχει βγει σχεδόν διαλυμένη από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την τριπλή Κατοχή, από Γερμανούς, Ιταλούς, Βούλγαρους, αλλά τα βάσανά της δεν έχουν τελειωμό. Η χώρα, που προσπαθεί να σταθεί με κάθε τρόπο στα πόδια της, ταλανίζεται στη δίνη του Εμφυλίου. Εν μέσω των εχθροπραξιών μεταξύ αδελφών, την περίοδο 1945-46 αρχίζουν ξανά τα επίσημα πρωταθλήματα ποδοσφαίρου. Ο ΠΑΟΚ, η ομάδα που πλήρωσε βαρύ τίμημα αίματος στο Αλβανικό μέτωπο, με την απώλεια δύο βασικών ποδοσφαιριστών του (του οπισθοφύλακα Γιώργου Βατίκη και του διεθνή τερματοφύλακα Νίκου Σωτηριάδη), προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια του και να ανασυγκροτηθεί.

Ο κατεξοχήν συνδετικός κρίκος της προπολεμικής με τη μεταπολεμική περίοδο, ο Θράσος Πανίδης, είναι έφεδρος αξιωματικός και δεν συμμετέχει στις αγωνιστικές υποχρεώσεις της ομάδος, αφού ο εθνικός στρατός τον κρατά στις τάξεις του, στον αδελφοκτόνο φόρο αίματος που καλείται να πληρώσει, πλέον, ο ανθός της ελληνικής νεολαίας «ένθεν κακείθεν».

Ο Δικέφαλος του Βορρά, παρά τις μεγάλες απώλειές του κερδίζει την περίοδο 1947-48 το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης και ακολούθως διεκδικεί τα πρωτεία και στο πανελλήνιο πρωτάθλημα, αλλά οι απουσίες των Σωτηριάδη, Βατίκη και Πανίδη δεν τον καθιστούν ανταγωνιστικό απέναντι στον Ολυμπιακό Πειραιώς και τον Απόλλωνα Αθηνών.

Αυτές, όμως, δεν θα ήταν οι τελευταίες απώλειες. Λίγο μετά την Κατοχή έχασαν τη ζωή τους άλλοι δύο ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ: ο Γκοτζαμάνης και ο Πανίδης, οι οποίοι σκοτώθηκαν στο βουνό Πάικο το 1947, ο πρώτος και στις αρχές του 1948 ο δεύτερος.

.

Θρασύβουλος Πανίδης

Ένα από τα χιλιάδες θύματα του αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου της περιόδου 1946-49 ήταν και ο αρχηγός της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΠΑΟΚ, Θρασύβουλος Πανίδης. Η είδηση έπεσε σαν βόμβα στις 18 Φεβρουαρίου του 1948, όταν στην Θεσσαλονίκη ενημερώθηκαν πώς ο επί μια 20ετία ποδοσφαιριστής του Δικεφάλου, έπεσε στο πεδίο της μάχης. (Ταυτόχρονα η κοινή γνώμη παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον, τη δίκη ανταρτών που επιχείρησαν να καταλάβουν την Θεσσαλονίκη). Ο Πανίδης είχε πολεμήσει στο Αλβανικό μέτωπο κατά των Ιταλών το 1940, ωστόσο, επιστρατεύθηκε ξανά μετά τον πόλεμο και μάλιστα προήχθη από υπασπιστής σε ανθυπολοχαγό και στην συνέχεια σε υπολοχαγό. Στο διάστημα που υπηρετούσε προσέφερε παράλληλα τις υπηρεσίες του στον ΠΑΟΚ και είναι χαρακτηριστικό ότι 35 ημέρες πριν από το τραγικό συμβάν είχε αγωνιστεί σε παιχνίδι με τον Άρη για το κύπελλο Ελλάδος.

Η πολιτική εφημερίδα της Θεσσαλονίκης, “ΦΩΣ”, έγραψε την επομένη του θανάτου του τα εξής: “Η αθλητική οικογένεια πρόσφερεν εν ακόμη θύμα εις τον βωμό της πατρίδος. Τον υπολοχαγόν Θρασύβουλο Πανίδη ποδοσφαιριστή του ΠΑΟΚ επί μιαν εικοσαετίαν, ο οποίος έπεσε χθες εις τα υψώματα της μεθορίου. Το θλιβερό άγγελμα μετεδόθη χθες το απόγευμα και εβύθισεν εις μεγάλην λύπην τους φιλάθλους. Ο ηρωικός του θάνατος κατέταξε τον αλησμόνητο Πανίδη εις το πάνθεον των ηρώων”.

Ο Θρασύβουλος Πανίδης έπαιζε στον ΠΑΟΚ από το 1930 και είχε συμπληρώσει 122 συμμετοχές. Οι συμπαίκτες του δέκα μέρες μετά τον αδόκητο θάνατο του ορκίζονται στην μνήμη του και κερδίζουν το ντέρμπι με τον Άρη, καθώς και το δεύτερό τους πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης. Αφιέρωσαν, δε, στην μνήμη του το πρωτάθλημα και σύμφωνα με τον αστικό μύθο, έτρεξαν από το γήπεδο στον τάφο του Πανίδη, «αποτίοντας φόρο τιμής στον χαμένο τους αρχηγό».

Υποστηρίζεται, μάλιστα, πως υπήρχε πλέον μεγάλη συσπείρωση στην ομάδα με συνέπεια ο ΠΑΟΚ να καταστεί τα προσεχή χρόνια η ισχυρότερη ομάδα της Βορείου Ελλάδος κερδίζοντας 4 συνεχόμενα πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης (1953-54, 1954-55, 1955-56 και 1956-57). Κάτι, που ουδέποτε είχε πετύχει στο παρελθόν. Αν και στην ισχυροποίηση του συλλόγου, συνέβαλλαν πρωτίστως και κάποιες σπουδαίες μεταγραφικές κινήσεις, όπως του άσου της Δόξας Δράμας Λάμπη Κουϊρουκίδη, που μαζί με τους Παπαδάκη και Γιεντζή, δημιούργησαν μια εξαιρετική επιθετική τριπλέτα, η οποία άφηνε άφωνους πολλές φορές τους φιλάθλους, με τις επινοήσεις της.

Η ομάδα του ΠΑΟΚ, που ουσιαστικά «ξεκληρίστηκε» την περίοδο 1940-1948, τα κατάφερε και μπήκε στον δρόμο των επιτυχιών μεταπολεμικά. Από τους 11 της φωτογραφίας, όμως, την ειρήνευση στην Ευρώπη και την Ελλάδα δεν θα την χαίρονταν τρεις συμπαίκτες. Τραγικό ποσοστό για μια ποδοσφαιρική ομάδα σε κάθε περίπτωση, αφού έχασε στα πεδία των μαχών 3 από τους 11 βασικούς της παίκτες (και 4, συνολικά, με τον αναπληρωματικό Γκοτζαμάνη).

Υστερόγραφο: Οι αθλητές ήταν πρωτοπόροι στους πατριωτικούς αγώνες, ενώ προς τα τέλη του 1941 ανασυστάθηκε η Ένωσις Ελλήνων Αθλητών (ΕΕΑ), η οποία είχε καταργηθεί από τη Μεταξική Δικτατορία. Πολύ γρήγορα έγιναν μέλη της παράγοντες συλλόγων, γυμναστές και ποδοσφαιριστές, καθώς και αθλητές στίβου, ποδηλάτες, πυγμάχοι, παλαιστές, κολυμβητές και μπασκετμπολίστες. Στις συναντήσεις αυτές όπου πρωτοστατούσε ο Γρηγόρης Λαμπράκης αλλά και οι Ρένος Φραγκούδης και Μαυραπόστολος, μετείχαν κυρίως αθλητές τη Αθήνας κα της Θεσσαλονίκης. Οι αθλητές αυτοί συγκέντρωναν μεταξύ άλλων και χρήματα, τα οποία έστελναν στους κρατούμενους του Χαϊδαρίου. Η Ένωσις Ελλήνων Αθλητών, επίσης, εκτός από αθλητικές ημερίδες στο Παναθηναϊκό Στάδιο διοργάνωνε και πολιτιστικές εκδηλώσεις σε συνεργασία με γνωστούς καλλιτέχνες της εποχής, όπως η Σοφία Βέμπο, ο Βασίλης Αυλωνίτης, η Γεωργία Βασιλειάδου και ο Μάνος Κατράκης, που έπαιξε ποδόσφαιρο στον Αθηναϊκό.

Ο αθλητισμός σε αγαστή συνεργασία με τον πατριωτισμό, αλλά και τον Πολιτισμό.

Μιχάλης Κωνσταντής